O θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 κατόπιν πρότασης της ελληνίδας υπουργού Μελίνας Μερκούρη στην άτυπη σύνοδο των υπουργών Πολιτισμού το 1983. Ήταν μια από τις πρώτες οργανωμένες κινήσεις πολιτιστικής πολιτικής στην τότε ΕΟΚ, αφού η έννοια του πολιτισμού δεν είχε ακόμα καθιερωθεί ως παράγοντας της ευρωπαϊκής πολιτικής (αξίζει να σημειωθεί πως για πρώτη φορά η λέξη πολιτισμός αναφέρθηκε σε επίσημο ευρωπαϊκό κείμενο το 1968, ενώ μόλις δέκα χρόνια αργότερα συναντάται η πρώτη επίσημη απόφαση που αφορά σε θέματα πολιτισμού).
Για την περίοδο 2020 – 2033 η Ευρωπαϊκή Ένωση διεύρυνε πολύ τους ορίζοντες του θεσμού (Απόφαση 445/2014/EC). Πλέον η δράση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας δίνει έμφαση στην πολυπολιτισμικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καλείται να εκπληρώνει σαφείς πολιτιστικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς σκοπούς, να συνδυάζει χρηματοδότηση από τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και ευρωπαϊκές πηγές και -το κυριότερο- να ενσωματώνει τους στόχους της μακροπρόθεσμης τοπικής ανάπτυξης, της κοινωνικής συνοχής και της αλλαγής της εικόνας κάθε πόλης.
Από την ίδρυση του θεσμού ως το 1998, Πολιτιστικές Πρωτεύουσες έγιναν απλώς οι πρωτεύουσες ή οι μεγαλύτερες πόλεις κάθε χώρας (Αθήνα, Μαδρίτη, Παρίσι, Βερολίνο, Άμστερνταμ κ.τ.λ.), γεγονός που δείχνει ότι σε αυτή την περίοδο η τότε ΕΟΚ απλώς υλοποιούσε ένα θεσμό, χωρίς ιδιαίτερη στρατηγική, αφού η επιλογή κάθε πόλης ήταν απλώς θέμα ιεραρχικό.
Από τις πόλεις αυτές, ιδιαίτερη σημασία στο θεσμό έδωσαν το 1985 η Αθήνα (για προφανείς λόγους γοήτρου), το 1997 η Θεσσαλονίκη (που αναζητούσε έντονα ένα στόχο – ορόσημο για την πόλη και επιχείρησε να αξιοποιήσει την πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα που την ευνοούσε) και το 1990 η Γλασκώβη, η οποία ήταν και η πρώτη πόλη που συνδύασε τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας με τους στόχους της τουριστικής προβολής, της διεθνούς αναγνωρισιμότητάς της και της υλοποίησης επενδυτικών σχεδίων, αξιοποιώντας μάλιστα την εμπειρία της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, ακόμα και επί πέντε χρόνια μετά τη διοργάνωσή της.
Η διοργάνωση του 2006 στην Πάτρα
Τα πλεονεκτήματα τα οποία η Πάτρα παρουσίασε ως ισχυρούς λόγους ανάληψης του τίτλου, από το 1998 οπότε ξεκίνησε η σχετική συζήτηση, μέχρι το 2003 που πήρε οριστικά το χρίσμα, ήταν:
- Η κομβική γεωγραφική της θέση και η ανάγκη να μετατραπεί σε ένα μητροπολιτικό διοικητικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο της περιοχής
- Η ανάγκη για μια ισχυρή οικονομική τόνωση και αλλαγή του γενικότερου κοινωνικού και οικονομικού προφίλ της, το οποίο είχε πληγεί από την αποβιομηχάνιση που ολοκληρώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980
- Η ύπαρξη καλλιτεχνικών σχημάτων, φορέων και διοργανώσεων (με πιο δημοφιλές το Πατρινό Καρναβάλι) που είναι σε θέση να σταθούν επάξια στο ευρωπαϊκό καλλιτεχνικό στερέωμα
- Οι ως τότε αρνητικές επιδόσεις της πόλης στον τομέα του τουρισμού, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για ανάπτυξη ειδικών μορφών τουρισμού.
