Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

Αποδοµώντας την τουριστική αφίσα: σηµειωτική ανάλυση στο βασικό µέσο προώθησης του ελληνικού τουρισµού

#ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΤΣΟΒΑΣΙΛΗ Αρχιτέκτων Μηχανικός, MSc «Πολεοδοµία-Χωροταξία», Τµήµα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

Αναπόσπαστο κοµµάτι της µεγάλης διαφηµιστικής εκστρατείας του Ελληνικού Οργανισµού Τουρισµού (Ε.Ο.Τ.), για την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό, είναι η τουριστική αφίσα. Η αφίσα είναι ένα µέσο που πρωτοεµφανίστηκε στα µέσα του 19ου αιώνα και το οποίο καθιερώθηκε γρήγορα ως εργαλείο επικοινωνίας, προβολής και πληροφόρησης, λόγω της πολλαπλότητας της αλλά και της ευρείας διασποράς της. 
Η ελληνική τουριστική αφίσα έκανε την εµφάνιση της στις αρχές του 20ου αιώνα και η κορύφωση της συµπίπτει χρονικά µε την περίοδο που επανιδρύθηκε ο Ε.Ο.Τ. (δεκαετία 1950).  
Η τουριστική αφίσα µπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα εικαστικό έργο το οποίο µε τη βοήθεια της φωτογραφίας, της ζωγραφικής, των ψηφιακών εφέ και των σλόγκαν αποτελεί µέσο έκφρασης και επικοινωνίας. 
Παράλληλα, αποτελεί από την πρώτη κιόλας περίοδο κυκλοφορίας της ένα ισχυρό εργαλείο µετάδοσης µηνυµάτων και αντιλήψεων. Πρόκειται για ένα εργαλείο, τη σηµασία του οποίου φαίνεται ότι αντιλήφθηκαν από πολύ νωρίς οι αρµόδιοι για την προώθηση του ελληνικού τουρισµού, µε αποτέλεσµα να έχουν εκδοθεί µέχρι σήµερα χιλιάδες τουριστικές αφίσες που εξυπηρετούν το σκοπό αυτό. Ουσιαστικά, αποτελεί το κατ’ εξοχήν µέσο επικοινωνίας του ελληνικού nation brand στη διεθνή σκηνή. 
Βασικός σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι η ανάλυση του µηνύµατος των έντυπων διαφηµίσεων του Ε.Ο.Τ., πρόκειται για σηµειωτική ανάλυση, η οποία δύναται να πραγµατοποιηθεί µέσα από την αποδόµηση των απεικονιζόµενων θεµατικών και νοηµάτων.Παράλληλα, στα πλαίσια της έρευνας, επιχειρείται ο εντοπισµός της διαδικασίας µέσω της οποίας διαµορφώνεται το nation brand του ελληνικού έθνους, αλλά και ο βαθµός που αυτό συµβάλει στην προσέλκυση ξένων τουριστών. 
Στο πρώτο µέρος της εισήγησης, θα γίνει µια σύντοµη ανασκόπηση στην ιστορία της τουριστικής αφίσας και µια επιλεκτική βιβλιογραφική αναφορά στον όρο του nation branding και στη συµβολή του ελληνικού πολιτισµού για τη διαµόρφωση του. 
Στο δεύτερο µέρος, θα παρουσιαστούν τα αποτελέσµατα της έρευνας η οποία βασίζεται σε σηµειωτική ανάλυση περιεχοµένου και νοηµάτων µέρους των αφισών που έχουν χρησιµοποιηθεί για την προβολή της χώρας µας στο εξωτερικό. 
Στη συνέχεια θα πραγµατοποιηθεί σύγκριση αυτών µε στόχο τoν εντοπισµό διαφορών ή/και οµοιοτήτων ως προς το εύρος της θεµατολογίας που καλύπτουν, τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, το κεντρικό σλόγκαν, το είδος του προωθούµενου µηνύµατος αλλά και τη προωθούµενη τουριστική πολιτική, ενώ θα γίνει και µια προσπάθεια εντοπισµού των ελλείψεων στις έως τώρα προωθητικές αυτές ενέργειες.  
Τέλος, η έρευνα θα καταλήξει σε µια σειρά συµπερασµάτων για την προβολή τόσο της Ελλάδας όσο και του ελληνικού τουρισµού στη διεθνή σκηνή. 

