Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Στρατηγικός σχεδιασμός και αστική ανάπτυξη - Η περίπτωση των Ιωαννίνων

#Αθανασίου Α.
Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πολυτεχνική Σχολή
#Καρακούνος Ι.
Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πολυτεχνική Σχολή
Ομιλία στο 11ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ - 2013 (ERSA - GR) που έγινε στην Πάτρα 14-15 Ιουνίου 2013 

Στη συγκεκριμένη εργασία εξετάζονται οι παράγοντες που διαμορφώνουν τη διαδικασία του στρατηγικού σχεδιασμού και αναλύονται τα αποτελέσματα διαφόρων στρατηγικών ανάπτυξης και διαχείρισης των πόλεων σε χωρικό και αναπτυξιακό επίπεδο.
Αρχικά, παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη του στρατηγικού σχεδιασμού των πόλεων στον ευρωπαϊκό χώρο (πολεοδομικές πολιτικές, ανταγωνιστικότητα πόλεων κ.α.) και δίνονται αντίστοιχα παραδείγματα (Στρατηγικό Σχέδιο της Βαρκελώνης και Στρατηγικό Σχέδιο της Πράγας). Επιπλέον, επισημαίνονται οι βασικές κατευθύνσεις για την αστική ανάπτυξη στις ευρωπαϊκές πόλεις για την Προγραμματική Περίοδο 2007-2013. 
Στη συνέχεια, εξετάζεται ο ελλαδικός χώρος και αναλύονται οι πολιτικές αστικής ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα. Σημαντική βαρύτητα δίνεται στα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν όσον αφορά την οικιστική ανάπτυξη και την πολεοδομική οργάνωση.
Ως μελέτη περίπτωσης διερευνάται η πόλη των Ιωαννίνων. Παρουσιάζονται τα κύρια χαρακτηριστικά της πόλης σε χωρικό και οικονομικό επίπεδο και εξετάζεται η αναπτυξιακή δυναμική της ευρύτερης περιοχής. Στη συνέχεια, αναφέρονται οι παρεμβάσεις αστικής ανάπτυξης που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα και επισημαίνονται οι προτεραιότητες και οι στόχοι που πρέπει να τεθούν σχετικά με τον στρατηγικό σχεδιασμό των Ιωαννίνων. Οι παραπάνω στόχοι και προτεραιότητες εξειδικεύονται με συγκεκριμένες δράσεις. Τέλος, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα της εργασίας, όπου αξιολογούνται τα εργαλεία εφαρμογής του στρατηγικού σχεδιασμού στο χώρο.


1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο στρατηγικός σχεδιασμός των πόλεων αποτελεί μια πολυδιάστατη διαδικασία, η οποία αποκτά συνεχώς αυξανόμενη βαρύτητα όχι μόνο όσον αφορά την αστική ανάπτυξη, αλλά και την περιφερειακή. Πέραν των προβλημάτων που μπορεί να παρουσιάζουν οι πόλεις ως προς την πολεοδομική τους οργάνωση, πολλές φορές σημαντικές είναι και οι δυσλειτουργίες ως προς την κοινωνικο-οικονομική τους ανάπτυξη, η οποία συνδέεται άμεσα με τις αναπτυξιακές διαδικασίες της ευρύτερης περιοχής. Επομένως, ο στρατηγικός σχεδιασμός των πόλεων καλείται να συμβάλλει όχι μόνο στην επίλυση των πολεοδομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών ζητημάτων μιας πόλης, αλλά και να λειτουργήσει ως αναπτυξιακός σύνδεσμος της πόλης με τον ύπαιθρο χώρο.


2. Ο ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960, η διαδικασία του στρατηγικού πολεοδομικού σχεδιασμού είχε ελάχιστα παραδείγματα εφαρμογής στις ευρωπαϊκές πόλεις. Οι χωρικές παρεμβάσεις στον αστικό χώρο επικεντρώνονταν κυρίως στον φυσικό σχεδιασμό , με σαφείς επιρροές από τις ιδέες του μοντέρνου κινήματος . 
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, εμφανίζεται σταδιακά η ανάγκη να αποκτήσει ο πολεοδομικός σχεδιασμός στρατηγικό χαρακτήρα, καθώς τα προβλήματα των πόλεων γίνονται όλο και πιο πολύπλοκα (οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική διάσταση), και ο φυσικός σχεδιασμός δεν αρκεί πλέον για την επίλυσή τους.

Έτσι, κάθε ευρωπαϊκή πόλη ξεκινά μια προσπάθεια αναδιάρθρωσης της πολεοδομικής της πολιτικής, εισάγοντας βασικά στοιχεία του στρατηγικού σχεδιασμού, όπως (Μεταξάς και Λαλένης, 2006):
Αξιολόγηση των δυνατοτήτων και αδυναμιών μιας κοινωνίας σε σχέση με τις ευκαιρίες και τις απειλές από το ευρύτερο περιβάλλον της
Συμμετοχικές διαδικασίες
Μακροπρόθεσμος χαρακτήρας (προοπτική για το μέλλον).

Από το 1990 μέχρι σήμερα, ο στρατηγικός πολεοδομικός σχεδιασμός εστιάζει στην δημιουργία ανταγωνιστικών πόλεων σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο. Η ανταγωνιστικότητα  (στόχος) μπορεί να επιτευχθεί με τα εξής μέσα:
Μεγάλης κλίμακας πολεοδομικές παρεμβάσεις (π.χ. Potsdamer Platz στο Βερολίνο)
Διοργάνωση σημαντικών γεγονότων (π.χ. Ολυμπιακοί Αγώνες)
Μάρκετινγκ του τόπου (προβολή και ανάδειξη της πόλης) Δύο από τα σημαντικότερα Ευρωπαϊκά παραδείγματα είναι τα εξής:
Στρατηγικό Σχέδιο της Βαρκελώνης: Ολοκληρώθηκε το 1999 και είχε στόχο την προσαρμογή της πόλης στις νέες κοινωνικές, πολιτικές και τεχνολογικές συνθήκες της εποχής. Οι βασικοί άξονες δράσης ήταν η αναβίωση των ιστορικών περιοχών και η διασύνδεση του δικτύου των οικισμών της μητροπολιτικής περιοχής.
Στρατηγικό Σχέδιο της Πράγας: Ολοκληρώθηκε το 2000 μετά από μια εκτεταμένη διαδικασία κοινωνικής διαβούλευσης. Το σχέδιο εστίασε στις δυνατότητες της πόλης, ειδικότερα στην πνευματική και πολιτιστική της παράδοση, τις αστικές αξίες, το οικονομικό και ανθρώπινο δυναμικό, την πλεονεκτική θέση της πόλης στην καρδιά της Ευρώπης και την έλξη που ασκεί στους επισκέπτες. Επίσης, επικεντρώθηκε στις μεταφορές, την ποιότητα του αστικού περιβάλλοντος και στην αστική διαχείριση και διοίκηση (Ανδρικοπούλου, 2007)

Το πρότυπο, λοιπόν, της σύγχρονης ευρωπαϊκής πόλης αποτελεί η επιχειρηματική και παγκοσμιοποιημένη πόλη. Ο στρατηγικός χωρικός σχεδιασμός αποτελεί το βασικό εργαλείο για να αποτελέσει η ευρωπαϊκή πόλη ελκυστικό προορισμό επενδύσεων. 

