Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

Η ανοιχτή καινοτομία ως εφαλτήριο για τη δημιουργία ενός νέου επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Οι χωρικές επιπτώσεις.

#ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΥΤμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Στην σημερινή οικονομία της γνώσης, η καινοτομία αποτελεί αδιαμφισβήτητα έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της ανάπτυξης και θεμελιώδης στοιχείο του επιχειρηματικού πνεύματος. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την έννοια της ανοιχτής καινοτομίας, τόσο από την ακαδημαϊκή κοινότητα όσο και από τους επιχειρηματικούς κύκλους. Το νέο αυτό είδος της καινοτομίας υποθέτει ότι οι επιχειρήσεις εκτός από τις εσωτερικές ιδέες και διαδρομές στην αγορά πρέπει να χρησιμοποιούν και τις εξωτερικές. 
Με τον τρόπο αυτό τα όρια της επιχείρησης με το περιβάλλον γίνονται πιο διαπερατά και οι καινοτομίες μπορούν εύκολα να μεταφερθούν προς τα μέσα και προς τα έξω. Συνεπώς οι ιδέες, τα συστήματα οργάνωσης και διανομής όπως και η έρευνα και ανάπτυξη δεν προέρχονται μόνο από την επιχείρηση αλλά και από εξωτερικές πηγές.
Η παρούσα μελέτη ασχολείται με ζητήματα που αφορούν την επίδραση της ανοιχτής καινοτομίας στο Εθνικό Σύστημα Καινοτομίας. Για το λόγο αυτό αναλύονται οι μεταβολές που απαιτούνται στους βασικούς παίκτες (επιχειρήσεις, έρευνα και εκπαίδευση, χρηματοδοτικοί φορείς, θεσμοί) ώστε να διευκολυνθεί η παρουσία της και να εδραιωθεί ως στρατηγική. 
Στην κατεύθυνση αυτή μελετάται το κρίσιμο ζήτημα του μεγέθους της επιχείρησης και οι δυνατότητες για βελτίωση του τομέα της έρευνας και της ανάπτυξης. Ειδικότερα όσο αναφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που δεν διαθέτουν πόρους για εφαρμοσμένη έρευνα, η αποτελεσματική τους δικτύωση παραμένει η μόνη λύση για την διευκόλυνση της ανοιχτής καινοτομίας. 
Μελετάται επίσης το ζήτημα της βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, της διαμόρφωσης του αναγκαίου θεσμικού πλαισίου και οι αναγκαίες συνθήκες για χρηματοδότηση. Η αρχική αυτή υπόθεση που αφορά την ανάγκη ενός ικανού Εθνικού Συστήματος Καινοτομίας που θα στηρίξει την ανοιχτή καινοτομία προκύπτει από τις πιέσεις της οικονομίας και της ίδιας της κοινωνίας ενώ ταυτόχρονα προκύπτει η συνεισφορά της ανοιχτής καινοτομίας στην μεταβολή του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Υποθέτουμε επίσης ότι οι μεταβολές στο Εθνικό Σύστημα Καινοτομίας αναμένεται να επιφέρουν χωρικές επιπτώσεις και πιθανή αύξηση του μεγέθους των αστικών κέντρων. Δεδομένου ότι η καινοτομία αποτελεί την κινητήριο δύναμη της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης, η χωρική οργάνωση αυτής δεν μπορεί παρά να αποτελεί τον καταλύτη για την καινοτομική δραστηριότητα. Στη συγκεκριμένη μελέτη συνοψίζονται τα παραπάνω θέματα, με σκοπό μια θεωρητική προσέγγιση των χωρικών επιπτώσεων που προκυπτουν από την ανοιχτή καινοτομία. Ειδικότερα μελετάται η πιθανή επίδραση της ανοιχτής καινοτομίας στις αστικές και μη αστικές περιοχές. Ωστόσο, σε ένα αβέβαιο διεθνοποιημένο ανταγωνιστικό περιβάλλον, η χωρική διάσταση της ανοιχτής καινοτομίας μπορεί να διευρυνθεί τόσο σε εθνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Λαμβάνοντας υπόψη έρευνες που έχουν γίνει για χώρες όπως το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η αλυσίδα αξίας της καινοτομίας είναι αυτή που επιφέρει χωρικές επιπτώσεις. Παρουσιάζονται επίσης οι πιθανές μεταβολές που θα επιφέρει η εφαρμογή της στις αναδυόμενες οικονομίες. Τέλος το μέγεθος των επιχειρήσεων, ο βαθμός έντασης του ρόλου του διαμεσολαβητή, του ρόλου των πανεπιστημίων και της κυβέρνησης φαίνεται να καθορίζει τις επιπτώσεις που θα έχει στο χώρο η ανοιχτή καινοτομία.
Η μελέτη βασίζεται στην υπάρχουσα βιβλιογραφία και σε άρθρα. Επιπλέον έχουν αξιοποιηθεί διαθέσιμα στοιχεία του διαδικτύου.

1. Εισαγωγή
Στην σημερινή εποχή, η παγκοσμιοποίηση και οι ραγδαίες εξελίξεις στην τεχνολογία επιβάλλουν νέους τρόπους διαχείρισης της επιχειρηματικότητας και επαναπροσδιορισμό του τρόπου λειτουργίας των επιχειρήσεων. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πια, ότι η καινοτομία είναι η απάντηση στην ιλιγγιώδη ταχύτητα με την οποία τρέχουν οι εξελίξεις αυτές, ώστε η επιχείρηση να μπορέσει να επιβιώσει σε ένα τόσο πιεστικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον. Άλλωστε δεν είναι λίγα τα παραδείγματα παγκοσμίως όπου οι καινοτόμες επιχειρηματικές δράσεις και οι νέες ιδέες έβγαλαν από το τέλμα πολλές επιχειρήσεις ή ανέδειξαν νέες και οδήγησαν στην παραγωγή προϊόντων, ικανών να ανταπεξέλθουν στις έντονες απαιτήσεις της σημερινής κοινωνίας.
Όσο αλλάζει όμως το σκηνικό στην οικονομία, τόσο πιο έντονη είναι η ανάγκη για αλλαγές και στην διαχείριση της καινοτομίας, η οποία απαιτεί ανανεωμένο τρόπο σκέψης και αναγκάζει τις εταιρίες να ανοίξουν τις διαδικασίες της καινοτομίας (Chesbrough, 2003). Αυτός είναι ο λόγος που ο Chesbrough επινόησε τον όρο της ανοιχτής καινοτομίας που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η στροφή από το κλειστό παραδοσιακό επιχειρηματικό μοντέλο, όπου η γέννηση της ιδέας και η εμπορευματοποίηση αυτής πραγματοποιήθηκαν εσωτερικά, χρησιμοποιώντας εσωτερικούς πόρους μόνο, σε ένα άλλο, ανοιχτό μοντέλο που συνδυάζει εσωτερικές και εξωτερικές πηγές κατά μήκος ολόκληρης της διαδικασίας καινοτομίας. (Chesbrough, 2003). Το νέο αυτό μοντέλο χαρακτηρίζεται από ευελιξία και προϋποθέτει την χρήση τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών ιδεών και διαδρομών στην αγορά με σκοπό την προώθηση της τεχνολογίας.