1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις: Ιστορικό και θεωρητικό πλαίσιο 
Αναπόσπαστο κοµµάτι της µεγάλης διαφηµιστικής εκστρατείας του Ελληνικού Οργανισµού Τουρισµού (Ε.Ο.Τ.), για την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό, είναι η τουριστική αφίσα.  Η αφίσα ήταν µια από τις πρώτες µορφές διαφήµισης (Flask, 2009) και άρχισε να αναπτύσσεται ως µέσο επικοινωνίας στα µέσα του 19ου αιώνα. Ουσιαστικά, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα µεγάλο κοµµάτι χαρτί µε κείµενο και εικόνες, συνήθως τυπωµένο, που αναρτάται σε τοίχους ή σε άλλη παρόµοια επιφάνεια (Ηλεκτρονική εγκυκλοπαιδεία Wikipedia, λήµµα: αφίσα, 2013) και χρησιµοποιείται για να διαδώσει ιδέες και να διαφηµίσει προϊόντα.  
Στην Ελλάδα, οι πρώτες επαγγελµατικές αφίσες έκαναν την εµφάνιση τους τη δεκαετία 1910-1920, φιλοτεχνηµένες από το καλλιτεχνικό τµήµα της διαφηµιστικής εταιρίας GEO που διηύθυνε ο ζωγράφος και χαράκτης Άγγελος Θεοδωρόπουλος (Ινστιτούτο σύγχρονης ελληνικής τέχνης, 2013). Ενώ, η πρώτη ελληνική τουριστική αφίσα, µε σκοπό την προβολή της χωράς ως τουριστικό προορισµό, έκανε την εµφάνιση της το 1929 και αποτελεί µέχρι σήµερα αναπόσπαστο κοµµάτι αυτού του µηχανισµού προώθησης. 
Πολλοί είναι οι καλλιτέχνες που φιλοτέχνησαν τις προωθητικές τουριστικές αφίσες µε τη θεµατολόγια τους να κυµαίνεται από µοντέρνες συνθέσεις µέχρι χαρακτηριστικά φυσικά τοπία, αρχαιολογικά ευρήµατα και όλα εκείνα τα στερεότυπα µε τα οποία ταυτίζεται συλλογικά ο Έλληνας του 20ού-21ου αιώνα και τα οποία είναι αναπόσπαστο κοµµάτι της εθνικής του ταυτότητας. (Κουτσοβασίλη, 2013) 
Η εξέλιξη της ελληνικής τουριστικής αφίσας χωρίζεται σε δέκα διαφηµιστικές περιόδους αντίστοιχες µε αυτές των δεκαετιών στις οποίες εντοπίζεται (βλ. παράγραφο 2.1.2), και αποτελεί έκδοση του εκάστοτε κρατικού φορέα για τον τουρισµό. Κατά γενική οµολογία, δε, οι αφίσες αυτές θεωρούνται το βασικό µέσο επικοινωνίας του ελληνικού nation brand στο εξωτερικό. Ειδικότερα, µε τον όρο “nation branding” νοείται η απόδοση συγκεκριµένης ταυτότητας σε µια χώρα ώστε να διαµορφωθεί µια κεντρική ιδέα για τα χαρακτηριστικά της µε στόχο να προσελκύσει επισκέπτες, επενδύσεις ή νέους κατοίκους, να δηµιουργήσει συναισθήµατα ταύτισης και περηφάνιας στους υπάρχοντες κατοίκους (Δέφνερ κ.α., 2012), αλλά και να διαφοροποιηθεί από τις υπόλοιπες (Αλβανούδη, 2012).  
Ουσιαστικά, το nation branding αποτελεί την προσαρµογή των τεχνικών που προέρχονται από το χώρο των επιχειρήσεων στην περίπτωση των γεωγραφικών ενοτήτων. Ενώ, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι «δεν σχετίζεται µε τη διαφήµιση ή την πώληση» (Δέφνερ κ.α., 2012: 17), καθώς, όπως αναφέρουν και οι Kavaratzis και Ashworth (2005), οι τόποι δεν είναι προϊόντα. 
Για την εφαρµογή του το nation branding χρησιµοποιεί τα χαρακτηριστικά του έθνους και 1 τα στοιχεία του πολιτισµού του τα οποία επαναλαµβάνει και διαµορφώνει (Βλάµης και Dittmar, 2012). Ενώ, αξίζει να σηµειωθεί ότι είναι λάθος να θεωρείται πως ο ρόλος του branding είναι µόνο η δηµιουργία λογοτύπου και σλόγκαν για το υλικό προβολής της πόλης (Kavaratzis, 2009). Όσον αφορά στο ελληνικό nation brand βασίζεται σε ένα από τα συγκριτικά πλεονεκτήµατα της χώρας, τον πολιτισµό της. 
Ειδικότερα, όπως είναι ευρέως αποδεκτό, η Ελλάδα διακρίνεται από µακρά πολιτισµική ιστορία, πρόκειται, ουσιαστικά, για «ένα έθνος µε πάνω από 3.000 χρόνια πολιτισµού» (Βλάµης και Dittmar, 2012: 239), στα εδάφη του οποίου πραγµατοποιήθηκε η απαρχή του δυτικού πολιτισµού. Την πολιτιστική κληρονοµιά, λοιπόν, αυτή που διαθέτει, τίθεται να αφοµοιώσει, να τη διαχειριστεί και να την προβάλλει το σηµερινό κράτος, διαµορφώνοντας, παράλληλα, την ελληνική ταυτότητα.  ! 

2. Διερεύνηση του τρόπου προβολής του ελληνικού nation brand 
2.1. Επιµέρους ανάλυση των διαφηµιστικών περιόδων (σηµειωτική ανάλυση νοηµάτων) 
Με δεδοµένο, λοιπόν, ότι οι εικόνες των αφισών δεν αποτελούν αντανακλάσεις του κόσµου, άλλα «πολιτισµικά και κοινωνικά κατασκευασµένες και νοηµατοδοτηµένες αναπαραστάσεις» (Μπονάρου, 2012: 401), γίνεται άµεσα αντιληπτό πως η ουσία της ανάλυσής τους βρίσκεται στην επικοινωνία και την προσπάθεια απόδοσης των βαθύτερων νοηµάτων τους, τα οποία και θα αναζητηθούν στην ενότητα αυτή µέσω της σηµειωτικής ανάλυσης. Επιγραµµατικά να αναφερθεί ότι η σηµειωτική (ή σηµειολογία) δεν αποτελεί επιστήµη ή ακαδηµαϊκό κλάδο αλλά θεωρητική προσέγγιση µε συνακόλουθη αναλυτική µέθοδο (Barthes, 1979). Πρόκειται, δηλαδή, για µια «γενική θεωρία των σηµείων» (Guiraud, 2004) η οποία εδράζει στο δυτικό τρόπο σκέψης και βασίζεται στην ιδέα ότι ο άνθρωπος σκέφτεται και επικοινωνεί µε σηµεία, δηλαδή µε οτιδήποτε µπορεί να χρησιµοποιηθεί για να αναπαραστήσει/ περιγράψει κάτι άλλο (Berger όπως αναφέρεται στη Μπονάρου, 2012). 