Οι βασικοί άξονες δράσης που υιοθετεί κάθε σύγχρονη ευρωπαϊκή πόλη είναι οι εξής (Γκάμα, 2006):
Η βελτίωση των υποδομών (π.χ. Αθήνα - Αττική Οδός, Λονδίνο - ανάπλαση της περιοχής Wembley).
Η παροχή κινήτρων και εγκατάσταση απαραίτητων υπηρεσιών (χρηματιστηριακές υπηρεσίες κ.α.) για την πραγματοποίηση επενδύσεων.
Η προβολή της εικόνας της πόλης μέσα από τον πολιτισμό (π.χ. Μπιλμπάο -μουσείο Guggenheim, Βιέννη - συνοικία των μουσείων).

Όσον αφορά την Προγραμματική Περίοδο 2007-2013, τα δύο έγγραφα που αποτυπώνουν τις βασικές κατευθύνσεις για την αστική ανάπτυξη είναι ο Χάρτης της Λειψίας για Βιώσιμες Ευρωπαϊκές Πόλεις και η Εδαφική Ατζέντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία υιοθετήθηκαν από το άτυπο Συμβούλιο των Υπουργών στη Λειψία το 2007. Τα παραπάνω κείμενα τονίζουν την ανάγκη δημιουργίας μιας πολιτικής ολοκληρωμένης αστικής ανάπτυξης και ορίζουν χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το URBACT και το ESPON (Ανδρικοπούλου, 2007).

3. Ο ΕΛΛΑΔΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Η πρώτη προσπάθεια συγκρότησης πολεοδομικής πολιτικής στην Ελλάδα γίνεται το 1923 με το Νομοθετικό Διάταγμα «Περί Σχεδίων Πόλεων, Κωμών και Συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών», όπου διαχωρίζεται ο χώρος σε εντός και εκτός σχεδίου και επιβάλλεται σε κάθε οικισμό να βασίζεται σε σχέδιο πόλης. Στη συνέχεια, παρατηρείται μια νομοθετική στασιμότητα όσον αφορά τα πολεοδομικά και χωροταξικά ζητήματα. 
Ο νόμος 947/1979 «Περί Οικιστικών Περιοχών» αποτελεί το νομικό εφαλτήριο για τον στρατηγικό πολεοδομικό σχεδιασμό στην Ελλάδα, καθώς γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο διαχωρισμό των επιπέδων πολεοδομικού σχεδιασμού (στρατηγικός - φυσικός). Επειδή ο νόμος 947/1979 δεν είχε την ανάλογη πολεοδομική εφαρμογή, αντικαταστάθηκε από τον 1337/1983 «Επέκταση των Πολεοδομικών Σχεδίων, Οικιστική Ανάπτυξη και Σχετικές Ρυθμίσεις», που όρισε το ιεραρχικό σύστημα πολεοδομικής οργάνωσης στην Ελλάδα (Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο - Πολεοδομική Μελέτη - Πράξη Εφαρμογής). 
Ο τελευταίος σημαντικός πολεοδομικός νόμος είναι ο 2508/1997 «Βιώσιμη Οικιστική Ανάπτυξη των Πόλεων και Οικισμών της Χώρας και Άλλες Διατάξεις», ο οποίος ορίζει τρία σημαντικά εργαλεία στρατηγικού πολεοδομικού σχεδιασμού: α) Τα Ρυθμιστικά Σχέδια 
β) Τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια 
γ) Τα Σχέδια Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης.

Στη πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης διακρίνονται σημαντικές τομές όσον αφορά την πολεοδομική πρακτική. Γίνεται μαζική μείωση κατά 40% των συντελεστών δόμησης στις πόλεις και ιδρύεται ειδικό υπουργείο για το χωρικό σχεδιασμό -Υπουργείου Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος (Οικονόμου και Πετράκος, 2005). 
Επίσης σημαντικές ρυθμίσεις για την μετέπειτα αστική ανάπτυξη αποτέλεσαν ο μηχανισμός της εισφοράς σε γη για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και η θέσπιση των Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου (1983). Παρόλο που υπήρξε νομική κατοχύρωση των ρυθμίσεων αυτών (ν.1337/1983), τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Το μεγαλύτερο ποσοστό του οικιστικού χώρου στην Ελλάδα αναπτύχθηκε άναρχα μέσω της παράνομης κατάτμησης και αυθαίρετης δόμησης. (χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν πολλές περιοχές της ανατολικής Αττικής). 
Επίσης, υπήρχε καθυστέρηση εφαρμογής των πολεοδομικών σχεδίων και έτσι δινόταν ο χρόνος για καταπατήσεις. Έτσι, όταν έφτανε η χρονική στιγμή εφαρμογής ενός πολεοδομικού σχεδίου, ο οικιστικός χώρος είχε ήδη διαμορφωθεί από τους εκάστοτε καταπατητές.

Την δεκαετία του 1990, ξεκίνησαν αρκετές δράσεις σχετικά με την πολεοδομική πολιτική στην Ελλάδα, οι οποίες επικεντρώθηκαν στον στρατηγικό πολεοδομικό σχεδιασμό. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η Κοινοτική Πρωτοβουλία Urban, που εστίασε στην εξάλειψη των κοινωνικο-οικονομικών προβλημάτων των πόλεων, με μέτρα όπως οι επιδοτήσεις νέων επιχειρήσεων και τα προγράμματα κατάρτισης (Οικονόμου και Πετράκος, 2005). Επίσης, με το ν. 2508/1997, ο πολεοδομικός σχεδιασμός απέκτησε και «νομικά» πλέον στρατηγικό χαρακτήρα. 
Από το 2000 και ύστερα, παρατηρήθηκε η δημιουργία μεγάλων έργων αστικών υποδομών, όπως η Αττική Οδός, το Αττικό Μετρό και το Διεθνές Αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος'. Η ολοκλήρωση των έργων αυτών δεν ήταν τυχαία. Βασίστηκε κατά πολύ στον διεθνή ρόλο που καλούνταν να παίξει η Αθήνα λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.

