International Herald Tribune. Δημοσιεύθηκε στην Καθημερινή 12 Αυγούστου 2012
Κάθε νύχτα, ορδές πεζών σκαρφάλωναν στη γέφυρα Princes στην πόλη της Αυστραλίας, τη Μελβούρνη, για να παρακολουθήσουν ένα εντυπωσιακό θέαμα με νέον στην ταράτσα του εργοστασίου Αllen’s Sweets. Πρώτα φωτιζόταν μια πελώρια στριφογυριστή καραμέλα, ύστερα ένα κίτρινο διαστημόπλοιο αιωρείτο πάνω από μια μαλακή καραμέλα βουτύρου προτού εκραγεί, για να εκτοξευτούν πολύχρωμες λάμψεις. Το λογότυπο των Kool Mints της Allen εμφανιζόταν μαζί με τη λέξη «cool», που φωτιζόταν ξανά και ξανά και, για το φινάλε, δύο σταγόνες για τον βήχα Anticol ξεγλιστρούσαν από το πακέτο.
Γνωστό σαν το «υπερθέαμα του ορίζοντα», ήταν ένα εξαιρετικό δωρεάν σόου, έμπνευση της εταιρείας Allen, που διαφήμιζε τις καραμέλες της με φώτα νέον σε κίνηση πάνω από το εργοστάσιο, από τα μέσα της δεκαετίας του ’50. Αλλά όταν η περιοχή ξανασχεδιάστηκε στα τέλη του ’80, τα εντυπωσιακά φώτα της εταιρείας απουσίαζαν. Δημιουργήθηκε μια καμπάνια για να μεταφερθούν σε άλλο κτίριο και η Allen προσφέρθηκε να συμβάλει στο κόστος, αλλά το συμβούλιο της πόλης αρνήθηκε την πρόταση και το «υπερθέαμα του ορίζοντα» εξαφανίστηκε.
Η ιστορία με τα νέον φώτα της εταιρείας Allen ζωντανεύει από τον ντιζάινερ της τυπογραφίας, Στίβεν Μπάναμ, στο βιβλίο του «Χαρακτήρες: Πολιτιστικές ιστορίες που αποκαλύπτονται μέσα από την τυπογραφία», το οποίο διερευνά με ποιον τρόπο τα σύμβολα διαφορετικών τύπων, μεγεθών και γραμματοσειρών, έχουν χαρακτηρίσει τη Μελβούρνη με τα χρόνια. Είναι μια ιστορία της πόλης μέσα από την τέχνη και τη σηματοδότηση, ιστορία που ο κ. Μπάναμ περιγράφει με αυτοπεποίθηση.
Οι γραφίστες ντιζάινερ έχουν δείξει εδώ και καιρό την προτίμησή τους για τις τοπικές επιγραφές που εμφανίζονται σε δημόσιους χώρους, συνήθως με πρακτική χρήση – είτε αν πρόκειται για κάτι που προορίζεται για πώληση, για να προσδιορίσουν μια τοποθεσία ή να μας ενημερώσουν για κάτι επικίνδυνο. Οταν ο Αμερικανός σχεδιαστής Ρόμπερτ Μπράουντζον μετακόμισε από τη Νέα Υόρκη στο Λονδίνο, το 1960, ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να οδηγήσει στους δρόμους για να βγάλει φωτογραφίες από τη σήμανση. Αυτός ήταν ο τρόπος του για να μάθει τη νέα πόλη.
Οπως λέει ο κ. Μπάναμ, το ενδιαφέρον κομμάτι της δημόσιας σήμανσης είναι ότι συχνά παρουσιάζουν μια εικόνα–ταυτότητα της τοποθεσίας. Καθώς περπατάς σε έναν δρόμο, πολλές από τις επιγραφές που βλέπεις είναι εκεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό, ενώ άλλες είναι παλιομοδίτικες. Μπορεί να είναι διαφημιστικά προϊόντα ή να προσδιορίζουν μια εταιρεία που έχει εδώ και καιρό φύγει από το συγκεκριμένο κτίριο. Αυτές οι «επιγραφές φαντάσματα», όπως αποκαλούνται, συνήθως επιβιώνουν κατά λάθος – γιατί κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τις αφαιρέσει ή γιατί είχαν καλυφθεί για χρόνια μόνο για να ξαναεκτεθούν στη διάρκεια έργων. Ως αποτέλεσμα, μας δίνουν κλεφτές ματιές στο παρελθόν.
Στο βιβλίο «Χαρακτήρες», ο κ. Μπάναμ συμπεριλαμβάνει τις επιγραφές και τις πινακίδες, του παρόντος και του παρελθόντος, οι οποίες έχουν χαρακτηρίσει τη Μελβούρνη. Ορισμένες από αυτές έχουν σχέση με ιστορικές εκδηλώσεις, όπως εκείνη έξω από ένα κατάστημα με ποδήλατα στο Κάρλτον, το οποίο άνοιξε από τον Νίνο Μπορσάρι, τον Ιταλό πρωταθλητή ποδηλασίας. Τόσο γνωστή έγινε «η Γωνία του Μπορσάρι» ώστε ένας Ιταλός πρόεδρος, ο Τζουζέπε Σαραγκάτ, να δώσει εκεί ομιλία στην τηλεόραση σε επίσημη επίσκεψή του το 1967.
