#ΜΑΡΙΑ ΚΩΤΟΥΛΑ,
Πολιτικός Μηχανικός, Δήμος Λαρισαίων, Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ. Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
#ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εντεταλμένη Επίκ. Καθηγήτρια (ΠΔ407/80) Τμήμα Μηχ. Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περ. Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
#ΑΣΠΑΣΙΑ ΓΟΣΠΟΔΙΝΗ,
Καθηγήτρια, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
To city branding, γίνεται μια ολοένα και πιο διαδεδομένη στρατηγική και αστική πολιτική, για την διαμόρφωση της ταυτότητας μιας πόλης, αξιοποιώντας κατά κύριο λόγο τον πολιτισμό, δηλαδή την υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά, σε συνδυασμό με τις πολιτιστικές υποδομές και τις δημιουργικές βιομηχανίες. Στην Ελλάδα, παρ’ ότι πρόκειται για μια χώρα με πολιτισμική ταυτότητα παγκοσμίου εμβέλειας και με πλούσια πολιτιστική και μνημειακή κληρονομιά, σπάνια έχουν αξιοποιηθεί ή υιοθετηθεί στρατηγικές place branding ή marketing για πόλεις ή για ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές.
Η παρούσα εργασία εξετάζει την περίπτωση της Λάρισας, μιας πόλης που τα ίχνη της χάνονται στην αρχαιότητα και που σήμερα αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και δυναμικότερα αστικά κέντρα της χώρας. Ειδικότερα, η εργασία εξετάζει τις δυνατότητες και τις προοπτικές της πόλης να αναδείξει τον πολιτισμό και τις πολιτιστικές υποδομές της, ως βασικό/κυρίαρχο στοιχείο της ταυτότητάς της, στο σύγχρονο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον.
Το άρθρο καταλήγει ότι, οι υπάρχουσες Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες στη Λάρισα είναι αρκετά ικανοποιητικού επιπέδου και μπορούν να αποτελέσουν μια καλή βάση, για το «χτίσιμο» μιας αποτελεσματικής στρατηγικής branding / marketing της πόλης, με επίκεντρο τον πολιτισμό.
Μάλιστα, τα οφέλη για τη Λάρισα από την εφαρμογή μιας τέτοιας στρατηγικής μπορεί να είναι πολλαπλά, όπως:
α) προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού επισκεπτών και μάλιστα με αρκετή εξάπλωση στο χρόνο,
β) προσέλκυση νέων επενδύσεων στην ευρύτερη περιοχή της πόλης,
γ) συγκράτηση του πληθυσμού ή και προσέλκυση νέων κατοίκων, με ιδιαίτερη κουλτούρα και ενδιαφέρον για τον πολιτισμό,
δ) προσέλκυση ειδικών γεγονότων (συνέδρια, εορτασμούς θεσμοθετημένων θεσμών κλπ),
ε) βελτίωση ελκυστικότητας και ανταγωνιστικότητας της πόλης και στ) περαιτέρω πολιτισμική ανάπτυξη του τόπου.
1. Εισαγωγή: εννοιολογικές και θεωρητικές διευκρινίσεις
Σύμφωνα με την UNESCO, Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ΠΔΒ) είναι αυτές που παράγουν και διανέμουν πολιτιστικά αγαθά ή υπηρεσίες, τα οποία ενσωματώνουν ή διαβιβάζουν πολιτιστικές εκφράσεις, ανεξάρτητα από την εμπορική αξία που μπορεί να έχουν. Επίσης, σύμφωνα με μιαν άλλη εκδοχή (Throsby, 2001) ως Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ΠΔΒ) νοούνται οι επιχειρήσεις που έχουν ως πυρήνα της δραστηριότητας τους, την ικανότητα για δημιουργία, με την έννοια της διανοητικής και κοινωνικής διεργασίας για την παραγωγή νέων ιδεών, εννοιών, σχεδίων, συνδέσμων, διαδικασιών και clusters.
Στις Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ή αλλιώς κλάδους πολιτισμού και δημιουργικότητας) συνήθως περιλαμβάνονται οι βιομηχανίες των εκδόσεων και εκτυπώσεων, η αρχιτεκτονική και το ειδικευμένο σχέδιο (design), η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, η παραγωγή μουσικής και κινηματογραφικών ταινιών, η παραγωγή διαφημίσεων, τα μουσεία και οι βιβλιοθήκες, η φωτογραφία και η παραγωγή λογισμικού. Με άλλα λόγια, οι Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ΠΔΒ) παράγουν αμιγώς πολιτιστικά αγαθά αλλά και αγαθά τα οποία είναι προϊόντα μιας ευρύτερης δημιουργικής διαδικασίας (Αυδίκος, 2014) και τα οποία υπόκεινται σε προστασία, από νόμους περί πνευματικής ιδιοκτησίας και δικαιωμάτων.
Οι Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ΠΔΒ), τις τελευταίες δύο δεκαετίες βρέθηκαν στο επίκεντρο αρκετών θεωρητικών προσεγγίσεων και ερευνών, ιδίως από επιστήμονες που ασχολούνται με την αστική και περιφερειακή ανάπτυξη, λόγω του ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν προς την κατεύθυνση αυτή. Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες εξάλλου, τα έσοδα από τις πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες ξεπερνούν τις επιδόσεις των Τηλεπικοινωνιών σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ σε επίπεδο απασχόλησης ο συγκεκριμένος κλάδος είναι συγκρίσιμος με την αυτοκινητοβιομηχανία (που δαπανά στην απασχόληση 25 εκατ. Δολάρια, έναντι 29,5 εκατ. που αντιστοιχούν στις ΠΔΒ) (CISAC και UNESCO, 2015).
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ευρωπαϊκή βιομηχανία πολιτισμού και δημιουργίας αναδεικνύεται ηγέτης, καταλαμβάνοντας το 70% της αγοράς. Μάλιστα, στην Ευρώπη, οι ΠΔΒ θεωρούνται «καταλύτης καινοτόμων εξελίξεων στη βιομηχανία και στον τομέα των υπηρεσιών» και καταλαμβάνουν σημαντική θέση στη στρατηγική Ευρώπη του 2020, δεδομένου ότι συμβάλουν σε ένα νέο τύπο ανάπτυξης, ενισχύοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ε.Ε. και προωθώντας τη γνωστική και πολιτιστική πολυμορφία της (Λαζαρέτου, 2014).