- Η εμπειρία που αποκτήθηκε και οι υποδομές που δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της φιλοξενίας ποδοσφαιρικών αγώνων στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004
Η προετοιμασία της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας ξεκίνησε αρχικά ως αρμοδιότητα μιας αναπτυξιακής επιχείρησης, όμως ο οριστικός φορέας διοργάνωσής της με τη μορφή Α.Ε. συστήθηκε το 2005. Ένα μεγάλο μέρος του προγραμματισμού της διοργάνωσης αφιερώθηκε σε έργα υποδομής, τα οποία μπορεί μεν να μη ζητούνται ευθέως από τις προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι όμως απαραίτητα προκειμένου να υλοποιηθεί ένα καλλιτεχνικό πρόγραμμα με σύγχρονες προδιαγραφές.
Σχεδόν αμέσως μετά την εκπόνηση του προγράμματος, ένα μέρος του προγραμματισμού που αφορούσε στις παρεμβάσεις σε χώρους της Πάτρας και το σύνολο των παρεμβάσεων και των εκδηλώσεων που θα γίνονταν σε άλλες πόλεις ματαιώθηκε. Οι βασικοί λόγοι ήταν οι εξής:
- Η πολύ καθυστερημένη ίδρυση του διοργανωτικού φορέα, της κατάθεσης του προγράμματος έργων και εκδηλώσεων και της κατάρτισης προϋπολογισμού.
- Οι μειωμένοι πόροι σε σχέση με όσα είχαν εξαγγελθεί.
- Η σχεδόν αποκλειστική οικονομική εξάρτηση της διοργάνωσης από το υπουργείο Πολιτισμού.
- Η δυσχερής πολιτική επικοινωνία ανάμεσα στο Δήμο Πατρέων και την κυβέρνηση που μετά τις εθνικές εκλογές του 2004 δημιούργησε αρκετές δυσκολίες.
- Η παραίτηση του καλλιτεχνικού διευθυντή Θάνου Μικρούτσικου μόλις στις 2/1/2006.
Σύμφωνα με τα ισχύοντα το Μάρτιο του 2015, από τα έργα που τελικά πραγματοποιήθηκαν:
- Τρεις (3) χώροι (Μύλοι Αγίου Γεωργίου, Εργοστάσιο Τέχνης και πολυχώρος Λαδόπουλου), έπαψαν να λειτουργούν αμέσως μετά την Πολιτιστική Πρωτεύουσα (με εξαίρεση το Πτωχοκομείο που λειτούργησε για ένα διάστημα ως ιδιωτικός χώρος διασκέδασης) και είναι πλέον κλειστοί ή βρίσκονται σε κατάσταση αποσύνθεσης.
- Δύο (2) ιδιωτικοί χώροι (Πτωχοκομείο, Κτήριο Μαραγκόπουλου) λειτούργησαν μετά την Πολιτιστική με χρήσεις εντελώς διαφορετικές (το Πτωχοκομείο ως μπυραρία και κέντρο διασκέδασης και το Κτήριο Μαραγκόπουλου ως κατάστημα πληροφορικής) και πλέον είναι κλειστά.
- Ένας (1) χώρος, το Κτήριο του Οργανισμού Λιμένος συνέχισε να λειτουργεί αρχικά ως χώρος υπηρεσιών και περιστασιακών εκθέσεων και τα τελευταία χρόνια ως ΚΕΠ του Δήμου Πατρέων με ένα ιδιότυπο καθεστώς.
- Δύο (2) χώροι (Αγγλικανική Εκκλησία, Σκαγιοπούλειο) που ανήκουν σε συλλόγους, χρησιμοποιούνται πολύ σπάνια και με αρκετές δυσκολίες.
- Ένας (1) χώρος (Επίκεντρο) λειτουργεί τα τελευταία δύο χρόνο ως ιδιωτικός πολυχώρος, χωρίς ουσιαστικά να έχουν αξιοποιηθεί οι παρεμβάσεις της Πολιτιστικής.
- Δύο (2) χώροι (Δημοτικό Θέατρο «Απόλλων», Αρσάκειο) που ανήκουν στο Δήμο, λειτουργούν συνέχεια («Απόλλων») είτε περιστασιακά, όμως οι παρεμβάσεις που έγιναν ήταν επιφανειακές και απαιτούνται εργασίες μεγάλης κλίμακας προκειμένου να αξιοποιηθούν με τον καλύτερο τρόπο.
- Τρεις (3) αρχαιολογικοί χώροι (Ρωμαϊκό Ωδείο, Κάστρο, ελαιώνας) συνέχισαν να λειτουργούν υπό το καθεστώς του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά μόνο το Ρωμαϊκό Ωδείο αποτελεί χώρο εκδηλώσεων.
- Δύο (2) χώροι (Σταφιδαποθήκες Μπάρι, Θεατράκι Γερμανού) που ανήκουν στο Δήμο λειτουργούν αφού απαιτήθηκαν εκ νέου ριζικές εργασίες.