Τα τελευταία χρόνια, γίνονται αποσπασματικές κινήσεις σχετικά με την αστική ανάπτυξη, όπως η δημιουργία του Εθνικού Κτηματολογίου και διαφόρων πρωτοβουλιών που αναπτύσσονται από την Ευρωπαική Ένωση (π.χ. η πρωτοβουλία JESSICA - Joint European Support for Sustainable Investment in City Areas). 
Το σημαντικότερο όμως είναι να υπάρξει μια ολοκληρωμένη ρύθμιση για την οικιστική οργάνωση της ελληνικής επικράτειας, καθώς και μηχανισμοί ελέγχου της πολεοδομικής πολιτικής.

4. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

4.1 Αναπτυξιακά Χαρακτηριστικά
Τα Ιωάννινα αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας με δυνατότητες και προοπτικές που μπορούν να την καταστήσουν ιδιαίτερα ανταγωνιστική στο αστικό δίκτυο. Δεν απουσιάζουν ωστόσο οι ανασταλτικοί παράγοντες που εντοπίζονται στις σύγχρονες ελληνικές πόλεις και επιδρούν σημαντικά στην υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής των κατοίκων.

Η πόλη χωροθετείται στο βορειοδυτικό κομμάτι της ηπειρωτικής Ελλάδας, στο κέντρο του ομώνυμου λεκανοπεδίου και σε υψόμετρο 470 μέτρων. Γύρω απ' το λεκανοπέδιο Ιωαννίνων υψώνονται ορεινοί όγκοι, οι οποίοι δυσχεραίνουν την απρόσκοπτη επικοινωνία και τη ροή αγαθών και ανθρώπων από την περιοχή προς την υπόλοιπη Ελλάδα και αντίστροφα. Η πόλη πρόσκειται στη λίμνη Παμβώτιδα, η οποία σε συνδυασμό με το κάστρο της πόλης και τους ορεινούς όγκους αποτελούν αξιόλογα τοπιολογικά στοιχεία. Αποτελεί την έδρα της περιφέρειας Ηπείρου, της περιφερειακής ενότητας Ιωαννίνων και του καλλικρατικού δήμου Ιωαννιτών. Ο δήμος Ιωαννιτών αποτελείται από τις δημοτικές ενότητες Ιωαννιτών, Ανατολής, Μπιζανίου, Παμβώτιδος, Περάματος και της πρώην κοινότητας Νήσου Ιωαννίνων. Είναι η 7η μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας με πληθυσμό 65.574 κατοίκους, ενώ ο δήμος έχει μόνιμο πληθυσμό 112.486 κατοίκους και αποτελεί τον 10ο μεγαλύτερο στη χώρα σύμφωνα με την απογραφή του 2011 (ΕΣΥΕ, 2012).

Η οικονομία της πόλης έχει αμιγώς αστικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζονται από το γεγονός ότι η πόλη αποτελεί το εμπορικό και διοικητικό κέντρο της περιφέρειας, καθώς και από την ύπαρξη του πανεπιστημίου Ιωαννίνων που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα της χώρας. 
Παρατηρείται η σημαντική υπεροχή της πόλης σε απασχολούμενους στον τριτογενή τομέα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον πρωτογενή τομέα είναι ελάχιστο (Παπασπύρου, 2009). 
Από το δευτερογενή τομέα εξέχουσα θέση κατέχει η μεταποιητική δραστηριότητα που συγκεντρώνεται τόσο στη βιομηχανική περιοχή της πόλης όσο και σε διάσπαρτη μορφή και κυρίως η παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, ενώ ανεπτυγμένη είναι και η εξόρυξη μαρμάρου. 
Ένας ακόμη κλάδος όπου ανθεί αρκετούς αιώνες στα Ιωάννινα είναι η ασημουργία που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της τοπικής παράδοσης και που λαμβάνει μέχρι σήμερα μερίδιο στην τοπική οικονομία. 
Τα τελευταία χρόνια η οικονομία της πόλης όπως αντίστοιχα και της Ελλάδας έχει γνωρίσει ύφεση με αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση της ανεργίας.

Η κατασκευή νέων και ο εκσυγχρονισμός των υπαρχουσών μεγάλων υποδομών στα Ιωάννινα τις τελευταίες δεκαετίες βελτίωσαν σημαντικά την ποιότητα ζωής, ωστόσο υπάρχουν ακόμα ελλείψεις. Στις υποδομές μεταφορών αναφέρεται ο αυτοκινητόδρομος της Εγνατίας οδού ο οποίος αποτελεί τον πλέον αναδυόμενο αναπτυξιακό άξονα της χώρας, ενώ ευεργετικά αποτελέσματα αναμένεται να επιφέρει και η υπό κατασκευή Ιόνια οδός. Το τοπικό οδικό δίκτυο της πόλης και της ευρύτερης περιοχής βελτιώνεται σταδιακά, ενώ αρνητική είναι η έλλειψη σιδηροδρομικού δικτύου και η περιορισμένη λειτουργία του αερολιμένα Ιωαννίνων. Στον τομέα της εκπαίδευσης σημαντικό για την τοπική οικονομία και κοινωνία αποτελεί το πανεπιστήμιο Ιωαννίνων με 17 τμήματα και περίπου 20.000 φοιτητές, ενώ στην πόλη φιλοξενούνται και τμήματα του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου. Στον τομέα της υγείας αναφέρεται η ύπαρξη δύο νοσοκομείων (γενικό και πανεπιστημιακό). Οι περιβαλλοντικές υποδομές για τη διάθεση και επεξεργασία των στερεών και υγρών αποβλήτων (ΧΥΤΑ και βιολογικός καθαρισμός) εξυπηρετούν τα Ιωάννινα και την ευρύτερη περιοχή.

Τα Ιωάννινα αποτελούν τόπο συγκέντρωσης πλήθους ιστορικών μνημείων και μουσείων, ενώ το φυσικό τοπίο της ευρύτερης περιοχής είναι ιδιαίτερα αξιόλογο. Η λίμνη Παμβώτιδα αποτελεί υδρόβιο οικοσύστημα και έχει χαρακτηριστεί ως περιοχή οικοανάπτυξης . Το νησί της λίμνης που κατοικείται αποτελεί τουριστικό πόλο έλξης, όπως και το σπήλαιο Περάματος. Από το φυσικό περιβάλλον της περιοχής ξεχωρίζει και το περιαστικό δάσος της πόλης που αποτελεί ένα από τα 19 αισθητικά δάση της χώρας . Πέρα από το περιαστικό δάσος, οι χώροι πρασίνου στην πόλη είναι περιορισμένοι και εστιάζονται στα μικρά πάρκα Λιθαριτσίων και Κουραμπά στο κέντρο της πόλης, στο πάρκο Κατσαρή στην παραλίμνια περιοχή, καθώς και στο πάρκο Πυρσινέλλα που καταλαμβάνει μεγάλη έκταση και βρίσκεται στην είσοδο της πόλης.