Στην ελληνική νομοθεσία, οι πολιτιστικές βιομηχανίες εισήχθησαν μόλις το 2006, με το άρθρο 4 του Ν. 3520/ 2006 «Κύρωση της Σύμβασης για την προστασία και την προώθηση της πολυμορφίας των πολιτιστικών εκφράσεων» (Παπαγεωργίου, 2016).
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι ΠΔΒ συνεισέφεραν κατά 3% στο ελληνικό ΑΕΠ το 2006, ενώ ο συνολικός αριθμός των απασχολουμένων το πρώτο τρίμηνο του 2013 άγγιξε τα 110.000 άτομα (Λαζαρέτου, 2014).
Ωστόσο, η πολιτική για τις ΠΔΒ αλλά και γενικά η πολιτιστική πολιτική της Ελλάδας σπανίως έχει σαφείς στόχους, αφού κυρίαρχη υπήρξε σχεδόν πάντοτε η ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς ως «προϊόν» κατανάλωσης από την τουριστική οικονομία. Αυτό σημαίνει ότι ο σύγχρονος ελληνικός πολιτισμός υπήρξε υποβαθμισμένος και ότι οι λιγοστές πολιτικές για τη σύγχρονη δημιουργία (θέατρο, κινηματογράφος, μουσική, εικαστικά, τηλεόραση - ραδιόφωνο κ.α.) δεν ανταποκρινόταν στις πραγματικές ανάγκες της εγχώριας πολιτιστικής παραγωγής.
H ανάπτυξη των ΠΔΒ έχει να προσφέρει πολλά οφέλη σε μια κοινωνία και την τοπική οικονομία. Δίνει το πλεονέκτημα της αναγνωρισιμότητας καθώς και της ταύτισης, της ιστορικής συνέχειας και της συλλογικής αντιπροσώπευσης. Επίσης, ο πολιτισμός και η δημιουργικότητα μπορούν να γίνουν σημαντικές κινητήριες δυνάμεις καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, συμβάλλοντας στην προσέλκυση επενδύσεων, επισκεπτών, επιχειρήσεων, μεγάλων εκδηλώσεων, νέων κατοίκων (Καραχάλης, 2016).
Γενικά, στη σύγχρονη εποχή, που οι πόλεις αναζητούν νέους τρόπους προκειμένου να γίνουν ανταγωνιστικές (Γοσποδίνη και Μπεριάτος, 2006), οι ΠΔΒ μπορούν να αποδειχτούν εξαιρετικός σύμμαχος. Γι’αυτό και η πολιτιστική κληρονομιά, ο πολιτισμός αλλά και οι ΠΔΒ γενικότερα, συχνά έχουν κυρίαρχο ρόλο σε στρατηγικές branding και marketing (Δέφνερ, Καραχάλης και Μεταξάς 2012), αφού συνδέονται περισσότερο από κάθε άλλον τομέα με την εικόνα και την ταυτότητα ενός τόπου (Landry, 2000 · Throsby, 2001). Εξάλλου, η τάση στη σύγχρονη εποχή είναι να δίνεται ολοένα και περισσότερο βάρος στη συμβολική οικονομία και την οικονομία της εμπειρίας (Gilmore και Pine, 1999), καθώς και στη δημιουργία επικέντρων πολιτισμού (culturalclusters) (Gospodini, 2007).
Με βάση το παραπάνω πλαίσιο, η παρούσα εργασία πραγματεύεται την περίπτωση της Λάρισας που, ως ένα δυναμικό και σύγχρονο αστικό κέντρο της χώρας, διαθέτει ικανοποιητικό αριθμό πολιτιστικών υποδομών και δημιουργικών βιομηχανιών, ενώ επίσης αποτελεί και μια πόλη που η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων, χαρίζοντάς της μια πλούσια μνημειακή και κτισμένη κληρονομιά από διάφορες ιστορικές περιόδους. Με βάση αυτό το δεδομένο, η εργασία διερευνά τις δυνατότητες και προοπτικές της πόλης της Λάρισας να αξιοποιήσει τον πολιτισμό και τις ΠΔΒ που διαθέτει και μέσα από την εφαρμογή κατάλληλων στρατηγικών branding/marketing να αποκτήσει ισχυρή ταυτότητα, με στόχο τη βελτίωση της ελκυστικότητας και ανταγωνιστικότητάς της σε εθνικό επίπεδο.
Το άρθρο ξεκινά με τις απαραίτητες εννοιολογικές και θεωρητικές επισημάνσεις για τις Πολιτιστικές και Δημιουργικές Βιομηχανίες (ΠΔΒ), καθώς και με μεθοδολογικά ζητήματα της έρευνας που πραγματοποιήθηκε. Ακολούθως, παρουσιάζονται βασικά στοιχεία για την πόλη, καθώς και οι προσπάθειες (αστικές παρεμβάσεις) του Δήμου για την αναβάθμιση της Λάρισας. Η εργασία επικεντρώνεται στην κριτική καταγραφή των υπαρχουσών ΠΔΒ, καθώς και της υλικής και άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της πόλης. Ακολουθεί αξιολόγηση της πολιτιστικής δυναμικής αλλά και των προοπτικών της πόλης να επενδύσει στις πολιτιστικές και δημιουργικές της βιομηχανίες, για τη διαμόρφωση μιας πιο ισχυρής πολιτιστικής ταυτότητας, με τη χρήση των κατάλληλων εργαλείων branding και marketing τόπου.
2. Μεθοδολογικές επισημάνσεις
Η εργασία αποτελεί προϊόν έρευνας που υλοποιήθηκε στο πλαίσιο διπλωματικής εργασίας για το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Αστική Ανάπτυξη και Ανάπλαση», του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με συντελεστές τους συγγραφείς του παρόντος άρθρου.
