Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2019

Οι φωνές μέσα από τα κτήρια


Η καταγραφή των σημαντικότερων κτηρίων μιας πόλης μέσα από την προφορική και γραπτή ιστορία

#Βασίλης Παπαευσταθίου, πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, MSc Αρχιτεκτονική ΕΜΠ
#Δήμητρα Καΐκα, οικονομολόγος, Διδάκτωρ Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού

ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΝΤΑΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

Η παρούσα εργασία εστιάζει στην καταγραφή των σημαντικότερων κτηρίων μιας πόλης, χρησιμοποιώντας ως πεδίο εργασίας την Καλαμάτα, με τη χρήση των εργαλείων της προφορικής και γραπτής ιστορίας. Μέσω της καταγραφής των μαρτυριών των ανθρώπων που τα κατοίκησαν και τα χρησιμοποίησαν, εξετάζονται και διασώζονται πολυεπίπεδα τμήματα της ιστορίας από διαφορετικές πηγές και αντιλήψεις, συμπληρώνοντας την επίσημη, καταγεγραμμένη ιστορία. 
Έτσι, πέρα από την καταγραφή της αρχιτεκτονικής πληροφορίας των κτηρίων, σταχυολογείται ο τρόπος που δομήθηκε το αστικό περιβάλλον διαχρονικά και οδήγησε στην οικιστική εξέλιξη της Καλαμάτας, και αναδεικνύεται μια ολοκληρωμένη, πολύπλευρη καταγραφή της ιστορίας της πόλης και των κτηρίων της.

ΠΡΟΦΟΡΙΚΉ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΗΓΕΣ

Για αιώνες, μύθοι και παραδόσεις μεταφέρονταν στόμα με στόμα από γενιά σε γενιά. Από τις πρώτες προσπάθειες προφορικής επικοινωνίας και συνεννόησης μέχρι την λαογραφία και τα λαϊκά δημιουργήματα, ο προφορικός λόγος αποτέλεσε για καιρό τον μοναδικό εκφραστή της ιστορίας, ικανοποιώντας την ανάγκη του ανθρώπου να μάθει το παρελθόν του. 

O προσδιορισμός του  όρου  «προφορική  ιστορία» προέκυψε πρόσφατα, μόλις στην δεκαετία του 1990, ως «οι μαγνητοφωνημένες ιστορικές πληροφορίες, που βασίζονται στην προσωπική γνώση του ομιλητή, η χρήση και η ερμηνεία των πληροφοριών αυτών ως  επιστημονικό αντικείμενο» (Thompson 2002), ταυτίζοντας την προφορική ιστορία με τη γέννηση του μαγνητοφώνου, συσκευής απαραίτητης για την καταγραφή των μαρτυριών. 


Σκοπός της είναι η διαδικασία της ανασύστασης και ερμηνείας της ιστορίας από τις προφορικές αφηγήσεις, με την δημιουργία πρωτογενών ντοκουμέντων, ως βάση για τη δημιουργία αρχείων. Αυτές προϋποθέτουν τη μνήμη και δεδομένου ότι, ο ερευνητής καλείται με τις κατάλληλες ερωτήσεις να την ξεκλειδώσει, απαιτείται μέθοδος και τεχνική (Σακκά 2004).

Η κοινωνική αξία της προφορικής ιστορίας προκύπτει κυρίως από την ικανότητά της να φέρνει στο προσκήνιο ομάδες και άτομα τα οποία δεν είχαν τα μέσα και τον τρόπο να ακουστεί η φωνή τους. 

Το πώς θυμούνται οι άνθρωποι τις πόλεις και πώς αφηγούνται το παρελθόν τους μέσα σ' αυτές και το πώς η μνήμη τους παράγει καινούργια νοήματα των πόλεων, αρκεί για να τοποθετήσει τις προφορικές μαρτυρίες βιωμάτων τους ως άξια συμπληρώματα της εδραιωμένης δημόσιας εικόνας των πόλεων. Είναι οι μαρτυρίες αυτές που αλληλοεπιδρούν με το παρελθόν, το παρόν και την αίσθηση του μέλλοντος στη μνημονική συγκρότηση της πόλης. 

Η ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Οικονομικό́ και διοικητικό́ κέντρο της περιφερειακής ενότητας Μεσσηνίας, η Καλαμάτα αποτελεί́ ένα τυπικό́ παράδειγμα ελληνικής πόλης μέσου μεγέθους.