- Τέσσερις (4) χώροι (Αγορά, Λιθογραφείο, Παλαιά Λουτρά, Κάστρο Ρίου) συνεχίζουν να λειτουργούν περίπου με τον ίδιο τρόπο.
- Ένα (1) συγκρότημα κτηρίων που δημιουργήθηκε με την ανακατασκευή μέρους του συγκροτήματος του πρώην εργοστασίου Λαδόπουλου, χρησιμοποιήθηκε ως διοικητική έδρα της Πολιτιστικής και αμέσως μετά αποδόθηκε στο Δήμο Πατρέων για τη στέγαση υπηρεσιών του.
Όπως προκύπτει από την παραπάνω καταγραφή, από τους 21 χώρους που ανήκαν στο κτιριακό πρόγραμμα της Πολιτιστικής, μόνο σε πέντε (5) περιπτώσεις αξιοποιήθηκαν ολοκληρωμένα τα έργα που έγιναν. Επιπλέον, παρατηρούμε ότι μόνο 8 από τους 21 χώρους στους οποίους έγιναν παρεμβάσεις, ανήκαν στο Δήμο Πατρέων, γεγονός που σημαίνει ότι η μετέπειτα αξιοποίηση των περισσότερων έργων της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας δεν ήταν στην αποκλειστική ευχέρεια της πόλης.
Το πρόγραμμα εθελοντισμού
Μία από τις καινοτομίες της διοργάνωσης του 2006 ήταν η εκπόνηση ενός προγράμματος εθελοντισμού για τη διοργάνωση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας. Αξιοποιώντας την εμπειρία και την καλή φήμη που κέρδισε στον τομέα αυτό η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, ο Οργανισμός της Πολιτιστικής στράφηκε ενεργά στην προσέλκυση εθελοντών από πρόσωπα και φορείς εντός ή εκτός της πόλης.
Έτσι οι εκδηλώσεις του 2006 και οι παράλληλες δράσεις του οργανισμού υποστηρίχτηκαν από περίπου 1200 εθελοντές, αριθμός πολύ ικανοποιητικός για μια πόλη 180.000 κατοίκων και πολύ μεγαλύτερος από οποιοδήποτε άλλη προσπάθεια ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Πρωτεύουσας. Το γεγονός αυτό είχε τρεις σημαντικές ωφέλειες:
- Συνέβαλε στη θετική δημοσιότητα της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, καθώς η συζήτηση για το πρόγραμμα εθελοντισμού περιλαμβανόταν σε όλα τα αφιερώματα του ελληνικού και ευρωπαϊκού Τύπου..
- Άφησε μια πολύ καλή κληρονομιά στην πόλη, καθώς η τεχνογνωσία που αποκτήθηκε από τη σύσταση ενός σώματος εθελοντών, μεταβιβάστηκε στο Δήμο Πατρέων, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργεί πλέον σε μόνιμη βάση ένα Γραφείο Εθελοντισμού και μια ομάδα εθελοντών με την ονομασία «Ομάδα Ε».
- Ενίσχυσε την «κουλτούρα εθελοντισμού» που προϋπήρχε από το Καρναβάλι και η οποία συνέβαλε στη δημιουργία εθελοντικών ομάδων σε χώρους όπως ο πολιτισμός, η υγεία και η κοινωνική αλληλεγγύη, που ειδικά την περίοδο από το 2010 μέχρι σήμερα έχουν να παρουσιάσουν σημαντικό έργο.
Συμπεράσματα
Τα σημαντικότερα συμπεράσματα από τη διοργάνωση της Πάτρας, είναι τα εξής:
- Το διοργανωτικό σχήμα μιας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας πρέπει απαραίτητα να έχει την ευελιξία μιας Α.Ε., ώστε να ξεπερνά γραφειοκρατικές αγκυλώσεις που άλλοτε υπάρχουν πραγματικά κι άλλοτε χρησιμοποιούνται ως άλλοθι. Πρέπει όμως η Α.Ε. που θα διοργανώσει την Πολιτιστική Πρωτεύουσα να συσταθεί τουλάχιστον τρία χρόνια πριν τη διοργάνωση, ενώ την ίδια περίοδο θα πρέπει να οριστεί και ο καλλιτεχνικός διευθυντής του θεσμού. Ταυτόχρονα πρέπει να προβλεφθεί το διάδοχο σχήμα που θα «κληρονομήσει» τις εκκρεμότητες, το αρχείο και τη συνέχεια του προγραμματισμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας.