Η πόλη αποτελεί εθνικό πόλο ανάπτυξης, του οποίου η ελκυστικότητα αναμένεται να ενισχυθεί, κάτι στο οποίο θα συμβάλλει και η ολοκλήρωση των βασικών οδικών αξόνων και λοιπών υποδομών της χώρας (ΓΠΧΣΑΑ, 2008). Με τη δυναμική που παρουσιάζουν τα Ιωάννινα δύνανται να αποτελέσουν το δυναμικό κέντρο της περιφέρειας και να συγκροτήσουν ένα παραγωγικό πρότυπο που να στηρίζεται στο δυναμισμό τους, ωστόσο ως κέντρο οφείλουν να αναπτύξουν δικτυακή λειτουργία και εξειδίκευση και όχι να μεγεθύνονται εις βάρος της περιφερειακής ενδοχώρας (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε, 2008).  Η άμεση ακτίνα επιρροής των Ιωαννίνων περιλαμβάνει την ευρύτερη περιοχή του λεκανοπεδίου, στην οποία συνωστίζονται η πλειονότητα του ανθρώπινου δυναμικού, των παραγωγικών υποδομών, των πολιτιστικών στοιχείων και των υποδομών έρευνας και τεχνολογίας του συνόλου της Περιφέρειας Ηπείρου (Ε.Δ.Α.Π.Η, 2007).

4.2 Μελέτες και αστικές παρεμβάσεις στρατηγικού χαρακτήρα
Η εμπειρία των Ιωαννίνων όσον αφορά τον στρατηγικό σχεδιασμό εστιάζεται μέχρι σήμερα σε διάφορες μελέτες και σχέδια που έχουν συνταχθεί.. Το Ρυθμιστικό Σχέδιο και Πρόγραμμα Προστασίας Περιβάλλοντος Οικιστικού Συγκροτήματος Ιωαννίνων αποτελεί το σημαντικότερο σχέδιο στρατηγικού χαρακτήρα που υπάρχει, ωστόσο είναι ορατό το ενδεχόμενο να καταργηθεί πριν καν θεσμοθετηθεί, όπως και τα υπόλοιπα ρυθμιστικά πλην των μητροπολιτικών περιοχών Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Παρ' όλα αυτά πρόκειται για ένα χωρικό σχέδιο με στρατηγικό χαρακτήρα, ο οποίος αναδεικνύεται από το γεγονός ότι εκτός από την οργάνωση του χώρου και των δραστηριοτήτων, βασικό του άξονα αποτελεί η βιώσιμη αστική ανάπτυξη με την υιοθέτηση αναπτυξιακού προτύπου συμβατού με τα χαρακτηριστικά της περιοχής. Ο στρατηγικός χαρακτήρας αποτυπώνεται και στο επιχειρησιακό πρόγραμμα του δήμου Ιωαννιτών παρά την τεχνική του φύση, καθώς εκτός από την εσωτερική οργάνωση και βέλτιστη λειτουργία των υπηρεσιών του δήμου οι στόχοι του είναι η προώθηση της συλλογικής προσπάθειας τοπικών φορέων, η προστασία και αναβάθμιση του περιβάλλοντος, η βελτίωση του επιπέδου ευημερίας των κατοίκων και ο μεσοπρόθεσμος προγραμματισμός που δίνει τη δυνατότητα να λαμβάνονται υπόψη οι συγκυρίες της εκάστοτε προγραμματικής περιόδου. Συγκεκριμένα λόγω της ύφεσης των τελευταίων χρόνων λαμβάνεται υπόψη η έλλειψη πόρων, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα την υιοθέτηση αναπροσαρμοσμένου προτύπου ανάπτυξης από αυτά των προηγουμένων προγραμματικών περιόδων καθώς και λιγότερο φιλόδοξων στόχων.

Η κοινή συνισταμένη των υφιστάμενων σχεδίων αναδεικνύει τα Ιωάννινα ως ένα μητροπολιτικό κέντρο το οποίο έχει την δυνατότητα να τύχει βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, καθώς διαθέτει τα μέσα που ενισχύουν την ελκυστικότητά του και να αποτελέσει δυναμικό αναπτυξιακό πόλο στο ιεραρχημένο αστικό σύστημα της χώρας καθώς και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εδραίωση του νέου ρόλου αποτελεί η αξιοποίηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και δυνατοτήτων της πόλης, αλλά και της περιαστικής περιοχής, με σκοπό τη διεύρυνση του ρόλου της σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, τη διάχυση της ανάπτυξης στην ευρύτερη περιοχή στο πλαίσιο της χωρικής ισότητας, της ανταγωνιστικότητας στο πλαίσιο της εδαφικής συνοχής και της ποιότητας ζωής των πολιτών (Ε.Δ.Α.Π.Η,
2007).

Στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών πραγματοποιήθηκαν διάφορες παρεμβάσεις στον αστικό ιστό με σκοπό τη βελτίωση της εικόνας της πόλης και κυρίως του κάστρου και του ιστορικού κέντρου. Η θεσμική προστασία αρχικά και οι αναπλάσεις που έλαβαν χώρα μετέπειτα, με την αποκατάσταση και αξιοποίηση των τειχών του κάστρου και την προστασία και ανάδειξη της αγοράς του ιστορικού κέντρου μέσω πεζοδρομήσεων και διαμόρφωση οδών σε δρόμους ήπιας κυκλοφορίας, είχαν ως σκοπό τη διαφύλαξη της πολεοδομικής ιστορίας των Ιωαννίνων. Παράλληλα, διάφορες άλλες παρεμβάσεις στο πολεοδομικό κέντρο της πόλης όπως πεζοδρομήσεις και η ανάπλαση της κεντρικής πλατείας με την παράλληλη κατασκευή υπόγειου χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων, είχαν ως σκοπό την αισθητική αναβάθμιση των ανοιχτών δημόσιων χώρων, ωστόσο υπήρξαν σοβαρές κριτικές και αντιπαραθέσεις μεταξύ των τοπικών φορέων για το τελικό αποτέλεσμα. Συγκεκριμένα η ανάπλαση της κεντρικής πλατείας αποτέλεσε πεδίο αντιπαραθέσεων ως προς τη μείωση του πρασίνου, τη χρήση υλικών αφιλόξενων προς το περιβάλλον και την κατασκευή του υπόγειου χώρου στάθμευσης που δεν βελτίωσε καθόλου την αντιμετώπιση της κυκλοφοριακής συμφόρησης στην περιοχή, καθώς σε αυτή συγκλίνουν βασικοί άξονες. Παράλληλα το ιστορικό κέντρο εξακολουθεί να δέχεται αρκετά σταθμευμένα αυτοκίνητα, ενώ η αυξημένη παρουσία χώρων διασκέδασης σε αυτό τείνουν να αλλοιώσουν τον χαρακτήρα του. Σε καμία πάντως περίπτωση οι παραπάνω αστικές παρεμβάσεις δεν είχαν εκτεταμένο χαρακτήρα και δεν θεωρήθηκαν ιδιαίτερα ριζικές ως προς την ουσιαστική βελτίωση του αστικού τοπίου παρά μόνο σε τμηματικά αισθητική.