Ανατρέχοντας στο παρελθόν, η παλαιότερη γραπτή αναφορά́ που διασώζεται είναι από́ τον Όμηρο, που την αποκαλεί με το όνομα Φαραί ή Φήρη. Από τις ομηρικές αναφορές μέχρι την μεσοβυζαντινή περίοδο δεν διασώζονται γραπτές μαρτυρίες, αν και ελληνιστικά́ ευρήματα που ανακαλύφθηκαν κάτω από́ την πλατεία Υπαπαντής επιβεβαιώνουν την αδιάκοπη παρουσία ζωής στην ευρύτερη περιοχή. Η ονομασία Καλαμάτα εμφανίζεται για πρώτη φορά́ σε γραπτή́ πηγή́ του 12ου αιώνα. 


Η συγκροτημένη αστική ανέλιξη της Καλαμάτας μετά την απελευθέρωση  του 1821, και κυρίως με την σύνταξη του Σχεδίου του 1867, που σηματοδοτεί την πρώτη χωρική οργάνωση, ενώ τις δομές της αγροτικής οικονομίας αντικαθιστούν οι βάσεις ενός ισχυρού δευτερογενούς τομέα, με έμφαση την  μεταποίηση αγροτικών προϊόντων και πρώτων υλών. Το Σχέδιο Πόλης του 1905 δίνει βαρύνουσα σημασία στο λιμάνι ως ένα ακμαίο αστικό κέντρο μέχρι την μεταπολεμική κατάρρευσή του και την έντονη αποβιομηχάνισή του. Το Γ.Π.Σ. του 1986 θα αποτελέσει την βάση για την ανασυγκρότηση της πόλης μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς, προικίζοντας την πόλη μ’ ένα πλούσιο πλεγματικό ιστό αξόνων και κόμβων μέχρι το Γ.Π.Σ. του 2011 που ασχολείται με τα διευρυμένα διοικητικά όρια του Δήμου.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Την περίοδο της ραγδαίας οικονομικής άνθησης της πόλης από το 1860 μέχρι το 1930 παρατηρείται η αυξανόμενη κατασκευή πολυτελών αρχοντικών, που προικίζουν την πόλη με μια πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά. Η μεγάλη οικοδομική ανάπτυξη αντιγράφει τα αρχιτεκτονικά ρεύματα και την τυπολογία που απαντάται κυρίως στην πρωτεύουσα, και διακρίνεται σε μια ποικιλία αρχιτεκτονικών τύπων, άρρηκτα συνδεδεμένους με την πολεοδομική της εξέλιξη. Τα αρχοντικά αυτά συνυπάρχουν μέχρι σήμερα μαζί με πλήθος άλλων τυπολογιών και κατατάξεων, από κτίσματα λαϊκής αρχιτεκτονικής και μοντέρνες μονοκατοικίες μέχρι αδιάφορες αρχιτεκτονικά πολυκατοικίες, που παρήχθησαν με την μέθοδο της αντιπαροχής τη δεκαετία του ’70.

Μετά την εξάντληση της βιβλιογραφίας και την άντληση των διαθέσιμων στοιχείων από τον τύπο και το διαδίκτυο, καταρτίστηκε μια λίστα με κτήρια δίνοντας την δυνατότητα στους πολίτες να καταθέτουν σε δεύτερο βαθμό τις μαρτυρίες και τις μνήμες τους, με τη βοήθεια κατάλληλα διαμορφωμένου ερωτηματολογίου, που διαρθρώνεται σε τρείς ενότητες: 

- Το πρώτο μέρος που αφορά τις ερωτήσεις που στοχεύουν στο ανθρωπογενές και φυσικό περιβάλλον και δίνουν μια μακροσκοπική εικόνα της μελέτης. 
- Το δεύτερο μέρος από την μεγαλύτερη εικόνα, το ερωτηματολόγιο εστιάζει στην μικροκλίμακα της γειτονιάς, του οικοδομικού τετραγώνου και του κτηρίου και των δεδομένων του (χρόνος κατασκευής, υλικά κατασκευής, άδεια, επιφάνεια, όροφοι)
- Το τελευταίο μέρος επικεντρώνεται στον αφηγητή και στις προσωπικές του θέσεις και αντιλήψεις. Ζητείται η κριτική του για την ζωή του σήμερα σε σχέση με το παρελθόν, αντιπαραβάλλοντας την σύγχρονη πραγματικότητα με τα βιώματα του παρελθόντος.  Κυρίως, επικεντρώνει σε άγνωστες ιστορίες και προσωπικές μαρτυρίες θέλοντας να καταγράψει και να διασώσει στοιχεία που δεν έχουν καταγραφεί ακόμη σε επίσημες γραπτές πηγές.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Περιβαλλοντική Εξέλιξη 