Η τεκμηρίωση της εργασίας στηρίχτηκε σε δύο κυρίως άξονες: α) εντοπισμός βιβλιογραφίας και λοιπών ντοκουμέντων κυρίως μέσα από τις βιβλιοθήκες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (και των διασυνδέσεων τους με άλλες εθνικές και διεθνείς βάσεις ντοκουμέντων και αρθρογραφίας), καθώς και έρευνα στα αρχεία του Δήμου Λάρισας και β) επιτόπια έρευνα στην πόλη για την επιλεκτική καταγραφή στοιχείων και τη λήψη φωτογραφικών ντοκουμέντων για τις ΠΔΒ της πόλης. Η έρευνα δεν περιέλαβε την πραγματοποίηση συνεντεύξεων με εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης, λόγω της θέσης της συντάκτριας της διπλωματικής εργασίας στην Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου Λαρσαίων και της μακροχρόνιας ενασχόλησής της με την πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά αλλά και τις αστικές αναπλάσεις της πόλης.
Η επιτόπια έρευνα και καταγραφή των ΠΔΒ της πόλης, πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2016. Η κωδικοποίηση των στοιχείων (που παρουσιάζεται στους Πίνακες 1 και 2), έγινε με βάση τις ακόλουθες κατηγορίες:
■ Υποδομές και Βιομηχανίες Πολιτισμού: δηλαδή δομές και χώροι αφιερωμένοι στην έκθεση πολιτιστικών αγαθών αλλά και στην προαγωγή του πολιτισμού,
■ Μνημεία - Κτισμένη κληρονομιά: της αρχαιότητας ή της νεότερης εποχής, που τελούν σε καθεστώς κήρυξης και προστασίας είτε από το Υπουργείο Πολιτισμού είτε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος (συχνά, τέτοια μνημεία μπορεί να φιλοξενούν χρήσεις πολιτισμού, δηλαδή να αποτελούν και υποδομές πολιτισμού),
■ Πολιτιστικές εκδηλώσεις - Φεστιβάλ: σε σχέση με τα τοπικά ήθη και έθιμα ή ακόμη και σε σχέση με ειδικά γεγονότα και εκδηλώσεις της σύγχρονης ζωής της πόλης.
3. Η περίπτωση της Λάρισας
3.1 Γενικά στοιχεία για την πόλη
Η Λάρισα είναι μια σύγχρονη Ευρωπαϊκή πόλη, στην καρδιά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Είναι έδρα της Περιφέρειας Θεσσαλίας και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα και πιο αναπτυσσόμενα αστικά και εμπορικά κέντρα της χώρας καθώς και συγκοινωνιακό κόμβο (Κουτσιαυτούλη, 2008 . Γότα, 2013). Σύμφωνα με το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα του Δήμου Λαρισαίων 2015-2019, οι υπηρεσίες και γενικά ο τριτογενής τομέας κυριαρχεί (77,26%), ενώ ακολουθούν ο δευτερογενής με ποσοστό 17,26 % και ο πρωτογενής με ποσοστό 5,48%.
Πληθυσμιακά, η Λάρισα ανήκει στις πόλεις μεσαίου μεγέθους (βάσει των ευρωπαϊκών προδιαγραφών), με σημαντικές τάσεις αστικοποίησης του πληθυσμού (κατοικεί σε αυτή το 44,8% του πληθυσμού της Π.Ε. Λάρισας) (Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Λαρισαίων 2015¬2019). Στην ουσία πρόκειται για Πολεοδομικό Συγκρότημα, το οποίο σήμερα εκτείνεται στους παλαιούς Καποδιστριακούς Δήμους Λαρισαίων, Γιάννουλης και Κοιλάδας. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2011, η Λάρισα έχει μόνιμο πληθυσμό 161.339 κατοίκους και κατατάσσεται στην 5η θέση των αστικών κέντρων της χώρας.
Γεωμορφολογικά, το αστικό κέντρο της Λάρισας εντοπίζεται σε υψόμετρο περίπου 70μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και σε απόσταση από αυτή. Η πόλη είναι χτισμένη ένθεν και ένθεν του Πηνειού ποταμού και περιβάλλεται από τη θεσσαλική πεδιάδα. Λίγα χιλιόμετρα βορειότερα βρίσκονται οι ορεινοί όγκοι του Ολύμπου και του Κισσάβου.
Σύμφωνα με τον αρχαίο συγγραφέα Στράβωνα, η λέξη Λάρισα προέρχεται από τη πελασγική λέξη «λάα» που σημαίνει Φρούριο ή Ακρόπολη. Από αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν εντοπιστεί στο υπέδαφος της σημερινής πόλης, αποδεικνύεται ότι η κατοίκηση της Λάρισας χρονολογείται από τη νεολιθική εποχή (6500 - 3000 π.Χ.), αποτελώντας μία από τις αρχαιότερες πόλεις στον κόσμο (Γαλλής, 1973).
Καθ’ όλη τη μακραίωνη κατοίκησή της, η Λάρισα (και ιδίως το ιστορικό της κέντρο) έχουν δεχθεί σειρά επιρροών και επεμβάσεων, που έχουν συντελέσει καθοριστικά στη διαμόρφωση της σημερινής δομής και όψης της πόλης αλλά και της υλικής και άυλης πολιτιστικής της κληρονομιάς. Στην ενότητα που ακολουθεί παρουσιάζεται συνοπτικά η εξέλιξη αυτή, καθώς και οι νεότερες παρεμβάσεις του Δήμου Λαρισαίων για τη διαμόρφωση και αναβάθμιση της σύγχρονης όψης της πόλης.
3.2 Το αστικό περιβάλλον ως φορέας πολιτισμού και ανάπτυξης της Λάρισας
H Λάρισα αποτελεί σημαντικό αγροτικό και διοικητικό κέντρο ήδη από την κλασική αρχαιότητα. Σύμφωνα με έρευνες για την πολεοδομική ιστορία της πόλης (Ζορμπά, 2010), η Λάρισα ξεκίνησε να δομείται με βάσει το αττικό ακανόνιστο σύστημα κατά την κλασσική εποχή (500 - 323 π.Χ.) και ακολούθως με το ιπποδάμειο (ελληνιστική περίοδος 338 - 30 π.Χ.). Ωστόσο, από το 344 π.Χ. έως το 1210 μ.Χ. η πόλη δέχτηκε σειρά επιδρομών και οδηγήθηκε στα όρια της εγκατάλειψης (Αβραμέα, 1974 · Δεριζιώτης, 1985).
