Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Ας δημιουργήσουμε την ελληνική Silicon Valley

Tων Kωνσταντινου Zοπουνίδη* και Mιχαλη Kαθαράκη** από την Καθημερινή 10-9-2011

Μια οικονομία και ιδιαίτερα μια περιφερειακή οικονομία δεν μπορεί να είναι άριστη σε όλες τις μορφές επιχειρηματικότητας, γι’ αυτό και οι επιτυχημένες οικονομίες είναι σε διάφορους βαθμούς εξειδικευμένες. Για κάποιους λόγους, σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές, μια συγκεκριμένη επιχειρηματική δράση απαντάται σε μεγαλύτερη συγκέντρωση και εκεί εμφανίζονται οι «συστάδες επιχειρήσεων» ή αλλιώς «clusters».

Στις περιοχές αυτές εμφανίζεται, δηλαδή, μια εξειδίκευση και οι παράγοντες που οδηγούν στην εξειδίκευση μπορεί να είναι η ιστορική τύχη και οι γεωγραφικές ιδιομορφίες, ή η στοχευμένη προσέλκυση ικανού προσωπικού και ανταγωνιστικών επιχειρήσεων.

Η έννοια των «clusters», ή «επιχειρηματικών συστάδων», ή «συνεργατικών σχηματισμών» και τα ευεργετικά πλεονεκτήματα για τις περιοχές όπου εφαρμόζονται, έχουν καταγραφεί εκτενέστατα από τη διεθνή βιβλιογραφία, αρκεί άλλωστε να αναφέρει κανείς τη Silicon Valley, το Hollywood, για να συνειδητοποιήσει την έκταση και τη σπουδαιότητα του όρου. Οι εξειδικευμένες περιφέρειες είναι αυτές που σήμερα αναλαμβάνουν το βάρος της ανάπτυξης και απολαμβάνουν τα οφέλη της. Στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, η σημαντικότερη στρατηγική επιβίωσης έγκειται στην παράλληλη εσωτερική και εξωτερική δικτύωση των μελών της. Με τη δικτύωση διακινούνται ιδέες, πληροφορίες και καλές πρακτικές ανάμεσα στα μέλη ενός cluster και παράλληλα εισάγονται σ’ αυτό καίριες καινοτομίες και τεχνογνωσία από άλλα δίκτυα. Και ενώ η ωφέλεια για τα μέλη ενός cluster είναι διαπιστωμένη και ως λειτουργικό μοντέλο υφίσταται σε πολλές μεριές του πλανήτη, ουσιαστικά απουσιάζει από την ελληνική πραγματικότητα.

Διάφορες κεντρικές πολιτικές έχουν κατά καιρούς επιδιώξει την εφαρμογή μοντέλων ανάπτυξης για την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα δε για την περιφερειακή ανάπτυξη έχουν γραφεί πολλά.

Ως αποτέλεσμα αυτών των στρατηγικών ανάπτυξης δημιουργήθηκε μια υδροκέφαλη αθηνοκεντρική, αμφίβολης βιωσιμότητας κεντρική οικονομία, χωρίς στοιχεία αειφορίας και, το σημαντικότερο, χωρίς να διακρίνεται σε κάποια επιχειρηματική ανταγωνιστική δράση στην παγκόσμια οικονομία.

Προκειμένου η χώρα να αντεπεξέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό θα πρέπει να αποκτήσει ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, που οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις αδυνατούν να έχουν: Εξειδικευμένο και έμπειρο εργατικό δυναμικό στο οποίο προσφέρονται συνεχώς προοπτικές αναβάθμισης και εξέλιξης. Δελεαστικές προοπτικές για την προσέγγιση ταλέντων. Προοπτικές επιχειρηματικών συνεργασιών. Χρηματοδότηση νέων ιδεών. Προγράμματα επιμόρφωσης. Προοπτικές μεγέθυνσης μέσα από συνεργασίες.