Η τάση για στρατηγικές ανοιχτής καινοτομίας αποτελεί ένα γνήσιο φαινόμενο και γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη στον επιχειρηματικό κόσμο. Το γεγονός αυτό έχει συνέπειες για το οικοσύστημα και τους παίκτες. Οι συνέπειες αυτές δεν είναι ακόμη σαφής. Πιθανότατα κάποιες επιχειρήσεις να το εκλάβουν ως ευκαιρία να εισαχθούν σε νέες αλυσίδες αξίας ενώ άλλες να αναγκαστούν να προχωρήσουν σε αλλαγή της αλυσίδας αξίας τους λειτουργώντας ως ανταγωνιστές πια στις υφιστάμενες επιχειρήσεις. Το σίγουρο είναι πως το επιχειρηματικό περιβάλλον αλλάζει και η μεταβολή που επιφέρει η νέα αυτή τάση δημιουργεί έντονες συζητήσεις που παρέχουν την ένδειξη ότι κάτι ενδιαφέρον υπάρχει. (Gassmann, et al., 2010).
Τα θέματα που θα μας απασχολήσουν στο παρόν είναι αυτά που αφορούν τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των πανεπιστημίων και της βιομηχανίας με αποτέλεσμα να επηρεάζεται το σύστημα καινοτομίας, η ανάγκη για ένα νέο θεσμικό περιβάλλον που θα πλαισιώνει επιτυχώς τις μεταβολές, ο ρόλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος ώστε να καταστεί δυνατή η εδραίωση της ανοιχτής καινοτομίας. Τέλος θα εξεταστούν οι χωρικές επιπτώσεις που μπορεί να επιφέρει η αλλαγή αυτή στο επιχειρηματικό περιβάλλον και το αντίκτυπο που αυτή θα έχει στο χώρο.


2. Αποσαφήνιση της έννοιας της ανοιχτής καινοτομίας και ο σημαντικός ρόλος της γνώσης ως βασικό συστατικό της.
Σε ένα παραδοσιακό κλειστό μοντέλο καινοτομίας, η σύλληψη και η ανάπτυξη προϊόντων ή υπηρεσιών γίνεται εξολοκλήρου από την ίδια την επιχείρηση. Η γνώση σε αυτή την περίπτωση δεν περνά τα όρια της επιχείρησης. Αντίθετα η περίπτωση του ανοιχτού επιχειρηματικού μοντέλου βασίζεται στην μετάδοση και τη χρήση της γνώσης πέρα από τα όρια της επιχείρησης. Σε αυτή την περίπτωση η επιχείρηση μπορεί να εκμεταλλευτεί γνώση και από το εξωτερικό της περιβάλλον ή να επιδιώξει να πουλήσει τη δική της γνώση όταν αυτή δεν ταιριάζει με τον πυρήνα της, δημιουργώντας έτσι ακόμη και νέες επιχειρήσεις.
Για την καλύτερη κατανόηση της έννοιας της ανοιχτής καινοτομίας αξίζει να αναφέρουμε ότι οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί θα πρέπει να είναι ανοιχτοί σε γνώσεις εκτός των συνόρων τους, ανεξαρτήτως αν αυτές είναι διαθέσιμες ή αν πρέπει να αγοραστούν. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου οι κάτοχοι μιας ιδέας αδυνατούν να την αξιοποιήσουν κι έτσι δεν δημιουργούν αξία με συνέπεια η οικονομία και η κοινωνία να χάνει κάποιο όφελος από την απώλεια αυτής της αξίας. Επιπλέον είναι κρίσιμης σημασίας η καλλιέργεια της προθυμίας μιας επιχείρησης να αφήσει ελεύθερη την γνώση έναντι κάποιας αμοιβής, αναπτύσσοντας έτσι νέες αγορές και δημιουργώντας μια νέα επιχειρηματική στρατηγική που έχει ως αρχή ότι μια κλεισμένη ιδέα δεν έχει όφελος και η πώληση της σε αντίπαλη επιχείρηση δεν είναι απαραιτήτως κακή για την δική της. Η διάχυση των ιδεών και της γνώσης θα επιφέρει ενδυνάμωση των αγορών (Levy & Reid, 2011). Οι περιπτώσεις όπως αυτές των Amazon και KLM επιδιώκουν καλύτερη διαχείριση της αλυσίδας εφοδιασμού απορροφώντας καινοτομίες από το εξωτερικό περιβάλλον και επιδιώκοντας έμμεσο εμπορικό κέρδος από την μεγαλύτερη αποδοτικότητα
Στο σημείο αυτό είναι αναγκαία η διευκρίνηση ότι η εξωτερική γνώση δεν έχει ουδεμία σχέση με το λεγόμενο suggestion box, που είναι ουσιαστικά οι απόψεις των πελατών. Η προσέγγιση αυτή υποτιμά την έννοια της ανοιχτής καινοτομίας και είναι περισσότερο μια επιχειρηματική πρακτική παρά μια ανοιχτή στρατηγική καινοτομίας. Επιπλέον προκαλεί σύγχυση σχετικά με την οποιαδήποτε γνώση μπορεί να μεταφερθεί. Για την αποφυγή της σύγχυσης αυτής η ανοιχτή καινοτομία πρέπει να μελετηθεί ανάλογα με κάποια μορφή συνεργασίας. Δηλαδή ως μια γνήσια προγραμματισμένη ροή γνώσης πέρα από τα σύνορα της επιχείρησης ή ακόμη και ροή γνώσης της οποία η ανάπτυξη δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει χωρίς κάποια μορφή συνεργασίας με σκοπό την καινοτομική δραστηριότητα (Tidd, et al., 2005).
Εξίσου σημαντική είναι η διευκρίνιση σχετικά με τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ ανοιχτών πηγών (Adroid, Linux κλπ) και ανοιχτής καινοτομίας. Η ανάπτυξη μιας τέτοιας τεχνολογίας δεν σημαίνει ότι δεν προήλθε μέσω ανοιχτής καινοτομίας, δεν αποτελεί η ίδια όμως ανοιχτή καινοτομία (Levy & Reid, 2011). Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την αντιπαράθεση κλειστής και ανοιχτής καινοτομίας έχουν τα παραδείγματα της Apple και της Google. Η Apple έχει τον απόλυτο έλεγχο των προϊόντων και δεν επιτρέπει τροποποιήσεις. Αντίθετα η στρατηγική της Google είναι ανοιχτή σε ότι αφορά το λειτουργικό σύστημα, επιτρέποντας έτσι στον τελικό καταναλωτή άριστη πρόσβαση, διατηρώντας όμως τον έλεγχο άλλων στοιχείων της αλυσίδας όπως αλγόριθμους αναζήτησης και διαφημιστικά δεδομένα. Ουσιαστικά η Google επιλέγει σε ποιο σημείο της αλυσίδας θα ανοίξει (Wu, 2010)

3. Η ικανότητα συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο νέο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η ανοιχτή καινοτομία δεν μπορεί παρά να επηρεάζει και τις ΜΜΕ ο αριθμός των οποίων είναι μεγάλος σε όλες τις οικονομίες και ο ρόλος τους εξαιρετικά κρίσιμος για την λειτουργία του συστήματος. Με την καθιέρωση της νέας στρατηγικής γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική η ανάγκη για επαναπροσδιορισμό του ρόλου τους στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Αν και υπάρχει μελέτη που αποκλείει την ανοιχτή καινοτομία από τις ΜΜΕ, εμπειρικά η ανάδειξη της επιτυχίας των ΜΜΕ της Κορέας αποτελεί απάντηση στις οποιεσδήποτε αμφιβολίες υπάρχουν σχετικά με την ικανότητα μικρών επιχειρήσεων να συμμετέχουν αποτελεσματικά στο νέο περιβάλλον.