2.1.1. Μεθοδολογία 
Η ανάλυση, που εφαρµόζεται για τις ανάγκες της εργασίας αυτής, αφορά στην εικόνα αυτή καθαυτή και βασίζεται τόσο στη σειρά σταδίων σηµειωτικής ανάλυσης που παραθέτει η Echtner (όπως αναφέρεται στη Μπονάρου, 2012) όσο και στο βασικό µοντέλο ανάλυσης οπτικών εικόνων των Collier και Collier (1986). Ενώ, πρόκειται για µια σηµειωτική προσέγγιση που ακολούθησε τόσο η Μπονάρου (2012) για την ερµηνεία των ελληνικών τουριστικών καρτποστάλ όσο και η Καπουλίτσα (2011) για τη σηµειωτική ανάλυση της ελληνικής τουριστικής κρατικής διαφήµισης. Τα στάδια της προκρινόµενης σηµειωτικής ανάλυσης έχουν ως έξης: 
1. Επιλογή ενός αντιπροσωπευτικού σώµατος δεδοµένων
Στην προκειµένη, το υλικό έρευνας αποτελείται από 46 τουριστικές αφίσες, δηλαδή, από τη µια αφίσα της πρώτης διαφηµιστικής περιόδου και από µια σειρά πέντε αφισών της κάθε επόµενης περιόδου, όπως αυτές θα παρουσιασθούν παρακάτω. Κριτήριο για την επιλογή του δείγµατος αποτέλεσε τόσο το προσωπικό ενδιαφέρον για κάποιες από αυτές όσο και το ότι θεωρήθηκαν οι πιο αντιπροσωπευτικές από το δείγµα της εποχής τους. 
2. Προσεκτικό και επαναλαµβανόµενο κοίταγµα του οπτικού υλικού. 
3. Ορισµός και τµηµατοποίηση των σχετικών επιµέρους στοιχείων της ανάλυσης. Αναγνώριση των πιο σηµαντικών επιµέρους στοιχείων της κάθε αφίσας, αποµονώνοντας τα και διασπώντας, έτσι, το σύνολο σε µέρη. Στην παρούσα µελέτη για την κάθε αφίσα θα αναζητηθούν τα επιµέρους στοιχεία της για δύο κατηγορίες (τεχνική τεκµηρίωση, εικόνα).  
Την κατηγορία της τεχνικής τεκµηρίωσης συνθέτουν: το θέµα απεικόνισης, ο τόπος απεικόνισης, το κείµενο της αφίσας, η θέση του κειµένου (κορυφή, βάση, αλλού), η γλώσσα, η γραµµατοσειρά (κεφαλαία, πεζά) και το χρώµα της γραµµατοσειράς. 
Αντίστοιχα η κατηγορία της εικόνας χωρίζεται σε τρεις υποκατηγορίες: αυτή του κειµενικού είδους, αυτή των δεικτών τροπικότητας και αυτή των περιγραφικών διαστάσεων της. 
Όσον αφορά στο κειµενικό είδος µπορεί να είναι φωτογραφία ή ζωγραφική – γραµµικό σχέδιο ή γραφιστική. 
Οι δείκτες τροπικότητας που αναζητούνται είναι ο κορεσµός χρωµάτων (έγχρωµο, ασπρόµαυρο), η χρωµατική διαφοροποίηση (πολύχρωµο, µονόχρωµο), η πλαισιοποίηση (µε φόντο, χωρίς φόντο), η αναπαράσταση (αφαιρετική, λεπτοµερής), το βάθος (επίπεδη, προοπτική) και ο φωτισµός (ύπαρξη, απουσία φωτοσκιάσεων) (Καπουλίτσα, 2011). 
Ενώ, για την κατηγορία της περιγραφικής διάστασης η υποκατηγοριοποίηση των στοιχείων θα βασιστεί στους Krees και Van Leeuwen (1996) και θα αποτελείται από τις τρεις «µεταλειτουργίες» που αυτοί εντοπίζουν: αυτή των αναπαραστατικών δοµών (αφηγηµατικές, εννοιολογικές), αυτή των διεπιδραστικών δοµών, δηλαδή της σχέσης που δηµιουργείται µεταξύ των στοιχείων της εικόνας και τον θεατή, (επαφή, απόσταση, (προ)οπτική) και αυτή της συνθετικής έννοιας, της σχέσης, δηλαδή, που δηµιουργείται µεταξύ των στοιχείων της εικόνας, (πληροφοριακή αξία, υπεροχή, πλαισίωση). 
4. Καταγραφή σε πίνακες των εντυπώσεων σχετικά µε την εµφάνιση των επιµέρους στοιχείων των αφισών. 
5. Ταξινόµηση των στοιχείων µε στόχο την κατανόηση των «κανόνων» που διέπουν την προώθηση του ελληνικού τουρισµού. 
6. Μελέτη τόσο των επιφανειακών νοηµάτων και όσο και των ερµηνευτικών, όπου είναι εφικτό. 

2.1.2. Σηµειωτική ανάλυση αφισών 
Η πρώτη περίοδος της ελληνικής τουριστικής αφίσας αποτελείται από µια µόνο αφίσα, την πρώτη αφίσα προώθησης της Ελλάδας (βλ. Εικόνα 1), η οποία εκδόθηκε το 1929 και η οποία αποτελείται από µια φωτογραφία του Παρθενώνα, έργο της φωτογράφου Nelly’s. Σύµφωνα µε τη σηµειωτική ανάλυση της αφίσας το θέµα απεικόνισης είναι η αρχαιολογία και τόπος ένα γνωστό αρχαίο µνηµείο, ενώ το κείµενο, το οποίο είναι ο όρος Ελλάδα στα Γαλλικά, βρίσκεται στο κάτω µέρος της αφίσας µε µαύρα, κεφαλαία, έντονα γράµµατα. Το κειµενικό είδος είναι φωτογραφία, και συγκεκριµένα αρχαιολογικού χώρου, η οποία είναι ασπρόµαυρη, λεπτοµερής, προοπτική µε έντονες φωτοσκιάσεις και η οποία αφηγείται µια κατάσταση. Αναφορικά µε τη σχέση που αναπτύσσεται µεταξύ των στοιχείων της εικόνας συµπεραίνεται πως υπάρχει υπεροχή, ενώ, τέλος, είναι υποκειµενικό εάν η εικόνα µεταδίδει στο θεατή βαθύτερα νοήµατα. 


Στη δεύτερη περίοδο, 1931-1940, (βλ. Εικόνα 2) το θέµα των απεικονίσεων διαφοροποιείται από την αρχαιολογία της πρώτης περιόδου και εστιάζει στο τοπίο και τον άνθρωπο, ενώ γίνεται µια πρώτη προσπάθεια έκφρασης της συλλογικότητας και του έθνους µέσω αυτών (Ministry of Culture and Tourism, 2012). 
Απεικονίζονται φυσικά παραθαλάσσια και νησιωτικά τοπία µέσα από έγχρωµες, λεπτοµερείς και προοπτικές ζωγραφικές αναπαραστάσεις στις οποίες είναι έντονο το στοιχείο του φωτισµού. Το κείµενο περιορίζεται στον όρο Ελλάδα και σε µερικές περιπτώσεις στο όνοµα του τόπου απεικόνισης, είναι γραµµένο κυρίως στα Γαλλικά, αλλά και στα Αγγλικά, µε κεφαλαία γράµµατα και τοποθετείται στο πάνω ή στο κάτω άκρο της αφίσας. Οι αφίσες της περιόδου αυτής είναι στο σύνολο τους αφηγηµατικές και στις περισσότερες είναι υποκειµενική η ανάπτυξη βαθύτερων νοηµάτων στο θεατή. Σχετικά µε τη σχέση των στοιχειών που συνθέτουν την εικόνα στη πλειοψηφία του δείγµατος έχουν την ίδια βαρύτητα προσθέτοντας στην αφίσα πληροφοριακή αξία, ενώ σε µερικές κάποια στοιχεία υπερέχουν. 


Η τρίτη περίοδος, 1941-1950, (βλ. Εικόνα 3) χαρακτηρίζεται από θεµατικές όµοιες µε αυτές των προηγούµενων χρόνων αλλά και από αυτή της παράδοσης. Στην πλειοψηφία τους οι αφίσες που εκδόθηκαν τη δεκαετία του ‘40 αποτελούνται από ζωγραφικές αναπαραστάσεις νησιών και µνηµείων αλλά και παραδοσιακές ζωγραφικές συνθέσεις. Και την περίοδο αυτή η επικρατέστερη γλώσσα των κειµένων είναι τα Γαλλικά, τα οποία συνεχίζουν να περιορίζονται στον όρο Ελλάδα και στον τόπο απεικόνισης, ενώ η τοποθέτηση τους γίνεται πότε στο πάνω µέρος του πλαισίου της αφίσας και πότε στο κάτω. Αναλυτικότερα, όσον αφορά στην εικόνα, και στις ζωγραφικές αναπαραστάσεις που την αποτελούν, είναι έγχρωµη, λεπτοµερής, προοπτική για τις περισσότερες αφίσες, µε έντονη φωτεινότητα και αφηγηµατική αναπαραστατική δοµή. Υποκειµενική, είναι και για αυτή την περίοδο, η µετάδοση πρόσθετων µηνυµάτων, πέρα των προφανών, από τις υπό εξέταση αφίσες. 
Ολοκληρώνοντας την ανάλυση της περιόδου αυτής, παρατηρείται πως και η συνθετική έννοια της εικόνας είναι πληροφοριακή, πέρα των δύο πρώτων αφισών που φαίνεται να υπερέχει ένα στοιχείο της σύνθεσης έναντι των άλλων. 