Η ελληνική οικονομία είναι απαραίτητο να στηριχθεί σε ένα μοντέλο ανάπτυξης ικανό να μετατρέψει τις τοπικές ιδιαιτερότητες σε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και παράλληλα η επιχειρηματική δραστηριότητα να καταστεί υπολογίσιμη στο εξωτερικό με όρους παγκοσμιοποίησης. Πολλά γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας ήταν ή είναι γνωστά για την επιχειρηματική δράση τους σε διάφορες δραστηριότητες (γούνα, ναυτιλία, τουρισμός, σιτηρά, ένδυση) και μάλιστα με διεθνή αναγνωρισιμότητα.

Κάθε περιφέρεια πρέπει άμεσα να προκρίνει τουλάχιστον μια επιχειρηματική δραστηριότητα γύρω από την οποία θα συσπειρώσει όλες τις παραγωγικές δυνάμεις της και να αναπτύξει μια ιδιαίτερη και ανταγωνιστική επιχειρηματική δυναμική.

Τα διάσπαρτα σε όλη τη χώρα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα μπορούν στο πλαίσιο του ρόλου τους ως οργανισμών συνεργασίας να συσπειρώσουν τις δυνάμεις της τριπλής αναπτυξιακής έλικας ώστε να προκαλέσουν ανάπτυξη. Η μικρή και μεσαία ελληνική επιχείρηση αδυνατεί να αφομοιώσει τεχνολογικές ή άλλες καινοτομίες στην παραγωγική της διαδικασία, αφού δεν διαθέτει τους απαραίτητους πόρους και παράλληλα η έρευνα που παράγεται στα ερευνητικά ιδρύματα δεν έχει κανέναν προσανατολισμό προς την παραγωγική διαδικασία.

Η συσπείρωση σε clusters του επιστημονικού, του παραγωγικού και του πολιτειακού δυναμικού μπορεί να δημιουργήσει τις αλληλεπιδράσεις και τις οργανώσεις κλίμακας, που επιτρέπουν τη λειτουργία καθιερωμένων αναπτυξιακών εργαλείων και οδηγούν σε ανταγωνιστικότητα.

Βασικός κανόνας, όμως, είναι πως τα clusters γεννιούνται και δεν γίνονται.

Οι κρατικές χρηματοδοτήσεις και ενισχύσεις δεν μπορούν να ξεκινήσουν διαδικασίες clustering, το παράδειγμα των περιφερειακών πόλων καινοτομίας άλλωστε έδειξε όχι μόνο την άστοχη επιλογή του συγκεκριμένου μοντέλου για εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα, αλλά παράλληλα και την αδυναμία του γραφειοκρατικού κράτους να οδηγήσει σε εξελίξεις συσπείρωσης των παραγωγικών δυνάμεων με στόχο την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.

Αντίστοιχα αποτελέσματα θα έχει και η παρούσα προκήρυξη του προγράμματος για τα clusters αφού διέπεται από ένα άκρως γραφειοκρατικό πνεύμα με περιορισμούς και αγκυλώσεις που δεν προκρίνουν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του σχηματισμού. Πρέπει άμεσα να τεθούν οι βάσεις μιας νέας εργασιακής και επιχειρηματικής κουλτούρας, καινοτομίας, συνεργασίας και ανταγωνιστικότητας, η οποία σταδιακά θα οδηγήσει σε ανάπτυξη. Η εφαρμογή συστημάτων διά βίου μάθησης θα μπορούσε να βοηθήσει πολύ στην πορεία αυτή μέσα από τις τακτικές αυτοβελτίωσης και ανάδειξης των νέων εταιρικών προτύπων. Ας ελπίσουμε σύντομα όσοι σχεδιάζουν το μέλλον αυτού του τόπου να αναλάβουν τις ανάλογες δράσεις.

*Καθηγητής, Πολυτεχνείο Κρήτης

** Διδάκτωρ ΣΕΜΦΕ ΕΜΠ

Διαβάστε ακόμα:

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.