Σύμφωνα με τον West, οι ΜΜΕ έχουν μικρότερη ικανότητα πρόσβασης στους εξωτερικούς πόρους, χρησιμοποιούν γνώσεις και τεχνολογίες που ήδη υπάρχουν από μεγάλες επιχειρήσεις και τέλος ενδιαφέρονται κυρίως για το τελικό στάδιο που είναι το marketing, αντίθετα με τις μεγάλες επιχειρήσεις που παρατηρείται έντονη ενασχόληση με θέματα που αφορούν τα πρώτα στάδια (τεχνολογία, δικτύωση κ.α) (West & Lakhani, 2008). Οι αδυναμίες αυτές αποτελούν λόγους αποκλεισμού των ΜΜΕ από τη διαδικασία της ανοιχτής καινοτομίας.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν μελέτες οι οποίες εντοπίζουν τις αδυναμίες και προσπαθούν να βελτιώσουν τις δυνατότητες των ΜΜΕ με σκοπό την συμμετοχή τους στην διαδικασία, χωρίς να παραβλέπουν τα σημαντικά υπάρχοντα μειονεκτήματα. Το μέγεθος των επιχειρήσεων αυτών προσδίδει ευελιξία και ικανότητα δημιουργίας νέων ιδεών. Όμως η έλλειψη πόρων και δυνατοτήτων συνεχίζουν να αποτελούν τροχοπέδη στην συμμετοχή τους στην ανοιχτή καινοτομία (Barney & Clark, 2007). Η καθιέρωση όμως ενός δικτύου διαμεσολάβησης θα κάνει δυνατή τη συνεργασία και την εξειδίκευση, δημιουργώντας ένα μοντέλο για τις ΜΜΕ πιο αποτελεσματικό (Lee, et al., 2010). Επιπλέον δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι ΜΜΕ έχουν το όραμα αλλά στερούνται διευθυντικών δεξιοτήτων, γεγονός απαγορευτικό για περαιτέρω βελτίωση της παρουσίας τους στο νέο επιχειρηματικό σκηνικό. Γι αυτό και προτείνεται η χρήση πρώην διευθυντικών επιχειρηματικών στελεχών με σκοπό την αποφυγή λαθών σε ότι αφορά τη διοίκηση (Chesbrourgh, et al., 2011) και την αντιμετώπιση της απειρίας που έχουν οι ΜΜΕ στην διαχείριση της πνευματικής ιδιοκτησίας (Levy & Reid, 2011).
Για την επιτυχή συμμετοχή των ΜΜΕ στην διαδικασία της ανοιχτής καινοτομίας, από την οποία προκύπτουν σημαντικά οφέλη, απαιτούνται αλλαγές σε θέματα που αφορούν την κουλτούρα στο εσωτερικό αλλά και το εξωτερικό περιβάλλον της επιχείρησης. Η καλλιέργεια της ανοιχτής καινοτομίας ως βασικό συστατικό επιτυχίας μιας ΜΜΕ στις σχολές διοίκησης, θα έχει ως αποτέλεσμα την έντονη δραστηριοποίηση και αποτελεσματικότητα τους (Gassmann, et al., 2010).
Οι επιπτώσεις της ανοιχτής καινοτομίας στις ΜΜΕ είναι εξίσου σημαντικές αφού αυξάνουν το ποσοστό της δραστηριότητας τους σε έρευνα και ανάπτυξη. Επιπλέον πολλές από τις μεγάλες πολυεθνικές, στην προσπάθεια τους να συλλέξουν καινοτομία από το εξωτερικό θα στραφούν σε αυτές για την αγορά πνευματικών δικαιωμάτων. Προβλέπεται επίσης η πιθανή διάσπαση της καινοτομίας των μεγάλων επιχειρήσεων σε μικρά διαχειρίσιμα κομμάτια, η ανάληψη των οποίων θα γίνει από τις ΜΜΕ (Levy & Reid, 2011).
Συνεπώς ο ρόλος τους στην οικονομία αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα και η παρουσία τους γίνεται έντονη και εξαιρετικά κρίσιμη για την ανάπτυξη. Η απόκτηση πρόσβασης στις ευκαιρίες ως προμηθευτές ή πελάτες των μεγάλων εταιριών, η δικτύωση τους με άλλες επιχειρήσεις ίδιου μεγέθους, η απόκτηση κινήτρων για επιχειρηματική καινοτομία και η ευρύτερη και αποτελεσματικότερη κοινή χρήση πόρων είναι μερικά από τα οφέλη που θα προκύψουν για τις ίδιες τις ΜΜΕ. Όπως γίνεται αντιληπτό αναμένονται μεταβολές στο επιχειρηματικό περιβάλλον και επαναπροσδιορίζεται ό ρόλος των ΜΜΕ που είναι το ίδιο ικανές να συμμετέχουν στην διαδικασία της ανοιχτής καινοτομίας (Levy & Reid, 2011). Συμπερασματικά σε ότι αφορά την παραπάνω ανάλυση φαίνεται πως η εισαγωγή των ΜΜΕ σε μια ευρύτερη αλυσίδα αξίας , δεν μπορεί παρά να αποτελεί μεγάλη πρόκληση.

4. Η κρίσιμη συνεισφορά των πανεπιστημίων και η ανάγκη ενίσχυσης τους.
Αδιαμφισβήτητα ο ρόλος των πανεπιστημίων χαρακτηρίζεται ως πιο βαθύς και πολύπλοκος σε σχέση με το παρελθόν, όσο αναφορά την εμπλοκή τους στην ανοιχτή καινοτομία (Gassmann, et al., 2010). Με τις ακαδημαϊκές εκδόσεις και την εργασία των τελειόφοιτων έξω από την ακαδημαϊκή κοινότητα προκύπτει η διάχυση και η μεταφορά της γνώσης. Η εκπαίδευση λοιπόν των μαθητών και των ερευνητών σαφώς και αποτελεί πρωταρχικής σημασίας ζήτημα και αναγάγει τον ρόλο των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε σημαντικό θέμα (Chesbrourgh, et al., 2011). Συνεπώς το πανεπιστήμιο δεν μπορεί παρά να είναι ένα πεδίο εξάσκησης πρακτικών ανοιχτής καινοτομίας (Levy & Reid, 2011). Με βάση αυτή την αντίληψη, καθίσταται κρίσιμης σημασίας ο προσδιορισμός τους μέσα στο σύστημα.