Αλλες επιγραφές αποτελούν κομμάτι της βιομηχανικής κληρονομιάς της Μελβούρνης. Ο εξεζητημένος κατασκευαστής καραμέλας Μακφέρσον Ρόμπερτσον δημιούργησε ένα θεατρικό παράδειγμα. Αποκάλεσε την εταιρεία του «MacRobertson» και έβαλε μια διακοσμημένη «υπογραφή» σαν λογότυπο με 1.100 φωτάκια, που άνοιγαν το ένα μετά το άλλο...
Γνωστό σαν το «υπερθέαμα του ορίζοντα», ήταν ένα εξαιρετικό δωρεάν σόου, έμπνευση της εταιρείας Allen, που διαφήμιζε τις καραμέλες της με φώτα νέον σε κίνηση πάνω από το εργοστάσιο, από τα μέσα της δεκαετίας του ’50. Αλλά όταν η περιοχή ξανασχεδιάστηκε στα τέλη του ’80, τα εντυπωσιακά φώτα της εταιρείας απουσίαζαν. Δημιουργήθηκε μια καμπάνια για να μεταφερθούν σε άλλο κτίριο και η Allen προσφέρθηκε να συμβάλει στο κόστος, αλλά το συμβούλιο της πόλης αρνήθηκε την πρόταση και το «υπερθέαμα του ορίζοντα» εξαφανίστηκε.
Η ιστορία με τα νέον φώτα της εταιρείας Allen ζωντανεύει από τον ντιζάινερ της τυπογραφίας, Στίβεν Μπάναμ, στο βιβλίο του «Χαρακτήρες: Πολιτιστικές ιστορίες που αποκαλύπτονται μέσα από την τυπογραφία», το οποίο διερευνά με ποιον τρόπο τα σύμβολα διαφορετικών τύπων, μεγεθών και γραμματοσειρών, έχουν χαρακτηρίσει τη Μελβούρνη με τα χρόνια. Είναι μια ιστορία της πόλης μέσα από την τέχνη και τη σηματοδότηση, ιστορία που ο κ. Μπάναμ περιγράφει με αυτοπεποίθηση.
Οι γραφίστες ντιζάινερ έχουν δείξει εδώ και καιρό την προτίμησή τους για τις τοπικές επιγραφές που εμφανίζονται σε δημόσιους χώρους, συνήθως με πρακτική χρήση – είτε αν πρόκειται για κάτι που προορίζεται για πώληση, για να προσδιορίσουν μια τοποθεσία ή να μας ενημερώσουν για κάτι επικίνδυνο. Οταν ο Αμερικανός σχεδιαστής Ρόμπερτ Μπράουντζον μετακόμισε από τη Νέα Υόρκη στο Λονδίνο, το 1960, ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να οδηγήσει στους δρόμους για να βγάλει φωτογραφίες από τη σήμανση. Αυτός ήταν ο τρόπος του για να μάθει τη νέα πόλη.
Οπως λέει ο κ. Μπάναμ, το ενδιαφέρον κομμάτι της δημόσιας σήμανσης είναι ότι συχνά παρουσιάζουν μια εικόνα–ταυτότητα της τοποθεσίας. Καθώς περπατάς σε έναν δρόμο, πολλές από τις επιγραφές που βλέπεις είναι εκεί για έναν συγκεκριμένο σκοπό, ενώ άλλες είναι παλιομοδίτικες. Μπορεί να είναι διαφημιστικά προϊόντα ή να προσδιορίζουν μια εταιρεία που έχει εδώ και καιρό φύγει από το συγκεκριμένο κτίριο. Αυτές οι «επιγραφές φαντάσματα», όπως αποκαλούνται, συνήθως επιβιώνουν κατά λάθος – γιατί κανείς δεν μπήκε στον κόπο να τις αφαιρέσει ή γιατί είχαν καλυφθεί για χρόνια μόνο για να ξαναεκτεθούν στη διάρκεια έργων. Ως αποτέλεσμα, μας δίνουν κλεφτές ματιές στο παρελθόν.
Στο βιβλίο «Χαρακτήρες», ο κ. Μπάναμ συμπεριλαμβάνει τις επιγραφές και τις πινακίδες, του παρόντος και του παρελθόντος, οι οποίες έχουν χαρακτηρίσει τη Μελβούρνη. Ορισμένες από αυτές έχουν σχέση με ιστορικές εκδηλώσεις, όπως εκείνη έξω από ένα κατάστημα με ποδήλατα στο Κάρλτον, το οποίο άνοιξε από τον Νίνο Μπορσάρι, τον Ιταλό πρωταθλητή ποδηλασίας. Τόσο γνωστή έγινε «η Γωνία του Μπορσάρι» ώστε ένας Ιταλός πρόεδρος, ο Τζουζέπε Σαραγκάτ, να δώσει εκεί ομιλία στην τηλεόραση σε επίσημη επίσκεψή του το 1967.
Αλλες επιγραφές αποτελούν κομμάτι της βιομηχανικής κληρονομιάς της Μελβούρνης. Ο εξεζητημένος κατασκευαστής καραμέλας Μακφέρσον Ρόμπερτσον δημιούργησε ένα θεατρικό παράδειγμα. Αποκάλεσε την εταιρεία του «MacRobertson» και έβαλε μια διακοσμημένη «υπογραφή» σαν λογότυπο με 1.100 φωτάκια, που άνοιγαν το ένα μετά το άλλο...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.