Στρατηγικής σημασίας αποτελεί ο εκσυγχρονισμός των μεταφορικών υποδομών της πόλης που έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα. Η οδική απομόνωση της πόλης και της περιφέρειας από την υπόλοιπη χώρα είχαν ως αποτέλεσμα τη χαμηλή επίδοση των αναπτυξιακών μεγεθών τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η άρση της απομόνωσης άρχισε να επιτυγχάνεται με τη σταδιακή παράδοση τμημάτων της Εγνατίας οδού στην Ήπειρο, καθώς μειώθηκαν σημαντικά οι χρονοαποστάσεις από την υπόλοιπη βόρεια Ελλάδα και το λιμάνι της Ηγουμενίτσας, ενώ αυξήθηκε και η ασφάλεια των υπεραστικών μετακινήσεων, ενώ σε συνδυασμό με την περιφερειακή οδό αποσυμφορήθηκε και η πόλη των Ιωαννίνων από τις διαμπερείς μετακινήσεις που διέρχονταν από τον αστικό ιστό. Η μετεγκατάσταση του υπεραστικού σταθμού λεωφορείων από το κέντρο της πόλης συνέβαλλε επίσης καθοριστικά στην αποσυμφόρηση του κέντρου της πόλης, παρόλο που η χωροθέτηση του νέου σταθμού έχει δημιουργήσει επίσης αντιδράσεις ως προς τη μεγάλη απόσταση από το εθνικό οδικό δίκτυο. Το αεροδρόμιο των Ιωαννίνων συνδέει την πόλη και την ευρύτερη περιοχή με την Αθήνα, ενώ τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια για την αναβάθμισή του με σκοπό την προσέλκυση νέων προορισμών εξωτερικού για την αύξηση της τουριστικής κίνησης. Ως προς τις αστικές μετακινήσεις διερευνάται τα τελευταία χρόνια η σκοπιμότητα για τη δημιουργία γραμμών τραμ για τη μείωση της κυκλοφορίας αυτοκινήτων και αστικών λεωφορείων, καθώς και για τη μείωση των κυκλοφοριακών ρύπων. Ωστόσο τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα για την οικονομική βιωσιμότητα του μέσου, σε συνδυασμό με το υψηλό και απαγορευτικό κόστος και το στενό πλάτος των δρόμων της πόλης το καθιστούν προσωρινά αδύνατο.

Η τοπική οικονομία τις τελευταίες δεκαετίες δεν έχει αναπτύξει ιδιαίτερα μεγάλα κίνητρα για τη βελτίωση του μακροοικονομικού της περιβάλλοντος. Πέρα από την ύπαρξη της βιομηχανικής περιοχής Ιωαννίνων και την ίδρυση του Επιστημονικού και Τεχνολογικού Πάρκου Ηπείρου πλησίον του πανεπιστημίου δεν αναπτύχθηκαν πολιτικές για την αναδιοργάνωση και ανάδειξη της τοπικής οικονομίας, ώστε να πραγματοποιηθούν μεγάλες επενδύσεις.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, διαπιστώνεται ότι η πόλη των Ιωαννίνων αναβαθμίστηκε σε σημαντικό βαθμό και κυρίως στη δημιουργία ροών αγαθών και ανθρώπων μέσω της άρσης της γεωγραφικής απομόνωσης, ενώ και η αισθητική αναβάθμιση των ευαίσθητων περιοχών της πόλης, αν και κατά περιπτώσεις αμφιλεγόμενη, είναι εμφανής. Εν τούτοις οι μέχρι στιγμής παρεμβάσεις θεωρούνται αποσπασματικές, καθώς είναι χαρακτηριστική η απουσία του ολοκληρωμένου σχεδιασμού που θα τις καταστήσει λειτουργικές στο μέγιστο βαθμό, θα προτείνει νέες ολοκληρωμένες, θα συμβάλλει στην πλήρη εξωστρέφεια της πόλης και θα την καταστήσει ένα βιώσιμο και ανταγωνιστικό κέντρο σε εθνικό, διαπεριφερειακό και διακρατικό κέντρο στην περιοχή της δυτικής Βαλκανικής όπου εμπίπτει και δύναται να διευρυνθεί η εμβέλειά της.

4.3 Στόχοι και δράσεις του στρατηγικού σχεδιασμού
Ο ρόλος του ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού σε κάθε περίπτωση όπως και σε αυτή των Ιωαννίνων επιφορτίζεται από το όραμα και τους στόχους που θέτει. Θεμελιώδεις αρχές όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η χωρική ισότητα και η εδαφική συνοχή αποτελούν τη βάση στην οποία θα στηριχθεί το συνολικό εγχείρημα. Από το αναπτυξιακό όραμα προκύπτουν οι επιμέρους άξονες που με τη σειρά τους εξειδικεύονται σε δράσεις.

Το αναπτυξιακό όραμα για τα Ιωάννινα που προκύπτει απ' την αξιολόγηση των δεδομένων του περιβάλλοντος και που δύναται να τεθεί από τις τοπικές αρχές για τον σχεδιασμό της πόλης συνοψίζεται ως εξής: Εδραίωση της πόλης και της ευρύτερης περιοχής ως πρωτεύων αναπτυξιακός πόλος της χώρας και της δυτικής Βαλκανικής και ανάδυσή της ανταγωνιστικότητάς της σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ζητούμενο αποτελεί η βελτίωση της προσπελασιμότητας της περιοχής, ο ολοκληρωμένος σχεδιασμός για την προστασία, αναβάθμιση και ανάδειξη του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος με παρεμβάσεις εκτεταμένου χαρακτήρα και την υιοθέτηση βιώσιμου και μακροπρόθεσμου προτύπου ανάπτυξης συμβατού με τη φυσιογνωμία της περιοχής και με την επιβεβλημένη υιοθέτηση ρεαλιστικών στόχων που πηγάζει από την περιορισμένη ύπαρξη πόρων. Η ανταπόκριση της τοπικής κοινωνίας και των αρχών που επιφορτίζονται με σημαντικούς ρόλους κρίνεται απαραίτητη, ενώ η ανάπτυξη του μάρκετινγκ του τόπου δύναται να προωθήσει τη συνολική προσπάθεια και να επιδώσει ευρύτερα την ταυτότητα, τα πλεονεκτήματα και την τοπική παράδοση που θα προσελκύσει ανθρώπινους και μη πόρους για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας, της εξωστρέφειας και του τουρισμού με θεματικές μορφές τόσο στα Ιωάννινα όσο και στην υπόλοιπη Ήπειρο της οποίας αποτελούν κέντρο. Η αστική ανάπτυξη επιθυμείται και επιβάλλεται να διαχέεται στην υπόλοιπη ενδοχώρα της περιφέρειας μέσω δικτυακών σχέσεων και να μην λειτουργεί πολωτικά προς αυτήν.