Όμως οι αλλαγές στην αλυσίδα αξίας της καινοτομίας αποτελούν πρόκληση και δημιουργούν υψίστης σημασίας προβλήματα στην θέση που έχουν τα πανεπιστήμια εντός του οικοσυστήματος. Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να τα αντιμετωπίσει διαφορετικά ώστε να επιτευχθεί η διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης και το πανεπιστήμιο να γίνει άμεσος συνεργάτης και δυνατός παίκτης των επιχειρήσεων. Για την επιτυχία του εγχειρήματος επιβάλλονται νομοθετικές αλλαγές που θα αφορούν την διευκόλυνση της έρευνας και της διαχείριση των πνευματικών δικαιωμάτων (Levy & Reid, 2011). Με αυτό τον τρόπο τα πανεπιστήμια θα μπορούν, όπως και οι επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας, να πωλούν πλέον τα πνευματικά δικαιώματα. Η εξέλιξη αυτή προβλέπεται να δημιουργήσει δευτερογενείς αγορές και μια ολόκληρη βιομηχανία γύρω από τα πνευματικά δικαιώματα (Gassmann, et al., 2010) μεταβάλλοντας σημαντικά το επιχειρηματικό περιβάλλον το οποίο οδηγείται στη συστηματική χρήση του πανεπιστημίου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι επιχειρήσεις όπως η SAP και Microsoft που για την αύξηση της απορροφητικής τους ικανότητας και την χρήση της εξωτερικής γνώσης έχουν μπει στην διαδικασία δημιουργίας αποκεντρωμένων ερευνητικών εργαστηρίων εντός πανεπιστημιακών χώρων.
Στην Αμερική, 25 χρόνια πριν περίπου, τα ερευνητικά εργαστήρια των μεγάλων επιχειρήσεων ήταν καλύτερα από αυτά των πανεπιστημίων. Διαλύθηκαν όμως λόγω του ότι δεν προσέφεραν μακροπρόθεσμα κέρδη. Ταυτόχρονα όμως η κυβέρνηση (την δεκαετία του 1990) επένδυσε στα εθνικά εργαστήρια και τα πανεπιστήμια, αποδυναμώνοντας τις μεγάλες επιχειρήσεις, που καλούνταν πια να συνεργαστούν με τις εξωτερικές αυτές πηγές γνώσεων. Η επιτυχία της περίπτωσης DARPA αποδεικνύει τα σωρευτικά αποτελέσματα στην έρευνα εξαιτίας της κυβερνητικής χρηματοδότησης που απευθύνεται σε αποκεντρωμένα ερευνητικά ιδρύματα (Chesbrourgh, et al., 2011).
Σε μια προσπάθεια εκτίμησης της κατάστασης στην Ευρώπη συγκριτικά με αυτή που επικρατεί στις ΗΠΑ, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Αμερικάνοι έχουν καλύτερη ακαδημαϊκή έρευνα, αντίθετα με την Ευρώπη που τα ερευνητικά κέντρα και τα πανεπιστήμια δεν μπορούν να ανταγωνιστούν αυτά του εξωτερικού λόγω των χαμηλών ροών έρευνας. Επιπλέον η Ευρώπη στερείται ενός συστήματος κατάταξης των πανεπιστημίων ώστε να είναι δυνατή η σύγκριση μεταξύ αυτών και να διευκολυνθεί η εισαγωγή των φοιτητών στο κατάλληλο πανεπιστήμιο (Chesbrourgh, et al., 2011). Αυτό προφανώς αποτελεί και ένα σοβαρό εμπόδιο για την βιομηχανία, η οποία δεν έχει μια ξεκάθαρη εικόνα για την επιλογή του πανεπιστημίου με το οποίο θα συνεργαστεί.
Σε συνέχεια της σύγκρισης μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ στην Αμερική οι πολιτικές για την κινητικότητα του ανθρώπινου δυναμικού είναι πιο ώριμες σε σχέση με την Ευρώπη. Για την βελτίωση της διάχυσης της γνώσης, την καταπολέμηση της έλλειψης κινητικότητας του ανθρώπινου κεφαλαίου και την διευκόλυνση των ροών των ιδεών, θα ήταν συνετό οι ακαδημαϊκοί να μπορούν να εργαστούν ταυτόχρονα και στον ιδιωτικό τομέα και το αντίθετο. (Chesbrourgh, et al., 2011). Επιπλέον να δημιουργηθούν καλύτερες συνθήκες για την έρευνα ώστε όσοι από τους Ευρωπαίους ερευνητές επέλεξαν την μετανάστευση, να μπορέσουν να επιστρέψουν, μεταφέροντας τις γνώσεις, την εμπειρία και την εξειδίκευση τους στο Ευρωπαϊκό χώρο.
Όσο η ένταση του ανταγωνισμού γίνεται μεγαλύτερη αυξάνεται το κόστος της διαδικασίας καινοτομίας και ο βιομηχανικός τομέας απαιτεί λύσεις και διεθνοποίηση των λειτουργιών έρευνας και ανάπτυξης ώστε να μπορέσει να ανταπεξέλθει και να επιβιώσει μέσα σε αυτές τις συνθήκες (Karo & Kattel, 2011). Η ανοιχτή καινοτομία και η συμμετοχή των πανεπιστημίων και των ερευνητικών ιδρυμάτων σε αυτή θα έχει θετικές συνέπειες για τον επιχειρηματικό κόσμο και για την δημιουργία μιας αναπτυξιακής πορείας των επιχειρήσεων και κατ' επέκταση των χωρών που θα συμμετέχουν σε αυτή. Καλούνται λοιπόν οι κυβερνήσεις να διευκολύνουν τον ρόλο των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, με την χάραξη κατάλληλων πολιτικών ενίσχυσης της παρουσίας τους στην διαδικασία έρευνας και ανάπτυξης.

5. Διαμόρφωση   φιλικού  περιβάλλοντος   με  σκοπό  τη  χρηματοδότηση επενδύσεων για ανοιχτή καινοτομία.