Την περίοδο άνθησης της πόλης, από την Επανάσταση και μέχρι τον Μεσοπόλεμο και δημιουργήθηκαν οι βασικοί οικιστικοί πυρήνες της πόλης: το Ιστορικό Κέντρο, που προέκυψε από τον παραδοσιακό, προχυρωματικό οικισμό και το Λιμάνι, που προέκυψε οργανωμένα, με ιπποδάμεια χάραξη και με προσήλωση στην μεταφορική ευκολία που χάριζε ο παραθαλάσσιος χώρος. 



Οι καιρικές συνθήκες εκείνης της εποχής, σε σύγκριση με τις σημερινές, όπως τις αντιλαμβάνονται σήμερα οι γηραιότεροι έχουν μεταβληθεί. Οι χειμώνες είναι πλέον πολύ πιο ήπιοι, οι βροχοπτώσεις λιγότερες και οι διαδοχικές εργασίες περιορισμού του ποταμού Νέδοντα, έχει απομακρύνει  το υγρό στοιχείο από την πόλη.

Οι κάτοικοι της περιοχής, λόγω των δύσκολων φυσικών, κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που βίωναν, επέλεγαν πρακτικές και μεθόδους στην καθημερινότητά τους, οι οποίες ήταν συνυφασμένες με τις δυνατότητες και τους περιορισμούς του τόπου τους και ταυτόχρονα με σεβασμό και δέος στη φύση, που τους συντηρούσε και τους στήριζε. Έννοιες, όπως αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια και συλλογικό συμφέρον, ήταν συνυφασμένες και θεωρούνταν δεδομένες στην καθημερινότητά τους.

Κτιριακή Ανάλυση 

Στην πλειοψηφία τους τα κτήρια κατοικιών ήταν διώροφα με αυλή, και κάλυπταν επιφάνεια περίπου 80 με 100 τ.μ. σε οικόπεδα 200-300 τ.μ., περιλαμβάνοντας όλους τους απαραίτητους χώρους διαμονής. Στο ισόγειο στεγάζονταν αποθήκες ή η επαγγελματική δραστηριότητα του ιδιοκτήτη και στον όροφο βρίσκονταν οι χώροι διαμονής της οικογένειας. Οι κατοικίες τους ήταν κατασκευασμένες σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, στα μέτρα και τις ανάγκες των ανθρώπων, που διέμεναν σε αυτές. Τα υλικά κατασκευής προέρχονταν από το άμεσο φυσικό περιβάλλον, εκτός από τις διακοσμήσεις και τις επιρροές που προέκυψαν αργότερα με την ανάπτυξη του λιμανιού, όπου εμφανίζονται πολλά εκλεκτιστικά στοιχεία που ξεχώριζαν από τα υπόλοιπα. 



Μετά το 1965 άρχισαν να κατασκευάζονται αποχωρητήρια έξω από το σπίτι και σε απόσταση από αυτό, όπου διέθεταν, συνήθως, μόνο τη λεκάνη. Μέχρι το 1938 η ύδρευση στις οικίες γινόταν κυρίως από πηγάδια δημοτικά (κοινόχρηστα) ή ιδιωτικά. 

Η χρήση των κτηρίων που εξετάστηκαν ήταν κατά βάση κατοικίες που με την πάροδο των χρόνων πέρασαν στο Δήμο και στέγασαν από δημοτικές και πολιτιστικές επιχειρήσεις μέχρι εμπορικά καταστήματα και ξενοδοχεία. Η ευνοϊκή θέση τους, είτε σε ύψωμα είτε στο μέτωπο της παραλίας, η τυπολογία του κτιριακού τους όγκου, τα αξιόλογα αρχιτεκτονικά τους στοιχεία, η διαχρονικότητα των διατηρητέων αποτέλεσαν παράγοντες για την μεταγενέστερη επαναξιοποίησή τους, παρότι απουσιάζουν τα οργανωμένα κίνητρα για την υποστήριξη της συχνά δύσκολης συντήρησης, αποκατάστασης και επισκευής τους. 