Για την τέταρτη περίοδο, την περίοδο από το 1951 έως και το 1960, (βλ. Εικόνα 4) επικρατεί σε γενικές γραµµές το ίδιο κλίµα για τη σύνθεση τουριστικών αφισών. Και σε αυτή την περίοδο, έγχρωµες ζωγραφικές αναπαραστάσεις µε λεπτοµέρεια, προοπτική και ύπαρξη φωτοσκιάσεων αποτελούν το κύριο στοιχείο των αφισών. Οι αναπαραστάσεις συνοδεύονται και πάλι κυρίως από τον όρο Ελλάδα και την περιοχή απεικόνισης και η κύρια γλώσσα είναι τα Αγγλικά, ενώ δεν απουσιάζουν και τα Γαλλικά. Αξίζει να σηµειωθεί πως την περίοδο αυτή γίνεται µια προσπάθεια εισαγωγής σλόγκαν («1951 homecoming year») για τη µετάδοση πρόσθετων µηνυµάτων, άλλα και το ότι οι λέξεις/φράσεις δεν περιορίζονται στο περίγραµµα της εικόνας, γεγονός που αποδεικνύει ότι τα κείµενα αρχίζουν να διαδραµατίζουν σηµαντικό ρόλο για τη µετάδοση µηνυµάτων. 
Τέλος, σχετικά µε τις περιγραφικές διαστάσεις των αφισών της δεκαετίας αυτής είναι στη συντριπτική πλειοψηφία τους αφηγηµατικές, (προ)οπτικές µε κάποια από τα στοιχειά τους να υπερέχουν. 


Έµφαση στον αρχαίο ελληνικό πολιτισµό δίνεται και την περίοδο 1961-1970, την πέµπτη, δηλαδή, περίοδο (βλ. Εικόνα 5) στην εξέλιξη της ελληνικής τουριστικής αφίσας, ενώ αρχίζουν να εντάσσονται και νέα στοιχειά (π.χ. ιστιοπλοΐα σε συνδυασµό µε το γυναικείο φύλο).  Εντύπωση προκαλεί το γεγονός, που διαπιστώνουν και οι Βλάµης και Dittmar (2012: 241) πως «παρά τη Χούντα των Συνταγµαταρχών η Ελλάδα προβάλει τη ξεγνοιασιά, την καλοπέραση, τον ήλιο και τη θάλασσα». Ειδικότερα, επίκεντρο της περιόδου αυτής είναι ο άνθρωπος σε συνδυασµό µε το φυσικό τοπίο και τα µνηµεία της χώρας. Οι περιοχές που απεικονίζονται κυµαίνονται µεταξύ παραθαλάσσιων ή νησιωτικών περιοχών και αρχαιολογικών χώρων. Εντύπωση την περίοδο αυτή κάνει η προσπάθεια αναπαράστασης της Ελλάδας µέσω της γραφιστικής µε σύγχρονες, αφαιρετικές, επίπεδες συνθέσεις αλλά και οι λεπτοµερείς, έγχρωµες φωτογραφίες οι οποίες καθιστούν τη φωτογραφία ως το κυρίαρχο κειµενικό είδος. 
Όσον άφορα στο κείµενο ο όρος Ελλάδα συνεχίζει να επικρατεί στις αφίσες είτε στα Αγγλικά, είτε στα Γαλλικά ή ακόµα και στα Γερµανικά, που κάνουν στο διάστηµα αυτό την εµφάνιση τους για την προώθηση της Ελλάδας και στους Γερµανόφωνους τουρίστες. Χαρακτηριστική είναι και η συνέχιση της προσπάθειας της προηγούµενης δεκαετίας για ένταξη σλόγκαν στις διαφηµιστικές αυτές εικόνες («yachting in Greece»). 
Επιπλέον, οι αφίσες της δεκαετίας του ’60 είναι κατά κύριο λόγο αφηγηµατικές, χωρίς να απουσιάζουν και οι εννοιολογικές. Και ενώ οι περισσότερες είναι υποκειµενικό εάν µεταφέρουν πρόσθετες αντιλήψεις στο θεατή συναντώνται και αυτές που διατηρούν απόσταση µεταξύ του θεατή και των στοιχείων που αναπαριστώνται. 


Την επόµενη δεκαετία, 1971-1980, (βλ. Εικόνα 6) νέα στοιχεία χαρακτηρίζουν τις αφίσες τόσο όσον αφορά στην τεχνική τεκµηρίωση όσο και στην εικόνα, διατηρώντας, όµως τη θεµατολογία των προηγούµενων δεκαετιών.  


Πιο συγκεκριµένα, αν και οι άνθρωποι, το τοπίο και η αρχαιολογία συνεχίζουν να αποτελούν τις θεµατικές των αφισών αυτής της περιόδου διαφέρει σε µεγάλο βαθµό ο τρόπος προσέγγισης τους, για παράδειγµα απεικονίζονται ζευγάρια στην παραλία αλλά και τουρίστες σε επαφή µε τους ντόπιους. Το τοπίο απεικόνισης εξακολουθεί να αφορά σε παραθαλάσσιες περιοχές, ενώ το κείµενο περιορίζεται ακόµα στον όρο Ελλάδα, στην περιοχή απεικόνισης και συνεχίζει µε δειλά βήµατα την ένταξη σλόγκαν. Κύρια γλώσσα των κείµενων είναι τα Γαλλικά, µε τα Γερµανικά αλλά και τα Ελληνικά, που πρωτοεµφανίζονται, να ακολουθούν. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, είναι επίσης, η επιλογή της γραφιστικής, µέσα από τη σύνθεση µεικτών θεµάτων, αλλά και φυσικά της φωτογραφίας, για την προώθηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος. 
Αναλυτικότερα, οι αφίσες της περιόδου αυτής αποτελούνται άλλοτε από έγχρωµες, λεπτοµερείς, προοπτικές φωτογραφίες µε αφηγηµατική αλλά και εννοιολογική δοµή, µε κάποια από τα στοιχεία τους να υπερέχουν και µε τη διεπιδραστική τους δοµή να διαφέρει σε καθεµιά, και άλλοτε από σύγχρονες γραφιστικές αναπαραστάσεις, είτε λεπτοµερείς είτε αφαιρετικές, µε εννοιολογική δοµή, τα στοιχεία των οποίων παρουσιάζουν πλαισίωση ή υπεροχή. 