Από τη διασπορά των κτιριακών λειψάνων, διαπιστώνεται ότι η έκταση της Λάρισας παρέμεινε ίδια από την ελληνιστική έως και την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος - 7ος αιώνας μ.Χ.), με εξαίρεση την περίοδο καταστροφής της πόλης από τους Βησιγότθους (4ος μ.Χ. αιώνας) κατά την οποία η κατασκευή της βυζαντινής οχύρωσης φαίνεται να περιόρισε σημαντικά την εντός των τειχών πόλη, εσωκλείοντας κυρίως την ακρόπολη, το λόφο του Φρουρίου και την κάτω πόλη και αφήνοντας εκτός των τειχών αρκετά δημόσια και ιδιωτικά κτίρια (Γκλεγκλέ, 2006).
Με τη διείσδυση των Οθωμανών και την κατάκτηση από αυτούς (το 1392 και το 1423 αντίστοιχα), η Λάρισα παρέμεινε χωρίς τείχη έως το 1827/1828, οπότε και κατασκευάστηκε μέτωπο στη νότια και ανατολική περιοχή, προς την πεδιάδα. Το μέτωπο αυτό σε συνδυασμό με την κοίτη του Πηνειού (στα βόρεια και δυτικά) δημιούργησαν το νέο όριο μέσα στο οποίο ξεκίνησε να απλώνεται το μεγαλύτερο τμήμα της πόλης (Αβραμέα, 1974· Παλιούγκας, 1996). Η χρόνια παραμονή των Τούρκων επηρέασε σημαντικά την πολεοδομική οργάνωση της Λάρισας. Έτσι, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας η πόλη παρουσίασε τη δομή μιας τυπικής οθωμανικής πόλης, προσαρμοσμένης στα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής (Γαλλής, 1973). Αργότερα, η πόλη επεκτάθηκε διεισδύοντας στην περιβάλλουσα ύπαιθρο, με τον πολεοδομικό ιστό να αναπτύσσεται σε δαιδαλώδη διάταξη (Παλιούγκας, 1996).
Στο πιο πρόσφατο παρελθόν (δεκαετία του 1970), η πολεοδομική οργάνωση της Λάρισας ακολούθησε άκαμπτα και αυστηρά πρότυπα, ενώ οι τρεις βασικές λειτουργίες του κέντρου της (διοίκηση, εμπόριο, κατοικία) συνέχισαν να αρθρώνονται ακολουθώντας τα πρότυπα του παλαιότερου ιστού, προσαρμοσμένα στη μορφή του εδάφους. Το 1986 θεσμοθετείται νέο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο, ενώ το 1988 -1989 το σχέδιο της πόλης επεκτείνεται και πάλι, συντελώντας στη σημερινή μορφή και εξάπλωση της πόλης (Μανουσάκη, 2010).
Αναμφίβολα, το σημερινό κέντρο της Λάρισας αποτέλεσε διαχρονικά τον εμπορικό, διοικητικό και πολεοδομικό πυρήνα της πόλης, με αποτέλεσμα σήμερα να συγκεντρώνεται η συντριπτική πλειονότητα της υλικής και κτισμένης κληρονομιάς (Αϊβαλιώτου, 2008). Ο Δήμος Λαρισαίων, αναγνωρίζοντας την κληρονομιά αυτή, προχώρησε ήδη από τη δεκαετία του 1980, σε σειρά έργων, με στόχο τη λειτουργική αξιοποίηση και την πολεοδομική αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου:
• Κατασκευάζοντας εκτεταμένο δίκτυο πεζοδρόμων και ενοποιώντας τους αρχαιολογικούς χώρους, για την ανάδειξη της ιστορικής ταυτότητας της πόλης
• Υιοθετώντας κυκλοφοριακές ρυθμίσεις σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης κινητικότητας (περιορισμός χρήσης Ι.Χ., διευκόλυνση κίνησης πεζών, δημιουργία δικτύου ποδηλατοδρόμων και κατασκευή χώρων στάθμευσης).
• Υλοποιώντας έργα αναβάθμισης του αστικού πρασίνου στο κέντρο της πόλης και φυσικής σύνδεσης της πόλης με τον Πηνειό ποταμό.
Στην ουσία τα παραπάνω έργα ξεκίνησαν να κατασκευάζονται τον Αύγουστο του 1985, ύστερα από μελέτη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου Λαρισαίων για την πεζοδρόμηση της κεντρικής περιοχής της πόλης. Ειδικότερα, σε πρώτη φάση, αποκλείστηκε η κυκλοφορία των οχημάτων στο κέντρο της πόλης και πεζοδρομήθηκαν τα πρώτα τμήματα των οδών Πανός, Κούμα και Ασκληπιού (μήκους 1.700μ.), διαμορφώνοντας ένα από τα εκτενέστερα δίκτυα πεζοδρόμων της Ευρώπης (συμπεριλαμβάνοντας εκτός από οδούς και τρεις πλατείες: Κεντρική πλατεία, Πλατεία Ταχυδρομείου, πλατεία Λαμπρούλη). Τα έργα αυτά ολοκληρώθηκαν το 1992.
Το 1996 ξεκίνησε η δεύτερη φάση έργων, τα οποία περιέλαβαν την πεζοδρόμηση της περιοχής του Λόφου Φρουρίου και ειδικότερα των οδών Παπαναστασίου, Βενιζέλου και Ηφαίστου. Παράλληλα με τα έργα του Δήμου, το Υπουργείο Πολιτισμού ανέλαβε την αποκάλυψη και αναστήλωση του Αρχαίου Θεάτρου, που αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία του 3ου αιώνα π.Χ. και τοπόσημο στην καρδιά της πόλης (Αϊβαλιώτου, 2008). Τα έργα πεζοδρόμησης της δεύτερης αυτής φάσης ολοκληρώθηκαν το 2006 (με την καταλυτική συνεργασία Δήμου Λαρισαίων και Υπ. Πολιτισμού - Κ.Α.Σ.), διαμορφώνοντας τελικά ένα εκτεταμένο δίκτυο πεζοδρόμων στο ιστορικό κέντρο της πόλης, το οποίο έως και σήμερα αποτελεί τη σημαντικότερη αστική παρέμβαση (Γιοβρή, 2011), τόσο γιατί βελτίωσε αισθητά την ποιότητα ζωής, όσο και γιατί κατάφερε να εντάξει αρμονικά και λειτουργικά στην καθημερινότητα των πολιτών και των επισκεπτών τη σημαντικότερη κτισμένη κληρονομιά της Λάρισας.