Για την δημιουργία ενός κλίματος αποδοχής και υποστήριξης της ανοιχτής καινοτομίας, είναι σαφές ότι επιβάλλεται να δημιουργηθεί ένα φιλικό καινοτόμο χρηματοπιστωτικό σύστημα. (Levy & Reid, 2011). Για την δημιουργία ενός κατάλληλου επιχειρηματικού περιβάλλοντος για την ανοιχτή καινοτομία είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν δυο σοβαρά ζητήματα. Το πρώτο αφορά την αντιμετώπιση της ανικανότητας διαχείρισης της πνευματικής ιδιοκτησίας ώστε να εξασφαλιστεί για κάποιους το κέρδος που θα επιφέρει στην επιχείρηση η ενασχόληση της με θέματα έρευνας και ανάπτυξης και για άλλους η διασφάλιση της χρηματοδότησης τους από την ανάθεση της έρευνας σε εξωτερικό συνεργάτη. Το δεύτερο αφορά την δημιουργία ενός κατάλληλου δικτύου μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων με σκοπό να διατηρούνται οι σχέσεις εμπιστοσύνης και διαρκούς συνεργασίας ώστε να ενδυναμωθεί το σύστημα.
Είναι σαφές ότι η παρουσία του επιχειρηματικού κράτους είναι ιδιαίτερα σημαντική στην περίπτωση αυτή. Εξίσου σημαντική όμως είναι και η δημιουργία ενός αυτόνομου δικτύου που θα εξασφαλίζει τις ροές γνώσεων και πληροφοριών. Η βελτίωση αυτού του δικτύου και η ενδυνάμωση του σε ότι αφορά την επικοινωνία των μερών θα μπορούσε να αποτελέσει την λύση για την σωστή κατεύθυνση των υπαρχόντων πόρων της οικονομίας.
Ειδικότερα για την Ευρώπη, ενώ υπάρχουν μεγάλα ποσοστά αποταμίευσης, αυτά επενδύονται σε χαμηλού ρίσκου δραστηριότητες. Επιπλέον παρατειρείται το φαινόμενο της μη ύπαρξης αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων παρά τα πολλά κρατικά και εταιρικά ομόλογα. Η Ευρώπη λοιπόν θα πρέπει να βρει τρόπους διοχεύτευσης κεφαλαίων σε νέες ιδέες. Επιπλέον τα επιχειρηματικά κεφάλαια θα πρέπει να γίνουν η μακροχρόνια χρηματοδότηση ειδικότερα για τομείς όπως η βιοφαρμακευτική και η διαστημική που έχουν μεγάλους τεχνολογικούς κύκλους
(Chesbrourgh, et al., 2011)

5.1 Πνευματικά δικαιώματα ως γέφυρα συνεργασίας
Αδιαμφισβήτητα η ανοιχτή καινοτομία δεν έχει μέλλον χωρίς την ισχυρή προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων. Για το λόγο αυτό απαιτείται ένα σύστημα ισχυρής διασφάλισης της προστασίας του. Δυστυχώς το υψηλό κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη της ανοιχτής καινοτομίας. Σε ότι αφορά την Ευρώπη το σύστημα είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και δαπανηρό, αντίθετα με αυτό των ΗΠΑ (Van Pottelsberghe de la Potterie & Mejer, 2010) με αποτέλεσμα να έχει αρνητικές επιπτώσεις.
Όσο το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων ενσωματώνεται όλο και πιο έντονα στην στρατηγική των επιχειρήσεων η διασφάλιση του είναι ζωτικής σημασίας για την μεταφορά της τεχνολογίας και την ανάπτυξη της έρευνας. Για την Ευρώπη φαίνεται να υπάρχει ένα περιθώριο βελτίωσης με την ανάπτυξη του Πανευρωπαϊκού Διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θα μειώνει το κόστος σε σημαντικό βαθμό και θα διευκολύνει τις επιχειρήσεις να συμμετέχουν σε ένα ολοκληρωμένο και ώριμο δίκτυο (Chesbrourgh, et al., 2011).
Η δυσκολίες που υπάρχουν στην διαχείριση και την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων έχει συνήθως ως αποτέλεσμα, οι μεγάλες επιχειρήσεις να διατηρούν χαρτοφυλάκια με αχρησιμοποίητα πνευματικά δικαιώματα. Συνεπώς η ανοιχτή καινοτομία θα μπορούσε να είναι η αφορμή να ανοιχτούν τα συγκεκριμένα χαρτοφυλάκια τα όποια είναι σημαντικές πηγές γνώσης, ώστε να δημιουργηθούν νέες επιχειρήσεις και κατ' επέκταση να συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη (Chesbrourgh, et al., 2011). Σε αυτή την περίπτωση, ο ρόλος των μεσαζόντων και των διαμεσολαβητών αποκτά ακόμη μια δραστηριότητα που επιβάλλεται να συμπεριληφθεί στο ενεργητικό τους για την διευκόλυνση της διάχυσης της γνώσης και των ιδεών.

5.2 Ο ρόλος του διαμεσολαβητή
Πρωταρχικός στόχος του διαμεσολαβητή δεν μπορεί παρά να είναι η κατασκευή ενός αποτελεσματικού δικτύου (Simard, 2006) που θα έχει την ικανότητα να λειτουργεί ομαλά εξασφαλίζοντας τις απαιτούμενες ροές γνώσεων, πληροφοριών και πόρων. Αν ληφθούν υπόψη οι σοβαρές δυσκολίες στην αναζήτηση και εξεύρεση χρηματοδότησης, πληροφοριών, συνεργατών και πελατών (Makadok & Barney, 2001), οδηγούμαστε ξεκάθαρα στην ανάγκη ενός διαμεσολαβητή που θα δημιουργήσει και θα αναπτύξει μακροχρόνιους δεσμούς μέσα στο σύστημα και κατ' επέκταση θα διευκολύνει την δημιουργία καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών.
Εξαιρετικής σημασίας δραστηριότητα του διαμεσολαβητή είναι ο προσδιορισμός των κατάλληλων συνεργατών και εταίρων καθώς η συλλογή πληροφοριών μέσω της δημιουργίας μιας βάσης δεδομένων με σκοπό την καλύτερη διαχείριση του νέου περιβάλλοντος. (Bougrain & Haudeville, 2002). Επιπλέον ο διαμεσολαβητής είναι αυτός που αναλαμβάνει την κατασκευή του δικτύου για την μεταφορά της τεχνολογίας, βελτιώνοντας τις δομές (Rosenfeld, 1996). Ο διαμεσολαβητής αναλαμβάνει την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών με σκοπό την καλύτερη επικοινωνία και την αντιμετώπιση των προβλημάτων των τρεχόντων θεμάτων (Lee, et al., 2010). Αναλαμβάνει επίσης να προωθήσει και να διατηρήσει το άνοιγμα στις αγορές (Lee, et al., 2010). Τελευταία δραστηριότητα αλλά εξίσου σημαντική, είναι η αντικειμενική αξιολόγηση του συστήματος (Luukkonen, 2005) γεγονός που θα διευκολύνει τις συνεργασίες και θα αντιμετωπίζει τα πιθανά κενά και θα βελτιώνει το περιβάλλον.