Τη δεκαετία του ’80 (βλ. Εικόνα 7) η φωτογραφία αποτελεί το µόνο κειµενικό είδος που χρησιµοποιείται στη σύνθεση των τουριστικών αφισών. Πρόκειται για φωτογραφίες µε το θέµα τους να κυµαίνεται µεταξύ αρχαιολογίας, καθηµερινότητας, ανθρώπων και τοπίου, ενώ απεικονίζονται παραθαλάσσιες περιοχές χωρίς να διευκρινίζεται το ποιες ακριβώς είναι. Οι φωτογραφίες αυτές είναι στο σύνολο τους έγχρωµες, λεπτοµερείς, προοπτικές µε έντονες φωτοσκιάσεις, οι οποίες είτε αφηγούνται µια κατάσταση είτε είναι εννοιολογικές. Στις περισσότερες από αυτές υπάρχει ένα τουλάχιστον στοιχείο που υπερέχει, ενώ η σχέση που αναπτύσσουν µε το θεατή είναι άλλοτε (προ)οπτική, άλλοτε επαφή ενώ δεν απουσιάζει και η απόσταση. 
Εντύπωση, τέλος, µπορεί να προκαλέσει πως την περίοδο αυτή το κείµενο που συνοδεύει τις φωτογραφίες είναι µόνο ο όρος Ελλάδα, µε έντονα γράµµατα, στα Αγγλικά, στα Γαλλικά και στα νεοεισαχθέντα Ιταλικά. 


Την επόµενη διαφηµιστική περίοδο, από το 1991 έως και το 2000 δηλαδή, η διαφηµιστική προώθηση του Ε.Ο.Τ. γίνεται περισσότερο εµφανής (βλ. 


Οι αφίσες απεικονίζουν πλέον διάφορες ελληνικές τοποθεσίες και στοιχεία πολιτισµού µε θεµατικές ανάλογες των προηγούµενων ετών (αρχαιολογία, τοπίο). Οι φωτογραφίες είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αφηγηµατικές µε υποκειµενική τη µετάδοση νέων αντιλήψεων στους θεατές τους και µε πληροφοριακή κυρίως αξία. Αναφορικά µε τους δείκτες τροπικότητάς τους όλες είναι έγχρωµες, λεπτοµερείς, προοπτικές και µε ύπαρξη φωτοσκιάσεων. Ενώ, όσον άφορα στο κείµενο που της συνοδεύει συνεχίζει ακόµα να περιορίζεται στον όρο Ελλάδα και στην ονοµασία του τόπου απεικόνισης. Το κείµενο αυτό, τοποθετείται και την περίοδο αυτή στα άνω ή κάτω όρια του κάδρου της αφίσας και είναι γραµµένο στα Ελληνικά, τα Αγγλικά και σε µια ακόµα νέα γλώσσα, τα Ρώσικα. 
Συνεχίζοντας, τη σηµειωτική ανάλυση των ελληνικών τουριστικών αφισών, εξετάζεται η ένατη διαφηµιστική περίοδος, 2001-2010, (βλ. Εικόνα 9) η οποία αποτελεί και σηµείο σταθµό κυρίως όσον αφορά στο κείµενο των προωθητικών αυτών µέσων. 
Πιο συγκεκριµένα, τη δεκαετία αυτή, αν και οι θεµατικές συµπίπτουν µε αυτές των προηγούµενων χρόνων (τοπίο, άνθρωποι, αρχαιολογία) και το κειµενικό είδος που υπερισχύει είναι η φωτογραφία, παρατηρείται µια σηµαντική εξέλιξη στο κείµενο το οποίο εκτός από τον όρο Ελλάδα αποτελείται και από κάποια φράση/σλόγκαν που συνοδεύει τον όρο αυτό και εξυπηρετεί στη µετάδοση πρόσθετων µηνυµάτων πέρα των προφανών. 
Το κείµενο είναι γραµµένο αποκλειστικά στην Αγγλική γλώσσα, ενώ η τοποθέτηση του δεν περιορίζεται στα όρια του πλαισίου. Εντύπωση, προκαλεί, όµως την περίοδο αυτή και το γεγονός πως εάν και οι φωτογραφίες είναι όλες έγχρωµες, λεπτοµερείς και προοπτικές µε έντονο το στοιχείο της φωτεινότητας, το χρώµα που κυριαρχεί είναι το γαλάζιο. 
Τέλος, οι περισσότερες αφίσες έχουν αφηγηµατικό χαρακτήρα και διατηρούν απόσταση µεταξύ θεατή και εικονιζόµενων στοιχειών, κάποια από τα οποία φαίνεται να υπερέχουν. 


Η τελευταία υπό εξέταση περίοδος (βλ. Εικόνα 10) της ελληνικής τουριστικής αφίσας είναι αυτή που διανύουµε και άρχισε το 2011. Και στις προωθητικές εκστρατείες της περιόδου αυτής συναντάµε αφίσες που αποτελούνται από έγχρωµες, λεπτοµερείς, προοπτικές φωτογραφίες µνηµείων, παραθαλάσσιων αλλά και ορεινών περιοχών, οι οποίες ακολουθούνται από σλόγκαν τα οποία περιέχουν τον όρο Ελλάδα και είναι γραµµένα, διάσπαρτα µέσα στο πλαίσιο της αφίσας, αποκλειστικά στα Αγγλικά («You in Greece», «Greece all time classic. Welcome Home»). 
Ενώ, τέλος, και οι αφίσες αυτών των διαφηµιστικών καµπανιών είναι κατά κύριο λόγο αφηγηµατικές, (προ)οπτικές µε τα στοιχεία τους να έχουν την ίδια βαρύτητα στη σύνθεση. 