Η τελευταία περίοδος παρεμβάσεων, έλαβε χώρα στο πλαίσιο του έργου βιοκλιματικής αναβάθμισης του ιστορικού κέντρου της πόλης. Η παρέμβαση κάλυψε 15.865 μ2 υπαίθριων χώρων και περιέλαβε τα ακόλουθα έργα: πεζοδρόμηση του υπολοίπου τμήματος της οδού Βενιζέλου, διαμόρφωση των παραπλεύρων οδών αυτής (Σκυλοσόφου και Πολυκάρπου), ανάπλαση της οδού Μελετίου μέχρι την οδό Κενταύρων, ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου πέριξ της εκκλησίας του Αγ. Αχιλλείου, ανάπλαση του δυτικού τμήματος του λόφου Φρουρίου και τέλος, πεζοδρόμηση της οδού Μητροπολίτου Αμβροσίου. Το έργο ολοκληρώθηκε το 2016, υπό την επίβλεψη της Τεχνικής Υπηρεσίας του Δήμου και μέσω αυτού επετεύχθη:
• η φυσική σύνδεση του κέντρου της πόλης με την παραποτάμια ζώνη και τον οικολογικό και βιολογικό πλούτο που εντοπίζεται εκεί,
• η ουσιαστική διεύρυνση του δικτύου περιπάτου και αναψυχής στο κέντρο της πόλης, διασυνδέοντας την πλούσια φυσική και πολιτιστική κληρονομιά της Λάρισας και ανάγοντας το υδάτινο στοιχείο (Πηνειός ποταμός) σε οργανικό και λειτουργικό στοιχείο της πόλης.
Πηγή: Ιδία επεξεργασία από μελέτη βιώσιμης αστικής κινητικότητας Δ. Λαρισαίων
Αναμφίβολα, η υλοποίηση όλων των παραπάνω έργων, φανερώνει μια διαχρονική προσήλωση της τοπικής αρχής της Λάρισας στη βελτίωση και αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος της πόλης, καθώς και αναγνώρισης του καταλυτικού ρόλου που οι αστικές αναπλάσεις μπορούν να παίξουν: α) στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων και των επισκεπτών, β) στην οικονομική ανάπτυξη και ευημερία του τόπου και γ) στην πολιτισμική ανάπτυξη της πόλης.
3.3 Η πολιτιστική και δημιουργική βιομηχανία της Λάρισας
Η Λάρισα αποτελεί μια πόλη με μεγάλη ιστορία, λόγω της διαρκούς κατοίκησής της επί δεκάδες αιώνες. Εκτός όμως από τα απομεινάρια του παρελθόντος (τα οποία παραμένουν εμφανή στο σημερινό ιστό της πόλης), η Λάρισα αποτελεί μια πόλη, με έντονη πολιτιστική ζωή και πολιτισμική ανάπτυξη. Στην παρούσα ενότητα, εκτός από τα μνημεία του παρελθόντος (που αποτελούν μαρτυρίες της σημαντικής ιστορίας της πόλης), παρουσιάζονται και αξιολογούνται και όλες εκείνες οι σύγχρονες δομές και υποδομές πολιτισμού και κουλτούρας της πόλης.
> Υποδομές και Βιομηχανίες Πολιτισμού
Ως ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της χώρας, η Λάρισα διαθέτει πολλές και σημαντικές υποδομές και βιομηχανίες πολιτισμού, οι οποίες χωροθετούνται ως επί το πλείστον εντός του αστικού ιστού και ιδίως στο ιστορικό κέντρο. Οι πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες της Λάρισας παρατίθενται στο Πίνακα 1, με βάση τις ακόλουθες κατηγορίες: α) Μουσεία και Εκθέσεις, β) Πνευματικά Κέντρα και Βιβλιοθήκες, γ) Σύγχρονοι πολυχώροι πολιτισμού, δ) Θέατρα και κινηματογράφοι, ε) Τηλεόραση και Ραδιόφωνο, στ) Μουσικά Ωδεία.
Οι υποδομές αυτές, εκτός από κινητήριος μηχανισμός παραγωγής τέχνης και πολιτισμού, επιτυγχάνουν ταυτόχρονα να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των κατοίκων για την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου τους καθώς και να αποτελέσουν πυρήνα προσέλκυσης επισκεπτών, συμβάλλοντας έτσι στην πολιτιστική ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής και της πόλης.
> Μνημεία - κτισμένη κληρονομιά
Λόγω της μακραίωνης ιστορίας και κατοίκησης της Λάρισας, ο πολεοδομικός ιστός είναι πλούσιος σε ιστορικά και αρχαιολογικά μνημεία, τα οποία εντοπίζονται κυρίως στο ιστορικό κέντρο της πόλης (βλέπε Χάρτη 3). Όπως προκύπτει και από τον Πίνακα 2, τα μνημεία της αρχαιότητας αποτελούν επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους, ενώ ενίοτε φιλοξενούν θεατρικές παραστάσεις, λειτουργώντας με βάση την αρχική τους (αρχαία) χρήση.
Από την άλλη πλευρά, τα μνημεία της βυζαντινής εποχής (οθωμανικά μνημεία), λόγω της καλής τους φυσικής κατάστασης συχνά αξιοποιούνται είτε για χρήσεις πολιτισμού, είτε για αναψυχή. Τέλος, η νεότερη κτισμένη κληρονομιά, που συνήθως είναι ιδιωτικού ιδιοκτησιακού καθεστώτος, συχνά εμφανίζει κακή φυσική κατάσταση, ενώ όταν χρησιμοποιείται, φιλοξενεί ποικίλες χρήσεις, με επικρατέστερες τις υπηρεσίες και την αναψυχή.