- Η διοργάνωση δεν πρέπει να εξαρτάται αποκλειστικά από το υπουργείο Πολιτισμού ή από άλλο φορέα του κράτους. Οφείλει να είναι ένας συνδυασμός αρμοδιοτήτων, ευθυνών και χρηματοδοτήσεων από τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και ευρωπαϊκές πηγές, του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αξιοποιώντας με μέτρο ακόμα και στρατηγικές crowdfunding.
- Ο προγραμματισμός των κτιριακών υποδομών δεν πρέπει να έχει μαξιμαλιστικούς στόχους που να ξεπερνούν τις δυνατότητες του θεσμού και τις ανάγκες της πόλης. Συνήθως αρκούν 1 - 2 μεγάλα έργα, σε χώρους που να τελούν κατά προτίμηση υπό τη διαχείριση του Δήμου. Είναι σαφές ότι τα πολλά και φιλόδοξα έργα τις πιο πολλές φορές δεν μπορούν ούτε να πραγματοποιηθούν (ειδικά σε συνθήκες κρίσης κάτι τέτοιο μοιάζει απαγορευτικό), ούτε να συντηρηθούν αμέσως μετά. Γι’ αυτό κάθε έργο υποδομής πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από μελέτη βιωσιμότητας.
- Όπως προβλέπουν και οι κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μια Πολιτιστική Πρωτεύουσα πρέπει να κινείται στον άξονα της πόλης, χωρίς να προγραμματίζει επεκτάσεις σε γειτονικές πόλεις, οι οποίες αφενός καθίστανται συνήθως μη ρεαλιστικές και αφετέρου δημιουργούν προβλήματα επικοινωνίας, αφού αναβιώνουν ζητήματα τοπικιστικών αντιθέσεων.
- Η αλλαγή της εικόνας της πόλης, που αποτελεί πλέον ζητούμενο για τις ευρωπαϊκές πολιτιστικές πρωτεύουσες δεν είναι ζήτημα που αφορά πρωτίστως τους επισκέπτες της πόλης, ούτε σχετίζεται κατά κύριο λόγο με την τουριστική της ανάπτυξη. Προέχει η αλλαγή της εικόνας που παρουσιάζει η πόλη στους ίδιους τους κατοίκους της, η ουσιαστική συζήτηση μαζί τους και η μετάδοση κατ' αρχήν προς αυτούς των στοιχείων της νέας μελλοντικής ταυτότητάς της.
- Για τις περισσότερες ελληνικές πόλεις η διοργάνωση της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας σημαίνει: τουρισμός, θέσεις εργασίας, ανάπτυξη, οικονομικοί πόροι. Ακόμα κι αν αυτό ισχύει, καλό είναι να ξεκαθαριστεί από την αρχή ότι όλοι αυτοί οι στόχοι εντάσσονται στα μακροπρόθεσμα οφέλη και δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν ορατά αποτελέσματα στο πλαίσιο της χρονιάς της διοργάνωσης.
- Το καλλιτεχνικό πρόγραμμα μιας Πολιτιστικής Πρωτεύουσας πρέπει να έχει 1 - 2 συγκεκριμένους κεντρικούς θεματικούς άξονες κι όχι να αποτελεί ένα συνονθύλευμα εκδηλώσεων, που όσο υψηλού επιπέδου κι αν είναι, δεν θα δημιουργήσουν προστιθέμενη αξία στο κοινό της πόλης και δεν αφήσουν ισχυρό αποτύπωμα μετά τη διοργάνωση.
- Σε όλες τις χώρες που βιώνουν περιόδους κρίσης, ο πολιτισμός αν και συνήθως θεωρείται ως πολυτέλεια, γνωρίζει σημαντικές στιγμές δημιουργίας και ακμής, σε καλλιτεχνικό και διαχειριστικό επίπεδο. Επιπλέον δεν πρέπει ακόμα και στις πιο δυσάρεστες συνθήκες να πάψουμε να θεωρούμε ως προστατευόμενα για κάθε κοινωνία αγαθά όπως ο πολιτισμός, η παιδεία και η υγεία. Μια τέτοια παρατήρηση δεν μπορεί παρά να αφορά και στις Πολιτιστικές Πρωτεύουσες.
*Το κείμενο αποτελεί σύνοψη του άρθρου με τίτλο «Ο θεσμός της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης ως στοιχείο τοπικής ανάπτυξης. Το παράδειγμα της Πάτρας του 2006», που παρουσιάστηκε στο 13ο Τακτικό Επιστημονικό Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Περιφερειακής Επιστήμης (ERSA-GR), Αθήνα 26-27/6/2015
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.