2.2. Σύγκριση αφισών 
Έχοντας ολοκληρώσει, εποµένως, τη σηµειωτική ανάλυση των αφισών που αποτελούν το δείγµα της έρευνας, είναι πλέον εφικτή η εξαγωγή ασφαλών συµπερασµάτων για τις οµοιότητες ή/και τις διαφορές που παρουσιάζουν οι αφίσες ως προς το εύρος της θεµατολογίας που καλύπτουν, τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, το κεντρικό σλόγκαν, το είδος του προωθούµενου µηνύµατος αλλά και την επιλεγµένη τουριστική πολιτική. 
Αναλυτικότερα, αναφορικά µε το εύρος της θεµατολογίας παρατηρείται πως σχεδόν σε όλες τις διαφηµιστικές περιόδους αναπτυχθήκαν παρόµοιες θεµατικές µε τη διαφορά ότι άλλαζε η συχνότητα εµφάνισης τους από τη µια δεκαετία στην άλλη. Πιο συγκεκριµένα, τα θέµατα που αποτυπώνονται στις εκάστοτε αφίσες αφορούν στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, κυρίως παραθαλάσσιων ή νησιωτικών περιοχών, στους αρχαιολογικούς χώρους και σε πολιτιστικά µνηµεία, τα οποία όµως δεν απεικονίζονται ως µεγαλειώδη άλλα ως άπλα αξιοθέατα, στους ανθρώπους και σε στιγµιότυπα της καθηµερινότητας και των ρυθµών της ζωής στην ελληνική ύπαιθρο. 
Ενώ, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και η Αντωνοπούλου (2012: 253), «παρατηρείται µετατόπιση από την επιλογή της µιας αφίσας µε πολυθεµατικό concept στις πολλές διαφορετικές αφίσες µε µονοθεµατικό concept». Σχετικά µε το κειµενικό είδος, παρατηρείται πως στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι αφίσες αποτελούνται από αφηγηµατικές φωτογραφίες οι οποίες είναι έγχρωµες, λεπτοµερείς, µε βάθος και στόχο έχουν τη µεταφορά πληροφορίας, ενώ ο βαθµός µετάδοσης αντιλήψεων στον θεατή είναι υποκειµενικός. Χαρακτηριστικό, επίσης, της συντριπτικής πλειοψηφίας των εικόνων που συνθέτουν τις αφίσες είναι η φωτεινότητα και η δηµιουργία έντονων φωτοσκιάσεων σαν τα περισσότερα θέµατα να έχουν φωτογραφηθεί κάτω από «έναν λαµπρό φωτεινό ήλιο». Παράλληλα, ένα ακόµα σηµαντικό στοιχείο είναι πως το κυρίαρχο χρώµα των εικόνων είναι το γαλάζιο του ουρανού και της θάλασσας, σε συνδυασµό µε το λευκό της παραδοσιακής κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής και το ζωηρό πράσινο της βλάστησης, ενώ τα χρώµατα των κειµένων συνήθως είναι µπλε/γαλάζια, λευκά ή κίτρινα. 
Προφανώς η επιλογή των χρωµάτων σε συνδυασµό µε την έντονη φωτεινότητα είναι µια προσπάθεια διαµόρφωσης του στερεότυπου «ήλιος και θάλασσα». 
Όσον αφορά στο κεντρικό σλόγκαν που προβάλλεται σε κάθε αφίσα προκύπτει σε γενικές γραµµές πως µέχρι και το 2000 αποφεύγεται η χρήση κάποιου συνθήµατος, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως φαίνεται και από τη σηµειωτική ανάλυση. Η ύπαρξη πρόσθετων µηνυµάτων, πέρα του όρου Ελλάδα και της περιοχής που απεικονίζεται, αρχίζει την ένατη περίοδο της τουριστικής αφίσας και ειδικότερα το 2004 και συναντάται έκτοτε σε έξι διαφορετικές καµπάνιες, οι οποίες είναι: 
  • «Live your myth in Greece», 
  • «Explore your senses», 
  • «Greece: the true experience», 
  • «Greece 5000 years old: A Masterpiece you can afford», 
  • «kalimera», 
  • «You in Greece», 
  • «Welcome Home». 

Ειδικότερα, κατά την περίοδο 2004-2008 παρατηρούνται επιθετικές καµπάνιες οι οποίες στοχεύουν τόσο στην έκκληση των συναισθηµάτων των υποψήφιων επισκεπτών όσο και στη διέγερση των προσδοκιών τους, παροτρύνοντας τους µέσω της διαφήµισης να βιώσουν το ελληνικό όνειρο το οποίο βιώνουν τότε και µεγάλα κοµµάτια της ελληνικής κοινωνίας (Αντωνοπούλου, 2012). 
Αντίθετα, το 2010 το κεντρικό σλόγκαν δεν είναι άλλο από µια βασική λέξη της ελληνικής καθηµερινότητας «kalimera» το οποίο µπορεί να θεωρηθεί αρκετά αδιάφορο. Ενώ, από το 2011 οι διαφηµιστικές καµπάνιες γίνονται αµιγώς προσωποκεντρικές («You in Greece», «Welcome Home») και καλούν τον υποψήφιο ταξιδιώτη όχι να ταυτιστεί µε τον ελληνικό τρόπο ζωής αλλά να καθορίσει ο ίδιος τη στάση του απέναντι στο φάσµα των δυνητικών εµπειριών που του προσφέρει η Ελλάδα «αντλώντας τις εµπειρίες που ο ίδιος χρειάζεται για την προσωπική του ικανοποίηση» (Αντωνοπούλου, 2012: 255). 
Εντύπωση, τέλος, προκαλεί και η ποικιλία που παρουσιάζει η γραµµατοσειρά που χρησιµοποιείται για την αποτύπωση των κείµενων στις αφίσες, µιας και σχεδόν σε κάθε αφίσα είναι διαφορετική, γεγονός το οποίο εµποδίζει τη δηµιουργία µιας ενιαίας εικόνας και την υποστήριξη ενός ενιαίου brand. 
Αντίθετα, το είδος του προωθούµενου µηνύµατος δε διαφέρει από τη µια περίοδο στην άλλη τόσο έντονα όσο το κεντρικό σλόγκαν. 
Σε γενικές γραµµές, λοιπόν, οι αφίσες ανάλογα τη θεµατική τους στοχεύουν να επισηµάνουν στο θεατή πως η Ελλάδα είναι η κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισµού, ότι η λαϊκή παράδοση αποτελεί αναπόσπαστο κοµµάτι της ελληνικής ταυτότητας αλλά και το γεγονός ότι οι Έλληνες χαρακτηρίζονται για τη φιλοξενία τους. 
Το µήνυµα, όµως, που υπερέχει όλων είναι πως η Ελλάδα είναι ο ιδανικός προορισµός των 4S. 
Συνεπάγεται, εποµένως, από αυτά τα προωθούµενα µηνύµατα πως η τουριστική πολιτική που προωθεί το ελληνικό κράτος αφορά κατά κύριο λόγο στο θαλάσσιο τουρισµό, αλλά και στον πολιτιστικό και θρησκευτικό, αν και από το 2005 επιχειρείται στροφή στην ανάδειξη και άλλων εναλλακτικών µορφών τουρισµού: γαστρονοµικό, αστικό, αθλητικό, τουρισµό υγείας-ευεξίας, συνεδριακό. 