Επομένως, αυτό που γίνεται αντιληπτό είναι ότι, η κτισμένη κληρονομιά της Λάρισας εκτός από μνημειακή αξία, συχνά αξιοποιείται και για να φιλοξενήσει χρήσεις πολιτισμού, συμβάλλοντας έτσι την προαγωγή και παραγωγή του σύγχρονου πολιτισμού της πόλης.
> Πολιτιστικές εκδηλώσεις - Φεστιβάλ
Ως ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της χώρας, η Λάρισα παρουσιάζει έντονη πολιτιστική δραστηριότητα ήδη από τον 20ο αιώνα. Ενδεικτικά, οι πρώτοι πανελλήνιοι ιππικοί αγώνες και οι πρώτοι γυμναστικοί και ποδηλατικοί αγώνες καθιερώνονται στην πόλη ήδη από το 1911. Οι πολιτιστικές εκδηλώσεις στην πόλη της Λάρισας λαμβάνουν χώρα καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Άλλοτε διοργανώνονται με πρωτοβουλία του Δήμου Λαρισαίων, άλλοτε των πολυάριθμων πολιτιστικών συλλόγων της περιοχής (που δραστηριοποιούνται από το μακρύ παρελθόν της πόλης) και άλλοτε με ιδιωτική πρωτοβουλία. Επιγραμματικά, οι κυριότερες πολιτιστικές εκδηλώσεις - φεστιβάλ, που λαμβάνουν χώρα στη Λάρισα (και συχνά λειτουργούν ως μέσο προβολής της πόλης και πόλος έλξης επισκεπτών), είναι:
■ τα Αχίλλεια: πρόκειται για το πιο παλιό φεστιβάλ της πόλης, που διοργανώνεται υπό την αιγίδα του Πολιτιστικού Οργανισμού του Δήμου Λαρισαίων. Ξεκίνησε το 1980 και πραγματοποιείται κάθε χρόνο το Μάιο, προς τιμήν του πολιούχου Αγίου Αχιλλείου, περιλαμβάνοντας θρησκευτικές, πολιτιστικές, αθλητικές, λαογραφικές, κ.ά εκδηλώσεις., με τη συμμετοχή τόσο συλλόγων της πόλης όσο και μεγάλων καλλιτεχνών, αθλητών, επιστημόνων από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Επίσης, εκείνες τις ημέρες διοργανώνεται και το ιστορικό Ράλι Ολύμπου, με εκκίνηση από τη Λάρισα και τερματισμό στην Ελασσόνα.
■ το Φεστιβάλ Πηνειού ή «Γιορτές Πηνειού»: διοργανώνεται στις όχθες του Πηνειού κάθε Ιούνιο. Ξεκίνησε το 2000 με αφορμή τα έργα ανάπλασης και σύνδεσης του ποταμού με τον ιστό της πόλης. Στην παρόχθια ζώνη, λειτουργούν ενημερωτικά περίπτερα από φορείς και συλλόγους της Λάρισας (και όχι μόνο), ενώ επίσης λαμβάνουν χώρα θεατρικές και μουσικές παραστάσεις, προβολές ταινιών και ποικίλες άλλες δραστηριότητες.
■ το Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ: Πόλος έλξης για κινηματογραφόφιλους και δημιουργούς από όλη την Ελλάδα. Πραγματοποιείται συνήθως το Φεβρουάριο. Την προσπάθεια συνδράμουν το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, το ΤΕΙ Θεσσαλίας και το Γαλλικό Ινστιτούτο Λάρισας.
■ το Μεσογειακό Φεστιβάλ νέων κινηματογραφιστών: απευθύνεται σε νέους κινηματογραφιστές ηλικίας 22 - 29 ετών. Διεξάγεται από το 1993, κάθε χρόνο την άνοιξη και υποστηρίζεται από τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Λαρισαίων, το Υπουργείο Πολιτισμού, τη Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς και την ΕΡΤ. Το Φεστιβάλ φιλοξενεί ταινίες μικρού μήκους και περιλαμβάνει δύο διαφορετικά διαγωνιστικά τμήματα: το ‘Διεθνές’ και το ‘Μεσογειακό’.
■ το Φεστιβάλ Θεάτρου Δρόμου: διοργανώνεται από το 2012 από την Περιφέρεια Θεσσαλίας με τη συνεργασία του Γαλλικού Ινστιτούτου Λάρισας και της πολιτιστικής ομάδας ‘Artfools’. Φιλοξενούνται επιτυχημένες παραστάσεις από διάφορα θέατρα της χώρας(υπό τη διεύθυνση του Θεσσαλικού Θεάτρου). Οι ‘Θεατρικές Συναντήσεις’ πραγματοποιούνται κάθε φθινόπωρο ενώ η ‘Θεατρική Άνοιξη’ κάθε άνοιξη.
■ το Φεστιβάλ Παραστατικών Τεχνών: ξεκίνησε πρώτη φορά το Σεπτέμβριο του 2014 και φιλοξενήθηκε στο Μύλο του Παπά. Η δράση διοργανώθηκε από το Συνεργείο Μουσικού Θεάτρου - Σ.Μου.Θ. υπό την αιγίδα της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού και Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων και περιλάμβανε τριήμερες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.
■ το Διεθνές Χορωδιακό Φεστιβάλ: πραγματοποιείται κάθε χρόνο τον Οκτώβριο. Διοργανώνεται από το Μουσικό Σύλλογο Λάρισας, με την υποστήριξη της περιφέρειας Λάρισας, του Δήμου Λαρισαίων και των Οργανισμών του. Πρόκειται για έναν καταξιωμένο πολιτιστικό θεσμό, με εθνική αλλά και διεθνή εμβέλεια.
■ τα Ιπποκράτεια. γίνονται κάθε δύο χρόνια τον Οκτώβριο και είναι αφιερωμένα στον πατέρα της Ιατρικής, Ιπποκράτη. Διοργανώνονται από τον Πολιτιστικό Οργανισμό του Δήμου Λαρισαίων σε συνεργασία με φορείς της πόλης. Διαρκούν τρεις ημέρες και στο διάστημα αυτό γίνονται επιστημονικές ιατρικές ανακοινώσεις, καθώς και πολιτιστικές εκδηλώσεις (π.χ. επίσκεψη Μουσείου Ιπποκράτη, εκθέσεις ζωγραφικής και βιβλίου, μουσικές εκδηλώσεις κ.ά.)