Η ανάγκη ενός μεσάζοντα φαίνεται να είναι εξαιρετικής σημασίας ζήτημα. Είναι ουσιαστικά αυτό που όχι μόνο θα δημιουργήσει το περιβάλλον αλλά θα προσπαθεί σε μόνιμη βάση να βελτιώσει τις συνθήκες εντός των επιχειρήσεων, μεταξύ των επιχειρήσεων και θα εξασφαλίσει την εξεύρεση νέων αγορών. Θα μπορούσα όχι μόνο να χαρακτηρίσω το ρόλο του ως ομπρέλα των επιχειρήσεων, προχωρώντας τη σκέψη μου θα μπορούσα ακόμη και να πω ότι η ύπαρξη και η ενεργός συμμετοχή του αποτελεί κίνητρο για επενδύσεις στην ανοιχτή καινοτομία.

5.3 Ο ρόλος των κυβερνήσεων και της δημόσιας πολιτικής.
Λαμβάνοντας υπόψη την προϋπόθεση ότι η πολιτική πρέπει να ακολουθεί τις εξελίξεις, γίνεται άμεσα κατανοητό ότι είναι επιτακτική ανάγκη όχι μόνο η λήψη μέτρων από τους φορείς άσκησης πολιτικής για την διευκόλυνση της ανοιχτής καινοτομίας αλλά και η ενεργός συμμετοχή της πολιτείας στην νέα στρατηγική, αφού οι κυβερνήσεις είναι και οι ίδιες ιδιοκτήτες μιας μεγάλης βάσης δεδομένων, πληροφοριών και γνώσεων. Τα κοινωνικά οφέλη από αυτή την συμμετοχή αναμένεται να είναι τεράστια, με πρώτα απ' όλα την αύξηση της διαφάνειας και την ενίσχυση της επικοινωνίας. Συνεπώς χρειάζονται πιο ανοιχτές και προσβάσιμες δομές, καθώς και πιο συνεργατικές δημόσιες υπηρεσίες (Chesbrourgh, et al., 2011).
Αποτελεί πλέον μακροχρόνια πολιτική πρόκληση η δημιουργία, η στήριξη και η ενίσχυση ενός νέου επιχειρηματικού μοντέλου. Οι απαιτήσεις του μοντέλου αυτού χρειάζονται σαφώς φορολογική νομοθεσία που να καλύπτει τις ανάγκες των επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα έναν ανταγωνιστικό φορολογικό συντελεστή. Επιπλέον είναι επείγουσα προτεραιότητα να δημιουργηθούν δομές και δίκτυα που θα ενισχύουν σημαντικά το νέο επιχειρηματικό περιβάλλον, και θα είναι ικανά να ξεπερνούν τις συστημικές αδυναμίες που πιθανών να προκύψουν κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους.
Για τον τομέα της εκπαίδευσης, οι κυβερνήσεις πρέπει να εξασφαλίσουν ένα κατάλληλο και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο, που θα επιτρέπει την κινητικότητα των εργαζομένων, την ενίσχυση της έρευνας και της ανάπτυξης στα πανεπιστήμια και θα προωθεί την γνώση ως βασικό παράγοντα ανάπτυξης. Η δημιουργία κινήτρων για επενδύσεις σε υψηλό ειδικευμένο εργατικό δυναμικό θα έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερα οφέλη στην κοινωνία και την οικονομία.
Ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται ξεκάθαρα να κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο τα τελευταία χρόνια με μια σοβαρή προσπάθεια για χρηματοδότηση επενδύσεων και δημιουργία αγορών μέσα στο πνεύμα της ανοιχτής καινοτομίας (Levy & Reid, 2011). Κι ενώ φαίνεται η προσπάθεια αυτή να έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις και να έχει κατανοηθεί πλήρως η σοβαρότητα της, ο ρόλος της κυβέρνησης εξακολουθεί να είναι επιβαρυμένος και επιφορτισμένος με την χάραξη πολιτικών ικανών να στηρίξουν μιας τέτοιας έκτασης αλλαγή. Δυστυχώς παρατηρούνται πολλά κενά στο θεσμικό πλαίσιο και στην νομοθεσία που εάν δεν καλυφθούν οι προσπάθειες θα αποβούν άκαρπες.
Όσο αναφορά τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες καθώς και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να γίνει μετάβαση από το ένα σύστημα στο άλλο με τις υπάρχουσες κοινωνικό - οικονομικές δομές. Η επιτυχία κάποιων επιχειρήσεων σε αυτές τις χώρες αποτελεί σπάνια περίπτωση και δεν μπορεί παρά να είναι η εξαίρεση. Επιπλέον τέτοιου είδους μεμονωμένες περιπτώσεις δεν σημαίνει ότι θα επιφέρουν οφέλη στην κοινωνία και την οικονομία της χώρας. Γενικότερα όμως είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η πολιτική για τις χώρες αυτές στερείται των απαραιτήτων εργαλείων και η νέα τάση για ανοιχτή καινοτομία κάνει όλο και πιο πολύπλοκες τις συνθήκες για την δημόσια πολιτική (Karo & Kattel, 2011).
Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι στις ανερχόμενες οικονομίες, η παγκοσμιοποίηση έχει διαφορετικές επιπτώσεις οι οποίες απαιτούν διαφορετική χάραξη πολιτικής. Συνεπώς οι διαφορετικές ανάγκες και συμπεριφορές των χωρών διαφοροποιούν και τις πολιτικές (OECD, 2009). Τέλος για την χάραξη πολιτικής θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες είναι καλύτερες στη μίμηση παρά στην δημιουργία καινοτομίας και συνήθως υιοθετούν τεχνολογία από τις αναπτυγμένες χώρες. Συνεπώς είναι ανάγκη για τις χώρες αυτές να δημιουργηθεί ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο.
Είναι σίγουρα κρίσιμο η ανοιχτή καινοτομία να επεκταθεί σε τομείς όπου η κυβέρνηση αποτελεί μονοπώλιο (αεροδιαστημική, οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο κλπ) καθώς και να προχωρήσουμε στην ενθάρρυνση εμπορευματοποίησης ιδεών εκεί όπου η κυβέρνηση αποτελεί το μοναδικό πελάτη. Οι κυβερνήσεις υποχρεούνται να βρουν κατάλληλες πρακτικές για την διευκόλυνση της ανοιχτής καινοτομίας μέσω της επιτάχυνσης της έρευνας για την εμπορευματοποίηση της τεχνολογίας και να ενθαρρύνει τη δημιουργία ενός κλίματος όπου η γνώση και η πληροφορία θα μπορούν να διαχέονται και να αξιοποιούνται με κατεύθυνση την ανάπτυξη και το όφελος της κοινωνίας.

6. Οι χωρικές επιπτώσεις της ανοιχτής καινοτομίας
Λαμβάνοντας υπόψη ότι η καινοτομία οργανώνεται χωρικά, η νέα στρατηγική της ανοιχτής καινοτομίας αναμένεται να έχει χωρικές επιπτώσεις στην χωρική οργάνωση του δικτύου καινοτομία (Cooke, 2005a). Η εξωτερική γνώση και οι πηγές πληροφοριών δεν βρίσκονται παντού και αυτό ενισχύει την παραπάνω πρόβλεψη. Συνεπώς η σωστή χωρική οργάνωση μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για καινοτομικές δραστηριότητες της επιχείρησης. Ακόμη, θα μπορούσε η συστηματική οργάνωση αυτής της παραδοχής να κατευθύνει την ανοιχτή καινοτομία σε συγκεκριμένες περιοχές.