Εξειδικεύοντας το αναπτυξιακό όραμα του στρατηγικού σχεδιασμού σε άξονες και ενδεικτικές δράσεις προκύπτουν τα εξής:
1. Βελτίωση των υποδομών:
Αναφέρεται ο εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων και η υλοποίηση νέων υποδομών όλων των κατηγοριών:
Ολοκλήρωση του δικτύου αυτοκινητοδρόμων που διέρχονται από τα Ιωάννινα και την ευρύτερη περιοχή (οριζόντιος άξονας Εγνατίας οδού και κατακόρυφος άξονας Ιόνιας οδού), ολοκλήρωση περιφερειακού δακτυλίου Ιωαννίνων, βελτίωση ποιότητας τοπικού οδικού δικτύου.
Μελετητική ωρίμανση κατασκευής σιδηροδρομικής Εγνατίας ούτως ώστε να ξεκινήσει μεσοπρόθεσμα ή και μακροπρόθεσμα όπου θα υπάρχουν διαθέσιμα κονδύλια.
Ολοκλήρωση έργων αναβάθμισης αερολιμένα Ιωαννίνων ούτως ώστε να προστεθούν νέοι προορισμοί εξωτερικού όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια σε πολλά περιφερειακά αεροδρόμια της χώρας.
Προώθηση Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (αστικά λεωφορεία και ενδεχομένως στο μέλλον τραμ) μέσω επιδοτήσεων από ευρωπαϊκά κονδύλια και προγράμματα για τον εκσυγχρονισμό τους, την αύξηση των δρομολογίων και της επιδότησης της τιμής του κομίστρου.
Προώθηση ποδηλάτου ως μέσο μετακίνησης και κατασκευή αντίστοιχων υποδομών.
Δημιουργία ολοκληρωμένου δικτύου πεζοδρόμων στο κέντρο της πόλης για την εξυγίανση της εικόνας του.
Διερεύνηση επάρκειας κοινωνικών υποδομών στο δήμο Ιωαννιτών και ποιότητας εξυπηρέτησης (εκπαίδευση, υγεία, χώροι πρασίνου).
Εφαρμογή ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και εξυπηρέτησης στις τοπικές υπηρεσίες για τη διευκόλυνση των πολιτών.
Προώθηση προγράμματος ανακύκλωσης στην πόλη και στους περιαστικούς οικισμούς με την εξασφάλιση και εγκατάσταση αντίστοιχων υποδομών.
Ολοκληρωμένος πολεοδομικός σχεδιασμός χρήσεων γης στον αστικό και εξωαστικό χώρο για την χωροθέτηση επιχειρήσεων στους υφιστάμενους υποδοχείς (ΒΙΠΕ - Επιστημονικό και Τεχνολογικό πάρκο) και δημιουργία νέων σε περιοχές ενδεδειγμένες από τα ανώτερα επίπεδα σχεδιασμού.

2. Παροχή κινήτρων και εγκατάσταση απαραίτητων υπηρεσιών για την πραγματοποίηση επενδύσεων:
Σε αυτόν τον άξονα αναλύονται δράσεις για την ανάπτυξη και την εξωστρέφεια της τοπικής οικονομίας μέσω της προσέλκυσης επενδύσεων
Επιβολή χαμηλών χρεώσεων στον αερολιμένα Ιωαννίνων για την προσέλκυση νέων αεροπορικών εταιριών.
Χρήση αερολιμένα Ιωαννίνων ως εμπορευματικός εκτός από πολιτικός.
Βελτίωση της εικόνας και προώθηση παραγωγικών υποδοχέων μεταποιητικής και εμπορικής δραστηριότητας μέσω χρήσης νέων και καινοτόμων τεχνολογιών που αναπτύσσονται στο επιστημονικό και τεχνολογικό πάρκο της πόλης.
Ολοκληρωμένη συνεργασία τοπικών αρχών, πανεπιστημίου, επιμελητηρίων και τοπικών επιχειρήσεων για την αύξηση της επιχειρηματικότητας και συγκρότησης συλλογικής προσπάθειας για την αναστροφή των αρνητικών οικονομικών συγκυριών στην τοπική οικονομία.

3. Προβολή της εικόνας της πόλης μέσα από τον πολιτισμό:
Σε αυτό τον άξονα αναλύονται δράσεις για την προώθηση και την αισθητική
αναβάθμιση της εικόνας της πόλης μέσω της τοπικής ιστορίας και παράδοσης.
Διερεύνηση για την αποκατάσταση του χώρου του στρατοπέδου Βελισσαρίου όταν απομακρυνθεί για την ανάπτυξη μητροπολιτικού πάρκου, τη μετεγκατάσταση διοικητικών υπηρεσιών της πόλης, καθώς και δημιουργία πολιτιστικών χώρων και χώρων αναψυχής. Ο συγκεκριμένος χώρος προσφέρεται για την πραγματοποίηση πολεοδομικής παρέμβασης εκτεταμένης εμβέλειας που θα επιφέρει σημαντική πολεοδομική εξυγίανση της πόλης.
Αξιοποίηση εθνικών και ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων για την αναβάθμιση και την εύρυθμη λειτουργία των πολιτιστικών υποδομών της πόλης.
Δημιουργία θεματικών περιπάτων σε ενοποιημένους άξονες στο ιστορικό κέντρο και στην παραλίμνια περιοχή.
Ανάδειξη της πόλης και ιδιαίτερα της λίμνης ως κέντρο κωπηλασίας για τη διεξαγωγή μεγάλων αγωνιστικών διοργανώσεων.
Σύνταξη και προώθηση σχεδίου Μάρκετινγκ της πόλης που θα βασίζεται στην μακραίωνη ιστορία και το αξιόλογο πολιτιστικό απόθεμα της πόλης, καθώς και στον φυσικό πλούτο ολόκληρης της Ηπείρου. Συγκεκριμένα τα αξιόλογα στοιχεία για την προβολή της πόλης αποτελούν τα τοπιολογικά της στοιχεία (λίμνη, κάστρο, ιστορικό κέντρο και ορεινοί όγκοι).

Για την αποτελεσματική εφαρμογή των παραπάνω δράσεων απαραίτητη είναι η συνεργασία και η επικοινωνία των διαφόρων επιπέδων διακυβέρνησης (τοπικοί φορείς, πολίτες και δημόσια διοίκηση), οι οποίοι καλύπτουν και υποστηρίζουν τις προτεινόμενες δράσεις. Ο στρατηγικός σχεδιασμός δεν θα πρέπει να υποκαθιστά ούτε να ακυρώνει τις αποφάσεις και τον σχεδιασμό των αρμόδιων φορέων, αλλά να επιδιώκει να βελτιστοποιήσει το συνολικό αποτέλεσμα όλων, επισημαίνοντας κενά, επικαλύψεις και γενικά τα προβλήματα που προκύπτουν από έλλειψη συντονισμού και διακυβέρνησης της πόλης και των γύρω αυτής αναπτυσσόμενων οικισμών ως ενιαίο σύνολο. 