■ η Εβδομάδα Χορού, πραγματοποιείται με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα χορού και διοργανώνεται από την Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών, στον Μύλο Παππά και σε δρόμους της πόλης.
■ το Παραδοσιακό Χωριό, πραγματοποιείται σε ετήσια βάση, στην κεντρική πλατεία της πόλης με στόχο την προβολή των τοπικών παραδοσιακών και χειροποίητων προϊόντων αλλά και των δράσεων των γυναικείων πολιτιστικών συλλόγων και των αγροτουριστικών συνεταιρισμών της ευρύτερης περιοχής.
■ η Έκθεση βιβλίου, πραγματοποιείται κάθε χρόνο στην κεντρική πλατεία της πόλης, λαμβάνει χώρα για μια εβδομάδα τον μήνα Μάιο, σε συνεργασία του Δήμου Λαρισαίων με την Ένωση Βιβλιοπωλών Λάρισας.
4. Αξιολόγηση και συμπεράσματα: ΠΔΒ και η νέα ταυτότητα της πόλης
Η πόλης της Λάρισας έχει το προνόμιο να αποτελεί μια από τις αρχαιότερες πόλεις στον κόσμο και να φιλοξενεί σημαντικά δείγματα μνημειακής κληρονομιάς από διάφορες ιστορικές περιόδους. Επίσης, ως μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της σύγχρονης Ελλάδας, έχει καταφέρει να διαθέτει πλήθος αξιόλογων Πολιτιστικών και Δημιουργικών Βιομηχανιών (ΠΔΒ), οι οποίες παρά την οικονομική συγκυρία συνεχίζουν να εμπλουτίζονται και να αναβαθμίζονται καθ’ όλα τα τελευταία χρόνια, συμβάλλοντας στην περαιτέρω πολιτισμική ανάπτυξη της πόλης.
Το γεγονός ότι οι ΠΔΒ άνθισαν και εξακολουθούν να ανθίζουν στην πόλη της Λάρισας, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στα έργα αστικής ανάπλασης που ξεκίνησαν να υλοποιούνται στο ιστορικό κέντρο της πόλης εδώ και τρεις δεκαετίες (και συνεχίζονται μέχρι και σήμερα). Άλλωστε το ιστορικό κέντρο της πόλης, αποτελεί το κατ’ εξοχήν «σκηνικό» επί του οποίου λαμβάνουν χώρα τα περισσότερα πολιτιστικά δρώμενα και εκδηλώσεις, ενώ εντοπίζεται και το μεγαλύτερο μέρος της μνημειακής και κτισμένης κληρονομιάς της πόλης. Γι’ αυτό και με τις αστικές αναπλάσεις που πραγματοποιήθηκαν καθ’ όλες τις περασμένες δεκαετίες, κατέστη εφικτό όχι απλώς να αναβαθμιστεί και να γίνει πιο ενδιαφέρον ως αστικό περιβάλλον, αλλά κυρίως να γίνει πιο φιλόξενο τόσο στους κατοίκους και τους επισκέπτες όσο και στον ίδιο τον πολιτισμό και τις πολιτιστικές δράσεις.
Ωστόσο, παρά τα παραπάνω επιτεύγματα και τη διαρκή άνθιση των ΠΔΒ, η πόλη της Λάρισας δεν έχει καταφέρει να επωφεληθεί τα μέγιστα από αυτές. Η υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά της πόλης, δεν έχει τύχει της απαιτούμενης απήχησης και αναγνώρισης σε εθνικό (ή/και διεθνές) επίπεδο, ούτε έχει καταφέρει να αποτελέσει πόλο έλξης επισκεπτών από διάφορες περιοχές και πόλεις, πολύ πέρα από τα όρια της Περιφέρειας. Εάν όμως η Λάρισα επιθυμεί να πετύχει τους παραπάνω στόχους, θα πρέπει άμεσα να προχωρήσει στη διαμόρφωση και εφαρμογή ενός σχεδίου branding και marketing, στηριγμένο στην πλούσια υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά της πόλης, αλλά και στο αναβαθμισμένο αστικό της περιβάλλον. Αναμφίβολα, οι υπάρχουσες ΠΔΒ είναι αρκετά ικανοποιητικού επιπέδου και μπορούν να αποτελέσουν μια καλή βάση, για το «χτίσιμο» μιας αποτελεσματικής στρατηγικής τέτοιου τύπου.
Τα οφέλη για τη Λάρισα από την εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής branding και marketing πόλης, μπορεί να είναι πολλαπλά τόσο σε οικονομικό, όσο σε κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο. Ειδικότερα, η διαμόρφωση ισχυρής ταυτότητας και brand γύρω από τον πολιτισμό, μπορεί να συμβάλει καθοριστικά: α) στην προσέλκυση μεγαλύτερου αριθμού επισκεπτών και μάλιστα με αρκετή εξάπλωση στο χρόνο, β) στην προσέλκυση νέων επενδύσεων στην ευρύτερη περιοχή της πόλης, γ) στη συγκράτηση του πληθυσμού ή και την προσέλκυση νέων κατοίκων, με ιδιαίτερη κουλτούρα και ενδιαφέρον για τον πολιτισμό, δ) στην προσέλκυση ειδικών γεγονότων (συνέδρια, εορτασμούς επιτυχημένων θεσμών κλπ), ε) στη βελτίωση της ελκυστικότητας και ανταγωνιστικότητας της πόλης και στ) στην περαιτέρω πολιτιστική ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
- Αβραμέα Α., (1974),# Βυζαντινή Θεσσαλία μέχρι του 1204. Συμβολή εις την ιστορικήν Γεωγραφίαν, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα: Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών: Φιλοσοφική Σχολή.
- Αιβαλιώτου Α. (2008), “Πολεοδομική Ανασυγκρότηση του ιστορικού κέντρου, Λάρισα 8000χρόνια Νεότητας”, Συλλογικό Έργο Δήμου Λαρισαίων, Λάρισα.
- Αυδίκος Β. (2014), Οι πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες στην Ελλάδα, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.
- Γαλλής Κ. (1973), Ανασκαφές στη Θεσσαλία: Πρόσφατα αποκτήματα του μουσείου Λάρισας, Εκδόσεις: Λαρισαϊκά Γ ράμματα, Λάρισα.