Η ύπαρξη πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων καθώς και ο τομέας των υπηρεσιών στα αστικά κέντρα βελτιώνει την ροή των πληροφοριών (Feldman, 1994). Επιπλέον η τάση για ανοιχτή καινοτομία ενισχύεται έντονα σε αυτές τις περιοχές που χαρακτηρίζονται από συγκέντρωση γνώσεων και τα αστικά κέντρα γίνονται κέντρα καινοτομίας, παραγωγής γνώσης και εμπορευματοποίησης αυτής (Feldman & Audretsch, 1999).
Θεωρητικά, οι πολλές ειδικότητες που έχουν οι αστικές περιοχές δημιουργούν πλεονεκτήματα όπως αυτό της εύκολης πρόσβασης στη γνώση, της διευκόλυνση της μάθησης, της κινητικότητας του εργατικού δυναμικού και της απορρόφησης της γνώσης λόγω της έντονης επαφής με εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό. Σύμφωνα με τα παραπάνω δεν θα μπορούσε παρά να αναμένεται ακόμη και αύξηση του μεγέθους των πόλεων εξαιτίας της υιοθέτησης της στρατηγικής ανοιχτής καινοτομίας (Glaeser, 1999)
Όσο αναφορά τις μη αστικές περιοχές, εκεί εντοπίζονται επιχειρήσεις έντασης πόρων. Οι επιχειρήσεις αυτές είναι λιγότερο εξαρτημένες από το αστικό περιβάλλον και εντοπίζονται οπουδήποτε υπάρχει φυσικός πόρος.
Όμως, εμπειρική έρευνα για τη χώρα του Βελγίου, απέδειξε ότι οι αστικές περιοχές δεν είναι τόσο ανοιχτές όσο θεωρητικά πιστεύουμε. Τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα των πόλεων ζητούνται για συνεργασία. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και με τους προμηθευτές, τους πελάτες και τους ανταγωνιστές. Αντίθετα σε μη αστικές περιοχές οι επιχειρήσεις αναζητούν την συνεργασία με τρίτους. Επιπλέον παρατηρείται ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων μεγάλης κλίμακας που απαιτούν χώρο (Teirlinck & Spithoven, 2008). Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας προτείνουν για την διευκόλυνση της διαδικασίας της ανοιχτής καινοτομίας, οι φορείς χάραξης πολιτικής να λάβουν υπόψη τους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτισμικούς παράγοντες που διαμορφώνουν κάθε φορά την αστική δομή (Teirlinck & Spithoven, 2008).
Διακρίνουμε λοιπόν την παρουσία των οικονομιών κλίμακας, ο ρόλος των οποίων φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Θα μπορούσαμε να προβλέψουμε μια πιθανή αύξηση του μεγέθους των μη αστικών περιοχών, εάν η ανοιχτή καινοτομία εδραιωθεί ως στρατηγική, αφού οι επιλογές των επιχειρήσεων μπορεί να αφορούν άνοιγμα της αλυσίδας αξίας σε μεταγενέστερα στάδια, η χωροθέτηση των οποίων εξαρτάται από τη μεγάλη έκταση ή και την πρόσβαση σε πρώτη ύλη. Υπό αυτή την άποψη η ανοιχτή καινοτομία είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσει η ίδια οικονομίες αστικοποίησης, αυξάνοντας το μέγεθος των μικρών πόλεων.
Οι επιχειρήσεις που διακρίνονται για επαναστατικές καινοτομίες σε προϊόντα, έχουν ανάγκη συνεργασίας με φορείς, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, προμηθευτές και πελάτες κυρίως στο πρώτο στάδιο. Γι αυτές τις επιχειρήσεις, οι αστικές περιοχές είναι ο κατάλληλος τόπος για την ανάπτυξη τους (Brouwer, et al., 1999). Σε μεταγενέστερα στάδια όμως της διαδικασίας μπορούν να μεταφερθούν σε μη αστικές περιοχές όπου οι τιμές είναι χαμηλότερες (Markusen, 1985). Η δυνατότητα αυτή όμως δεν σημαίνει απόλυτα ότι θα συμβεί. Η ανοιχτή καινοτομία είναι ξεκάθαρο ότι μπορεί να προκαλέσει χωρικές μεταβολές που αξίζει να διερευνηθούν μελλοντικά.
Ο επαναπροσδιορισμός της αλυσίδας αξίας, προβλέπεται να δημιουργήσει χωρικές προκλήσεις. Για παράδειγμα στις αναδυόμενες οικονομίες βρίσκονται οι αναπτυσσόμενες αγορές που εκτός του ότι είναι δυναμικές δημιουργούν και έντονες ευκαιρίες εμπορευματοποίησης. Αντίθετα περιοχές όπως το Ηνωμένο Βασίλειο δύσκολα θα έχει κέρδος από τον τομέα έρευνας και ανάπτυξης όπως τόσα χρόνια είχε. Και αυτό γιατί η ηγετική του θέση στον τομέα της διαφήμισης θα στραφεί στις αναδυόμενες οικονομίες για να αγγίξει την κουλτούρα και τις απαιτήσεις των καταναλωτών των αναδυόμενων χωρών (Levy & Reid, 2011).

7. Συμπεράσματα
Παρά το γεγονός ότι η ιδέα της ανοιχτής καινοτομίας είναι νέα, η ακαδημαϊκή κοινότητα στράφηκε σε αυτή επιδεικνύοντας έντονο ενδιαφέρον και μελετά αρκετές πτυχές της, ερευνά τις συνθήκες υπό τις οποίες είναι δυνατή, καθώς και τις αλλαγές που πρέπει να επέλθουν στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον για την καθιέρωση της και τέλος τις επιπτώσεις που αναμένονται στο επιχειρηματικό σκηνικό που αυτή μπορεί να έχει. Ωστόσο, το νηπιακό στάδιο στο οποίο βρίσκονται οι έρευνες καθώς και ο ελάχιστος χρόνος που παρακολουθείται το φαινόμενο δεν δίνει στους ερευνητές την δυνατότητα να εξάγουν έγκυρα αποτελέσματα και να αξιολογήσουν την κατάσταση της πορείας των επιχειρήσεων. Συνεπώς η πρόκληση με την ενασχόληση του θέματος είναι μεγάλη, δίνοντας την ευκαιρία στον ερευνητή να αξιοποιήσει τα ελάχιστα δεδομένα και να συμβάλλει στο χτίσιμο της θεωρίας της ανοιχτής καινοτομίας.