2.3. Εντοπισµός ελλείψεων 
Μελετώντας το αντιπροσωπευτικό δείγµα των αφισών, λοιπόν, και των δέκα διαφηµιστικών περιόδων εντοπίζονται και έκδηλες απουσίες (ή έστω περιορισµένες παρουσίες). 
Αρχικά, αξίζει να επισηµανθεί ο περιορισµένος αριθµός αναπαραστάσεων περιοχών της ηπειρωτικής Ελλάδας, µιας και στη συντριπτική πλειοψηφία του δείγµατος το τοπίο απεικόνισης είναι παραθαλάσσια ή νησιωτική περιοχή. Ελάχιστα είναι και τα φθινοπωρινά ή χειµερινά τοπία, τα οποία συναντάµε µονο στην τελευταία περίοδο, καθώς, όπως ήδη εντοπίστηκε, η προωθούµενη τουριστική πολίτικη άφορα στο θαλάσσιο τουρισµό. 
Επιπλέον, απουσιάζουν εντελώς τα σύγχρονα επιτεύγµατα της χώρας, όπως είναι τα έργα των ολυµπιακών αγώνων του 2004 και η γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου, αλλά και οι σύγχρονες πολιτισµικές δράσεις, για παράδειγµα βραβεία κινηµατογραφικών ταινιών, θεατρικές παραστάσεις, φεστιβάλ, βραβευµένα έργα αρχιτεκτονικών γραφείων αλλά και η µεσογειακή γαστρονοµία. 
Παράλληλα, αισθητή είναι η απουσία προβολής καθηµερινών πολιτισµικών στοιχείων που θα διαφοροποιούσαν την Ελλάδα από τους αντίστοιχους µεσογειακούς προορισµούς που και αυτοί διαθέτουν το πακέτο «ήλιος και θάλασσα». 
Ένα τέτοιο στοιχείο θα µπορούσε να είναι, όπως παραθέτουν και οι Βλάµης και Dittmar (2012), ένας πλανόδιος έµπορος της πλατείας Μοναστηρακίου µε φόντο την Ακρόπολη. 
Στο σηµείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί πως η Ακρόπολη αποτελεί έναν από τους σηµαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους που συναντάµε κατ’ εξακολούθηση στις τουριστικές αφίσες, ο οποίος, όµως, απεικονίζεται µε τέτοιο τρόπο που αποδεικνύει την έλλειψη δηµιουργικότητας, φαντασίας αλλά και ενδιαφέροντος για µια πιο µελετηµένη προβολή. 
Παντελώς, απουσιάζει, και η ανάδειξη του «αθλητικού τουρισµού», ενός τουριστικού τοµέα στον οποίο η Ελλάδα έχει συγκριτικό πλεονέκτηµα ως προς τις ανταγωνίστριες χώρες, µιας και προσφέρεται για την ανάπτυξη όλων των µορφών «αθλητικού τουρισµού» τόσο σε ατοµικό επίπεδο όσο και σε οµαδικό επίπεδο. Η ανάπτυξη αυτής της εναλλακτικής µορφής τουρισµού θα εξυπηρετήσει το στόχο του δωδεκάµηνου τουρισµού, θα ενισχύσει τη διεθνή προβολή της χώρας, θα δώσει τη δυνατότητα αξιοποίησης των Ολυµπιακών ακινήτων που παραµένουν αναξιοποίητα µέχρι σήµερα και θα συνδέσει το brand της χώρας µε τη λαµπρή αθλητική της ιστορία. (Αντωνοπούλου, 2012) 
Μια ακόµα µορφή εναλλακτικού τουρισµού που δεν προωθείται όσο θα έπρεπε από τις διαφηµιστικές τουριστικές αφίσες είναι αυτή του «τουρισµού πολυτελείας». 
Πιο συγκεκριµένα, αυτή η µορφή τουρισµού συναντάται στις καµπάνιες «Greece: the true experience» και «Kalimera» αλλά µε υποβαθµισµένη συµµετοχή στην καµπάνια και µε θολά µηνύµατα. Η χώρα µας παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια ανταγωνιστικό πλεονέκτηµα έναντι των γειτονικών της χωρών και σε αυτό τον τοµέα, δεδοµένου ότι διαθέτει καταλύµατα τα οποία µπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις τέτοιων τουριστών, αλλά µπορεί να δηµιουργήσει και πολλά περισσότερα στα πλαίσια ενός ολοκληρωµένου σχεδίου για τον τουρισµό. Αισθητή, τέλος, είναι η απουσία της ταύτισης (ανθρώπινη και ειδικά παιδική απουσία) (Καπουλίτσα, 2011) αλλά και στοιχείων ικανών να διεγείρουν τις αισθήσεις του θεατή και να αποκαλύψουν και άλλες πτυχές της Ελλάδας. Τέτοια στοιχεία θα µπορούσαν να είναι το χιούµορ και ο ροµαντισµός. ! 

3. Συµπεράσµατα 
Οι αφίσες αποτελούν από την πρώτη κιόλας περίοδο κυκλοφορίας τους ένα ισχυρό εργαλείο µετάδοσης µηνυµάτων και αντιλήψεων. Πρόκειται για ένα εργαλείο, τη σηµασία του οποίου φαίνεται ότι έχουν αντιληφθεί από πολύ νωρίς οι αρµόδιοι για την προβολή της Ελλάδας στο εξωτερικό, µε αποτέλεσµα να έχουν εκδοθεί µέχρι σήµερα χιλιάδες τουριστικές αφίσες που θα εξυπηρετήσουν το σκοπό αυτό. Οι αφίσες, εκτός των άλλων, αποτελούν και το κύριο µέσο επικοινωνίας του ελληνικού nation brand στη διεθνή σκηνή. 
Τα συµπεράσµατα, όµως, που συνεπάγονται από αυτή την ανακοίνωση αποδεικνύουν πως παρά το γεγονός ότι οι αρµόδιοι έχουν αντιληφθεί τη δυναµική του ρόλου της αφίσας για την προώθηση της χώρας, δεν τη διαχειρίζονται σωστά. 
Αναλυτικότερα, µετά την ανάλυση του δείγµατος των αφισών, όπως αυτή παρουσιάστηκε παραπάνω, προκύπτει ότι η προβολή της Ελλάδας βασίζεται σε οπτικά µηνύµατα ανάδειξης των περιβαλλοντικών και πολιτιστικών πόρων της χώρας. Παράλληλα, όλες αυτές τις δεκαετίες εντοπίζεται µια διαχρονική κατασκευή του στερεότυπου «ήλιος και θάλασσα και αρχαίος πολιτισµός» µέσω της συµβολοποιητικής δράσης της εικόνας. 
Επιπλέον, όπως παρατηρεί και η Καπουλίτσα (2011) αν και το χρονικό, πολιτιστικό και πολιτικό περιβάλλον επηρέασε τον τρόπο αναπαράστασης, δεν καθίσταται εφικτή η ανάγνωση της ιστορίας του τόπου µέσα από την παρατήρηση των αφισών, δεδοµένης της ειδυλλιακής απεικόνισης των τοπίων. 
Παρ’ όλα αυτά, όλες οι αφίσες επιχειρούν να προσεγγίσουν τον υποψήφιο καταναλωτή- τουρίστα, µε ήπια, διακριτικά και πολύσηµα µηνύµατα τα οποία εστιάζουν στην έκκληση του θυµικού και διεγείρουν τα συναισθήµατα. Όπως, διαπιστώνει και η Αντωνοπούλου (2012) ίσως αυτός ο τρόπος προσέγγισης να επιχειρεί την ανάδειξη των συγκριτικών πλεονεκτηµάτων της χώρας, ως προς τις προσφερόµενες εµπειρίες, έναντι των ανταγωνιστριών χωρών. 
Μια ακόµα αρνητική διαπίστωση που πηγάζει από την έρευνα είναι ότι οι διάφορες αφίσες εξαντλούνται σε αναπαραστάσεις δηµοφιλών προορισµών και δεν έχει δοθεί προσοχή στην ανάδειξη της τοπικής ταυτότητας των διαφόρων περιοχών της Ελλάδας. 
Τέλος, διαφαίνεται µια ανοργάνωτη και χωρίς συνοχή διαχείριση της εικόνας της χώρας και του τουρισµού της, µιας και οι µέχρι τώρα αφίσες είναι ασύνδετες µεταξύ τους. 
Ενώ, και πολλά αξιόλογα στοιχεία προηγούµενων διαφηµιστικών περιόδων εγκαταλείπονται, µε τα λιγότερο επιτυχηµένα να επαναλαµβάνονται πιο συχνά. 