Σημαντικός είναι ο ρόλος του υπερκείμενου σχεδιασμού, ο οποίος έχει στρατηγικό χαρακτήρα, καθώς ενδεδειγμένες θεωρούνται οι κατευθύνσεις του, οι οποίες αποτελούν δεδομένα εισόδου που θα επεξεργαστούν και θα εξειδικευτούν σε τοπικό επίπεδο. Σημαντικός είναι και ο ρόλος της διαβούλευσης μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων διακυβέρνησης, οι οποίοι αλληλεπιδρούν σημαντικά. Κάθε εμπλεκόμενος φορέας επιφορτίζεται με διάφορους ρόλους και έργα. Η κεντρική διοίκηση μέσω του σχεδιασμού αναδεικνύει τη θέση της πόλης σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, την εντάσσει σε αναπτυξιακούς άξονες και συνθέτει το γενικό παραγωγικό πρότυπο, ενώ προγραμματίζει τις υποδομές εθνικής εμβέλειας και τις υλοποιεί είτε αμιγώς είτε σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα. Επίσης είναι υπεύθυνη για την εξεύρεση και απρόσκοπτη εξασφάλιση χρηματοδοτικών εργαλείων, τόσο για την υλοποίηση των μεγάλων υποδομών όσο και για τη χρηματοδότηση των κατώτερων επιπέδων διακυβέρνησης (κοινοτικά πλαίσια στήριξης, πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, κονδύλια σε δήμους, εκπαίδευση, υγεία - πρόνοια κλπ). 

Η περιφερειακή διοίκηση εξειδικεύει τον σχεδιασμό της κεντρικής διοίκησης λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της περιοχής, ενώ είναι υπεύθυνη για τη ροή της χρηματοδότησης και την υλοποίηση μεγάλων υποδομών και γενικότερα για την ισόρροπη δικτύωση της πόλης με την περιφερειακή ενδοχώρα. Συγκεκριμένα, η περιφερειακή διοίκηση είναι υπεύθυνη μέσω του περιφερειακού σχεδιασμού για την κατανομή των ευρωπαϊκών πόρων που προέρχονται από τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης και από διάφορα άλλα προγράμματα (π.χ. JESSICA) και ο ρόλος της είναι κομβικός ανάμεσα στο κράτος και στο τοπικό επίπεδο της δημοτικής διακυβέρνησης. Η δημοτική αρχή επιφορτίζεται με τον σχεδιασμό και τη λειτουργία του αστικού περιβάλλοντος και αποτελεί τον άμεσα υπεύθυνο για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της πόλης σε θέματα παιδείας, πολιτισμού, αθλητισμού και κοινωνικής εξυπηρέτησης κ.ά. μέσω των επιμέρους υπηρεσιών της. Παράλληλα αναπτύσσει δίκτυα συνεργασίας με τους υπόλοιπους τοπικούς φορείς που συμβάλλουν στην τοπική ανάπτυξη (πανεπιστήμιο, ΜΚΟ, επιμελητήρια). Στην εφαρμογή του στρατηγικού σχεδιασμού επιτελεί τον σημαντικότερο ρόλο που έχει να κάνει με την εποπτεία της διαδικασίας και της προβολής της εικόνας της πόλης στον υπόλοιπο κόσμο.

5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Ο σκοπός του στρατηγικού σχεδιασμού των πόλεων έχει σαν στόχο να καταστήσει τις πόλεις ανταγωνιστικές κατά τα νέα πρότυπα διεθνοποίησης, εμβαθύνοντας στα συγκριτικά πλεονεκτήματα και στις δυνατότητες. Οι σύγχρονες πόλεις συγκεντρώνουν την πλειοψηφία των δραστηριοτήτων, καθώς και μεγάλο ποσοστό του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς αποτελούν θύλακες κοινωνικής και πολιτισμικής ολοκλήρωσης. Η ενσωμάτωση του στρατηγικού σχεδιασμού στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις αποτελεί γεγονός τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Στην Ελλάδα, ωστόσο η άναρχη εξάπλωση των πόλεων και η σημαντική κωλυσιεργία των αρχών ως προς την παραγωγή σχεδιασμού στρατηγικού χαρακτήρα καθιστούν τη διαδικασία αργή και δύσκολη. 
Τα πρώτα σχέδια (αστικής και μητροπολιτικής εμβέλειας) που συντάχθηκαν από τα μέσα της δεκαετίας του '80 και μετά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ ή εφαρμόστηκαν σε περιορισμένο βαθμό. Το έναυσμα άρχισε να δίνεται με το χαρακτηριστικό παράδειγμα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Τα διάφορα χωρικά σχέδια που συντάχθηκαν κατά την τελευταία δεκαετία εμπεριέχουν σε ένα βαθμό και στρατηγικό χαρακτήρα, ενώ αμιγώς στρατηγικό χαρακτήρα έχουν και τα δημοτικά επιχειρησιακά σχέδια που συντάχθηκαν κατά τη διάρκεια της τελευταίας πενταετίας. Τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα δεν είναι ιδιαίτερα εμφανή, καθώς η κεντρική διοίκηση δεν έχει αποδώσει πλήρως την πρέπουσα σημασία.

Η μελέτη περίπτωσης των Ιωαννίνων ανέδειξε ένα από τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, στο οποίο ο στρατηγικός σχεδιασμός δύναται να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στην τοπική ανάπτυξη. Από τις παρεμβάσεις που έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα στην περιοχή ορισμένες έχουν επιφέρει αποτελέσματα, ενώ υπήρξαν και αυτές που δεν απέδωσαν, καθώς ήταν αποσπασματικές και δεν βασίζονταν σε κάποιου είδους σχεδιασμό που θα τις καθιστούσε λειτουργικές. Η ύπαρξη ενός σχεδίου για την πόλη και την ευρύτερη αστική περιοχή, το οποίο θα αποτελεί προϊόν συλλογικής προσπάθειας αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για την αναδιοργάνωση του αστικού τοπίου. Με τη συλλογική προσπάθεια νοούνται οι συμβαλλόμενοι διοικητικοί και μη φορείς απ' όλες τις κλίμακες που έχουν τη δυνατότητα με το έργο τους να συμβάλλουν στην αναδιοργάνωση του περιβάλλοντος και στην ευημερία της τοπικής κοινωνίας. Μεταξύ των φορέων απαιτείται οριζόντιος και κατακόρυφος συντονισμός και διαβούλευση, οι οποίοι εκτός από τη διαδικασία του σχεδιασμού θα επιμεριστούν και την εφαρμογή του. Η υλοποίηση δράσεων στην τρέχουσα περίοδο προσκρούει στην υφεσιακή πορεία της οικονομίας και ως εκ τούτου απαιτούνται περισσότερο από ποτέ στοχευμένες παρεμβάσεις, καθώς αυτές θα επιτρέψουν την αναστροφή της τοπικής κοινωνίας και θα εδραιώσουν την περιοχή ως δυναμικό πόλο ανάπτυξης στην Ελλάδα και στην ευρύτερη επικράτεια.