Το επιχειρηματικό περιβάλλον μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα αλλάζει και θα μπορούσε να μεταβληθεί περισσότερο με την υιοθέτηση της νέας στρατηγικής ανοιχτής καινοτομίας. Επαναπροσδιορίζεται ο ρόλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των πανεπιστημίων και των ερευνητικών κέντρων που αναδεικνύονται σε βασικούς παίκτες του συστήματος. Η οποιαδήποτε επικοινωνία βιομηχανίας και άλλων φορέων βελτιώνεται από την ταυτόχρονη βελτίωση των δικτύων μέσω των διαμεσολαβητών που είναι επιφορτισμένοι με την ευθύνη αυτή, δημιουργώντας γύρω τους μια νέα αγορά. Επιπλέον η διασφάλιση των πνευματικών δικαιωμάτων σίγουρα θα δημιουργήσει δευτερογενείς αγορές. Στην εξέλιξη αυτή πρωταρχικής σημασίας θέση έχει η πολιτική ηγεσία και οι κυβερνήσεις που με το νομοθετικό τους έργο θα διευκολύνουν οποιαδήποτε δραστηριότητα αφορά την στρατηγική της ανοιχτής καινοτομίας, δίνοντας κίνητρα και χρηματοδοτώντας ενέργειες.
Κάποιες περιοχές μπορεί να είναι σε τέτοια θέση που να επιτρέπουν την καινοτομία και τη συμβολή τους στη δημιουργία πολύτιμης αλυσίδας αξίας της καινοτομίας και άλλες όχι. Στο ερώτημα αν μπορεί μια γεωγραφική τοποθεσία να αποτελέσει παγκόσμιο κέντρο για την έρευνα, δεν υπάρχει μια σαφή απάντηση. Αν σε αυτή την αγορά η τιμή είναι πιο ισχυρή μέσα από δραστηριότητες εμπορευματοποίησης που βρίσκονται μακριά από το σημείο έρευνας, τότε οι επιχειρήσεις αγωνίζονται χωρίς μια σαφή στρατηγική για τη σύλληψη της αξίας της αλυσίδας καινοτομίας. Άλλωστε όπως αποδεικνύεται από την έρευνα που έγινε για τη χώρα του Βελγίου, η θεωρία απέχει από την πραγματικότητα. Τα αποτελέσματα είναι ρευστά σχετικά με τους παράγοντες με τους οποίους μια επιχείρηση θα αποφασίσει να μεταφέρει το τελικό στάδιο της παραγωγής σε άλλη περιοχή πέρα από την αστική.
Το μέλλον της ανοιχτής καινοτομίας φαίνεται λαμπρό εξαιτίας της έντονης συζήτησης και του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος που αυτή προκαλεί στους ερευνητές. Η μέτρηση αυτής θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο μελλοντικής έρευνας αφού ήδη προκαλεί το ενδιαφέρον και έχει σημαντικό αντίκτυπο στον επιχειρηματική σκέψη. Τέλος η συνεισφορά της στην κοινωνία και τις οικονομίες είναι μάλλον εξαιρετικής σημασίας αφού είναι ένας τρόπος να ξεκλειδώσουμε την μέχρι πρότινος κλεισμένη και φυλακισμένη γνώση που δεν χρησιμοποιούνταν λόγω της ανικανότητας διαχείρισης της.

Βιβλιογραφία
  • Barney, J. & Clark, D., 2007. Resource-based theory : creating and sustaining competitive advantage.NY:Oxford University Press. 
  • Bougrain, F. & Haudeville, B., 2002. Innovation, collaboration and SMEs internal research capacities.Research Policy, 31(5), pp. 735-747. 
  • Brouwer, E., Budil-Nadvornikova, H. & Kleinknecht, A., 1999. Are Urban Agglomerations a Better Breeding Place for Product Innovation? An Analysis of New Product Announcements. Regional Studies, 33(6), pp. 541-549. 
  • Chesbrough, H., 2003. Open innovation: the new imperative for creating and profiting from technology, Boston: Harvard Business School Press. 
  • Chesbrourgh, H., Vanhaverbeke, W., Bakici, T. & Lopez, H., 2011. Open innovation and public policy in Europe, Brussels: Science|Business Publishing Ltd. 
  • Cooke, P., 2005a. Regional Knowledge capabilities and open innovation: regional innovation systems and clusters in the asymmetric knowledge economy. In: S. Breschi & F. Malerba, eds. Clusters, networks and innovation. Oxford: Oxford University Press, pp. 80-107. 
  • Feldman, M., 1994. The geography of innovation, Boston: Kluwer Academic.
  • Feldman, M. P. & Audretsch, D. B., 1999. Innovation in cities: science-based diversity,specialization, and localized competition. European Economic Review, 43(2), pp. 409-429.
  • Gassmann, O., Enkel, E. & Chesbrough, H., 2010. The future of open innovation. R&D Management, 40(3), pp. 213-221.
  • Glaeser, E., 1999. Learning in cities. Journal of Urban Economics, 46(2), pp. 254-277.
  • Karo, E. & Kattel, R., 2011. Should "open innovation" change innovation policy thinking in catching-up economies? Considerations for policy analyses. Innovation: The European Journal of Social Science Research, 24(1-2), pp. 173-198. 
  • Lee, S., Park, G., Yoon, B. & Park, J., 2010. Open innovation in SMEs—An intermediated network model. Research Policy, 39(2), pp. 290-300.
  • Levy, C. & Reid, B., 2011. Missing an open goal? UK public policy and open innovation, London: Big Innovation Centre.
  • Luukkonen, T., 2005. Variability in organisational forms of biotechnology firms.. Research Policy,34(4), pp. 555-570.
  • Makadok, R. & Barney, J. B., 2001. Strategic Factor Market Intelligence: An Application of Information Economics to Strategy Formulation and Competitor Intelligence. Management Science, 47(12),pp. 1621 - 1638.
  • Markusen, A., 1985. Profit Cycles, Oligopoly, and Regional Development. Cambridge Mass: MIT Press. 
  • OECD, 2009. The OECD innovation strategy: draftinterim report, Paris: OECD.
  • Rosenfeld, S. A., 1996. Does co-operation enhance competitiveness? Assessing the impacts of inter-firm collaboration. Research Policy, 25(2), pp. 247-263. 
  • Simard, C., 2006. Knowledge networks and the geographic locus of innovation. In: Open Innovation:Researching a. NY: Oxford University Press. 
  • Teirlinck, P. & Spithoven, A., 2008. The Spatial Organization of Innovation: Open Innovation, External Knowledge Relations and Urban Structure. Regional Studies, 42(5), pp. 689-704.
  • Tidd, J., Bessant, J. & Pavitt, K., 2005. Managing Innovation: Integrating Technological, Market and Organizational Change. 3rd ed. London: Wiley. 
  • Van Pottelsberghe de la Potterie, B. & Mejer, M., 2010. The London Agreement and the cost of patenting in Europe. European Journal of Law and Economics, 29(2), pp. 211-237. 
  • West, J. & Lakhani, K., 2008. Getting clear about communities in Open Innovation. Industry & Innovation,   15(2), pp. 223-231. 
  • Wu, T., 2010. The Master Switch: The Rise and Fall of Information Empires. London: Atlantic Books.


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.