- Γιοβρή Ε., (2011), Αναγκαιότητα Διασφάλισης, Σχεδιασμός και Δικτύωση Αστικών Υπαίθριων Χώρων στην Πόλη της Λάρισας σύμφωνα με τις Αρχές του Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού, Διπλωματική Εργασία, ΠΜΣ Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Πόλεων και Κτιρίων, Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα.
- Γκλεγκλέ Λ., (2006). 1ο Διεθνές Συνέδριο Ιστορίας & Πολιτισμού της Θεσσαλίας (9 -11 Νοεμβρίου 2006, Θεσσαλία, Ελλάδα), Τόμος ΙΙ, Αθήνα, Εκδόσεις: Αλέξανδρος ΕΠΕ.
- Γοσποδίνη Α. και Μπεριάτος Η.(2006), “Μετασχηματισμοί των Αστικών Τοπίων στις Συνθήκες της Παγκοσμιοποίησης, του Ανταγωνισμού των Πόλεων και των Μεταμοντέρνων Κοινωνιών”, Τα Νέα Αστικά Τοπία και η Ελληνική Πόλη, Αθήνα: Κριτική.Σελ.4-15.
- Γότα Β., (2013), Πόλη και Παραποτάμια Ανάπτυξη: Η περίπτωση της Λάρισας, Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Βόλος, Τμήμα ΜΧΠΠΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
- Δεριζιώτης Λ., (1985), “Παλαιοχριστιανικά κτίσματα της πόλης της Λάρισας”, Πρακτικά Α' Ιστορικού - Αρχαιολογικού Συμποσίου, Λάρισα.
- Δέφνερ, Α., Καραχάλης, Ν., & Μεταξάς, Θ. (2012), “Το μάρκετινγκ και branding τόπου στην Ελλάδα: Η θεωρία, η πρακτική και η διδασκαλία ενός πολυεπιστημονικού αντικειμένου”. Στο Α. Δέφνερ& Ν. Καραχάλης (Επιμ.), Marketing και Branding του Τόπου: H Λιεθνής Εμπειρία και η Ελληνική Πραγματικότητα. Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.(σελ. 17-40)
- Ζορμπά Μ., (2010),Το άστυ και η Χώρα της Λάρισας και των Φερών από τη Πρωτογεωμετρική έως την Υστερορωμαική περίοδο, Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας (ΙΑΚΑ), Βόλος, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
- Καραχάλης Ν.Γ. (2016), “Στρατηγικές διαχείρισης της εικόνας και της προβολής των πόλεων (citybranding) και πολιτιστική αναζωογόνηση”, στο Ι. Πούλιος κ.ά. (επιμ.) Πολιτισμική Διαχείριση, Τοπική Κοινωνία και Βιώσιμη Ανάπτυξη. Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα www.kallipos.gr
- Κουτσιαφτούλη Ε. (2008),Μεσαίου μεγέθους Ελληνικές πόλεις, Προαστιοποίηση και Διάχυτη Οικιστική Ανάπτυξη: Η περίπτωση της Λάρισας, Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Βόλος, Τμήμα ΜΧΠΠΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
- Κωτούλα Μ. (2017), Πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες και αστική ανάπτυξη: η περίπτωση της Λάρισας, Διπλωματική Εργασία, ΠΜΣ Αστική Ανάπλαση και Ανάπτυξη, Βόλος: Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
- Λαζαρέτου Σ. (2014), Η έξυπνη οικονομία: «πολιτιστικές» και «δημιουργικές» βιομηχανίες στην Ελλάδα. Μπορούν να αποτελέσουν προοπτική εξόδου από την κρίση; Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών - Τμήμα Ειδικών Μελετών, Αθήνα: Τράπεζα της Ελλάδας Δικτυακός τόπος: www.bankofgreece.gr.
- Μανουσάκη Φ., (2010), Το περιβάλλον ως συνιστώσα του Πολεοδομικού Σχεδιασμού: Παρεμβάσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη της κεντρικής περιοχής της πόλης της Λάρισας, Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Βόλος, Τμήμα ΜΧΠΠΑ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
- Παλιούγκας Θ. (1996). Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμος 1ος, Εκδόσεις: Μάτι.
- Παπαγεωργίου Μ., (2016),Ζητήματα χωρικού σχεδιασμού, ανάδειξης και προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, Σημειώσεις Μαθήματος Αστική Ανάπλαση και Πολιτιστική Κληρονομιά, Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.
- Περιφέρεια Θεσσαλίας, Διεύθυνση Αναπτυξιακού Προγραμματισμού (2011), Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Περιφέρειας Θεσσαλίας: Α’ Φάση, Στρατηγικός Σχεδιασμός. Διαθέσιμο στο Διαδίκτυο: http://www.pthes.gov .gr/data/stratsxed/epixprogr.
Ξενόγλωσση
- CISAC και UNESCO (2015), Cultural Times: the first global map of cultural and creative industries. Έκδοση CISAC (International Confederation of Societies of Authors and Composers CISAC) και UNESCO (United Nations Educational, Scientific and Cultural Organization, UNESCO) - προσβάσιμο στο http://unesdoc.unesco.org/images/0023/002357/235710E.pdf
- Gilmore, J., rapine, J. (1999). The Experience Economy: Work is Theatre & Every Business a Stage. Boston: Harvard Business School Press.
- Gospodini A. (2007), “The Landscapes of Cultural and Leisure Economies in Greek Cities”, στοΑειχώρος, Vol.6 (1). Pp.10-29.
- Landry, C. (2000), The Creative City: A Toolkit for Urban Innovators, London: Earthscan Publishers.
- Throsby D., (2001). Economics and Culture. Cambridge: Cambridge University Press.
- Unesco (2006), Understanding creative industries, cultural statistics for public policy making, ανακτήθηκε 22 Ιανουαρίου, 2017, από την ηλεκτρονική διεύθυνση: http://portal.unesco.org/culture/en/files/30297/11942616973cultural_stat_EN.pdf/cultural_stat_EN.pdf
*Δεύτερο Πανελλήνιο Συνέδριο Marketing & Branding Τόπου, Λάρισα 31 Μαρτίου-2 Απριλίου 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.