Υποσημειώσεις :
(1)Ως φυσικός σχεδιασμός ορίζονται οι παρεμβάσεις που τροποποιούν την υλική ή φυσική (physical) μορφή και οργάνωση του χώρου (Οικονόμου, 2008).
(2) Η κεντρική ιδέα του μοντέρνου κινήματος περιλάμβανε τις πράσινες ζώνες, την αραιή δόμηση και τα ψηλά κτίρια (Ανδρικοπούλου κ. α., 2007).

Ως ανταγωνιστικότητα ορίζεται η ικανότητα των επιχειρήσεων, των περιφερειών, των χωρών να παράγουν -εφόσον έχουν εκτεθεί στο διεθνή ανταγωνισμό - υψηλά επίπεδα εισοδήματος και απασχόλησης (Organization for Economic Co-operation and Development, 1996, όπως αναφέρεται στο Μεταξάς και Αυγερινού, 2004).
(4) Βλ. Νόμο 1650/86 «Για την προστασία του περιβάλλοντος»
(5) Βλ. Νόμο 996/ 71 «Περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ. 86/69 περί Δασικού Κώδικος»

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Άρθρα
Μεταξάς Θ. και Αυγερινού Β. (2004) Ανταγωνιστικότητα και Μάρκετινγκ της Πόλης: Η περίπτωση των Ολυμπιακών Αγώνων ως «Mega» Γεγονότα', ΤΜΧΠΠΑ: Σειρά Ερευνητικών Εργασιών 10 (15), 375-406
Μεταξάς Θ. και Λαλένης Κ. (2006) 'Ο Στρατηγικός Σχεδιασμός ως τύπος σχεδιασμού και ως εργαλείο αποτελεσματικής αστικής διαχείρισης', Αειχώρος 5(1), 4¬37
Οικονόμου Δ. και Πετράκος Γ. (2005) 'Πολιτικές οικιστικής ανάπτυξης και πολεοδομικής οργάνωσης στην Ελλάδα' στο Οικονόμου Δ. και Πετράκος Γ. (επ.) Η ανάπτυξη των ελληνικών πόλεων, Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας,413-46

Βιβλία
Ανδρικοπούλου Ε., Γιαννακού Α., Καυκαλάς Γ., Πιτσιάβα-Λατινοπούλου Μ. (2007) Πόλη και Πολεοδομικές Πρακτικές για την Βιώσιμη Αστική Ανάπτυξη, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική

Μελέτες
Ενδιάμεση Διαχειριστική Αρχή Περιφέρειας Ηπείρου (2007), Σχέδιο Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης Ιωαννίνων και ευρύτερης περιοχής
ΥΠΕΧΩΔΕ (2008), Ρυθμιστικό Σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας περιβάλλοντος του οικιστικού συγκροτήματος Ιωαννίνων
Αδημοσίευτα κείμενα
Γκάμα Ε. (2006) Από τον καθολικό στο στρατηγικό σχεδιασμό: η ευρωπαϊκή και η ελληνική πρακτική. Το παράδειγμα του Bercy στο Παρίσι και των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Οικονόμου Δ. (2008) Χωροταξική Πολιτική, Σημειώσεις, Βόλος: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Παπασπύρου Α. (2009) 'Πολεοδομική Ιστορία των Ιωαννίνων', Αθήνα: Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο

Θεσμικά κείμενα
Νομοθετικό Διάταγμα 1923, Περί Σχεδίων Πόλεων, Κωμών και Συνοικισμών του Κράτους και οικοδομής αυτών
Νόμος 996/1971, Περί αντικαταστάσεως και συμπληρώσεως διατάξεων τινών του Ν.Δ. 86/69 περί Δασικού Κώδικος, Φ. Ε. Κ. Α' 192
Νόμος 947/1979, Περί Οικιστικών Περιοχών, Φ.Ε.Κ. Α' 169
Νόμος 1337/1983, Επέκταση των Πολεοδομικών Σχεδίων, Οικιστική Ανάπτυξη και Σχετικές Ρυθμίσεις, Φ.Ε.Κ. 33 Α'
Νόμος 1650/1986, Για την προστασία του περιβάλλοντος, Φ.Ε.Κ. 160 Α'
Νόμος 2508/1997, Βιώσιμη Οικιστική Ανάπτυξη των Πόλεων και Οικισμών της Χώρας και Άλλες Διατάξεις, Φ. Ε.Κ. 124 Α'
ΥΠΕΧΩΔΕ (2008), Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΓΠΧΣΑΑ), Φ.Ε.Κ. 128 Α'
Διαδίκτυο
Ελληνική Στατιστική Αρχή (2012) Ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της απογραφής πληθυσμού - κατοικιών 2011 για το μόνιμο πληθυσμό της χώρας (διαθέσιμο στο: http://www.tovima.gr/files/1/2012/12/28/apografi2011.pdf, πρόσβαση στις 24.05.2013)

1 σχόλιο :

  1. Καλό θα ήταν να σκεφτόμαστε για ΠΟΙΟΥΣ αποφασίζουμε όταν αποφασίζουμε να δράσουμε σε ένα χώρο. Ο χώρος δεν είναι πρωτίστως εμπόρευμα, αλλά αγαθό γι αυτούς που ζουν σ αυτόν. Δεν υπάρχει στα παραπάνω πρόταση δράσης σ αυτή την κατεύθυνση.
    Καλό θα ήταν επίσης να βλέπουμε και "πέρα από τη μύτη μας" όταν θα "σχεδιάσουμε στρατηγικά" - αυτό που λέμε βιωσιμότητα. (Όσον αφορά στη Βαρκελώνη για παράδειγμα, τα έργα άρχισαν να υλοποιούνται με αφορμή την συμμετοχή στους Ολυμπιακούς, αλλά με στόχο να αναβαθμίσουν τις ζωές τους. Και υπήρξαν πολλά θετικά βεβαίως - η θάλασσα προσβάσιμη για όλους και πρωτίστως γι αυτούς που ζουν δίπλα κ.α.)
    Η γνώμη μου είναι ότι δεν είναι βιώσιμη η τοποθέτηση υπερ του "citybranding" και βέβαια υπάρχει αμέτρητη βιβλιογραφία που το τεκμηριώνει αυτό.
    Μ.Φίλιππα
    Αρχιτέκτων μηχανικός Ε.Μ.Π.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.