Ευχαριστίες 
Η παρούσα έρευνα πραγµατοποιήθηκε στα πλαίσια του µαθήµατος επιλογής «Δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου και βιώσιµη ανάπτυξη» του Π.Μ.Σ. «Πολεοδοµία-Χωροταξία» του Τµήµατος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδοµίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης του Πανεπιστήµιου Θεσσαλίας, το ακαδηµαϊκό έτος 2013-2014, µε διδάσκοντες τους Α. Δέφνερ, Ν. Καραχάλη και Ε. Ψαθά, τους οποίους ευχαριστώ για τη συνεργασία και την καθοδήγηση. ! 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Σύµφωνα µε τον Smith (2000) τα χαρακτηριστικά ενός έθνους δε διαφέρουν από την ταυτότητά του και µπορεί να είναι ένα συλλογικό όνοµα, ένας µύθος κοινών προγόνων, συσχετισµός µε µια συγκεκριµένη πατρίδα και αίσθηση αλληλεγγύης για σηµαντικούς τοµείς του πληθυσµού.

Βιβλιογραφία 
Ελληνόγλωση 
  • Αλβανούδη, Π. (2012) “Το nation branding και η σηµασία του πολιτισµού στη διαµόρφωση εθνικής επικοινωνιακής στρατηγικής”, µεταπτυχιακή διπλωµατική εργασία, Σχολή Κοινωνικών Επιστηµών, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήµιο 
  • Αντωνοπούλου, Π. (2012) “Προβολή του ελληνικού brand στο εξωτερικό: Ανάλυση του µηνύµατος στις έντυπες διαφηµίσεις του ΕΟΤ” στο Δέφνερ, Α. και Καραχάλης, Ν. (επιµ.)(2012), σελ: 253-268 
  • Βλάµης, Χ. και Dittmar, J. (2012) “Το τέλος του κρατικού ελέγχου στο brand-image του έθνους: Heroculture και τουρισµός” στο Δέφνερ, Α. και Καραχάλης, Ν. (επιµ.)(2012), σελ: 235-252 
  • Barthes, R. (1979) Μυθολογίες-Μάθηµα, Αθήνα: Ράππα 
  • Δέφνερ, Α. και Καραχάλης, Ν. (επιµ.) (2012) Marketing και branding τόπου: Η διεθνής εµπειρία και η ελληνική πραγµατικότητα, Βόλος: Πανεπιστηµιακές εκδόσεις Θεσσαλίας 
  • Δέφνερ, Α., Καραχάλης, Ν. και Μεταξάς, Θ. (2012) “Το µάρκετινγκ του τόπου στην Ελλάδα: H διαδικασία και η πρακτική ενός πολυεπιστηµονικού αντικειµένου” στο Δέφνερ, Α. και Καραχάλης, Ν. (επιµ.) (2012), σελ. 17-37 
  • Guiraud, P. (2004) Η σηµειολογία, Αθήνα: Δαίδαλος 
  • Καπουλίτσα, Ξ. (2011) “Ελληνική κρατική τουριστική διαφήµιση (Ε.Ο.Τ.): Σηµειωτική ανάλυση αφισών”, µεταπτυχιακή διπλωµατική εργασία, Παιδαγωγικό Τµήµα Νηπιαγωγών, Πανεπιστήµιο Δυτικής Μακεδονίας, Φλώρινα 
  • Κουτσοβασίλη, Ι. (2013) “Οργανωµένοι τουριστικοί οικισµοί: 10+1 παραδείγµατα σύγχρονης ελληνικής αρχιτεκτονικής”, ερευνητική εργασία, Τµήµα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας, Βόλος 
  • Μπονάρου, Χ. (2012) Οπτικός Πολιτισµός και Τουρισµός, Αθήνα: Παπαζήση 
  • Smith, D. A. (2000) Εθνική Ταυτότητα, Αθήνα: Οδυσσέας ! 


Ξενόγλωση 
  • Collier, J. and Collier, M. (1986) Visual anthropology: Photography as a research method, Albuquerque: University of New Mexico Press 
  • Flask, D. (2009) “Development of the poster” διαθέσιµο στο <http://www.designishistory.com/1850/ posters/> [προσβάσιµο 18.07.2015] 
  • Kavaratzis, M. and Ashworth, G.-J. (2005) ‘City branding: an effective assertion of identity or a transitory marketing trick?’, Tijdschrift Voor Economische en Sociale Geografie, 96 (5): 506–514 
  • Karavatzis M. (2009) ‘What can we learn from city marketing practice?’, European Spatial Research and Policy, 16 (1):41-58 
  • Krees, G. and Van Leeuwen, T. (1996) Reading images: The grammar of visual design, New York: Routledge 
  • Ministry of Culture and Tourism (2012) Greek tourism posters: A journey in time through art, Athens: Greek National Tourism Organisation ! 


Διαδικτυακές πηγές 
  • Ελληνικός οργανισµός τουρισµού (2012) διαθέσιµο στο <http://www.gnto.gov.gr/> [προσβάσιµο 18.07.2015] 
  • Ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia (2013) διαθέσιµο στο <http://en.wikipedia.org/> [προσβάσιµο 18.07.2015] 
  • Ινστιτούτο σύγχρονης ελληνικής τέχνης (2013) διαθέσιµο στο <http://dp.iset.gr/> [προσβάσιµο 18.07.2015]
#Εισήγηση στο 4ο συνέδριο πολεοδομίας - χωροταξίας στο Βόλο

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.