Ατομική Μνήμη 

Κοινή διαπίστωση είναι ότι με τον καιρό ο άνθρωπος απομακρύνθηκε από τη φύση, αφού φρόντισε πρώτα να την υποτάξει για τις οικιστικές του ανάγκες. Χάθηκε το βαθύ δέσιμο των ανθρώπων με το περιβάλλον, όπως εκδηλωνόταν μέχρι την περίοδο της αντιπαροχής από το τρόπο που έκτιζαν τα σπίτια τους, από το πως καλλιεργούσαν τα χωράφια και τους κήπους τους, από τα ζώα που συντηρούσαν και από τα σκουπίδια τους – φανερώνουν τα δεσμά τους με τη γη.

Η μνήμη στέκεται νοσταλγικά στο παρελθόν, παρότι αναγνωρίζει τον σημαντικό πολεοδομικό εκσυγχρονισμό και τις ανέσεις του σήμερα. Στέκεται κυρίως κριτικά στην επέκταση του αυτοκινήτου, στην σημερινή ανασφάλεια που βιώνουν και στην χαλάρωση των δεσμών των ανθρώπων μεταξύ τους. Ο θεσμός της γειτονιάς και των τοπικών συμβουλίων δεν λειτουργεί συνεκτικά με τον τρόπο που οι Ενορίες το έκαναν στο παρελθόν, ενώ απουσιάζει η εκπαιδευτική μέριμνα για πατριδογνωσία και τόνωση της συλλογικής μνήμης. 

Στην πλειοψηφία τους πάντως οι αφηγητές ανακαλούν με νοσταλγία τα παλιά χρόνια, παρότι αναγνωρίζουν ότι οι δυσκολίες ήταν μεγαλύτερες και τα μέσα λιγότερα, αναγνωρίζοντάς τα ως πιο «αυθεντικά» και τους ανθρώπινους δεσμούς πιο έντονους.

ΕΠΙΜΕΤΡΟ

Όλο το υλικό αναπτύσσεται στην ιστοσελίδα http://buildings.kalamata2030.gr, σχηματίζοντας μια ηλεκτρονική πλατφόρμα με δυναμικό, συνεχώς ανανεώσιμο περιεχόμενο, διαθέσιμο για όλο το κοινό, που περιλαμβάνει 150 κτήρια της πόλης της Καλαμάτας, στοχεύοντας στην διάσωση της τοπικής ιστορίας, στην ενίσχυση της συλλογικής μνήμης και στην μετάδοση της γνώσης στις νεότερες γενιές και τους μελλοντικούς ερευνητές. 


Η εργασία επιθυμεί να παρακινήσει τον κόσμο να μάθει την ιστορία των κτηρίων που διαμένει και επισκέπτεται, να προκαλέσει παρόμοιες συζητήσεις και σε άλλες πόλεις,  αλλά και να ανακαλέσει και να αφηγηθεί ιστορίες από την μνήμη του, ιστορίες που θα παρέμειναν μυστικές και ανείπωτες για πάντα. Καταγράφει έτσι για πρώτη φορά μια ιστορία, πολυεπίπεδη, πολυδιάστατη και πολύ πιο συναρπαστική, γιατί είναι ζωντανό βίωμα και όχι αποστειρωμένο αφήγημα.

Βασίλης Παπαευσταθίου, πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ, MSc Αρχιτεκτονική ΕΜΠ
Δήμητρα Καΐκα, οικονομολόγος, Διδάκτωρ Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Abrams L., Θεωρία προφορικής ιστορίας, Πλέθρον, 2016,
- Thompson P., Φωνές από το Παρελθόν, Πλέθρον, 2002, 34
- Σακκά Β., Προφορική Ιστορία και Σχολείο: Η Ιστορία ως Βιωμένη Εμπειρία. Τεκμήριον, 2004, 65-87.
- Μπούσχοτεν Ρ., Ανάποδα χρόνια. Συλλογική μνήμη και ιστορία στο Ζιάκα Γρεβενών (1900-1950), Πλέθρον (Eds), 1997, 211
- Σπηλιοπούλου Ι., Η προστασία και αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς ως μοχλός βιώσιμης ανάπτυξης μίας σύγχρονης περιφερειακής πόλης: Η περίπτωση της Καλαμάτας http://www.dhee.hua.gr/index.php/el/nea/imerides-synedria retrieved 05/04/2018

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.