Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές παράμετροι για την ανάδειξη του πολιτισμικού αποθέματος στα Βαλκάνια

#ΕΛΕΝΗ Γ.ΓΑΒΡΑ Τμήμα Βαλκανικών Σλαβικών & Ανατολικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας 
#ΚΛΕΟΝΙΚΗ ΓΚΙΟΥΦΗ Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας 

Στην παρούσα εισήγηση επιχειρείται μια διερεύνηση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων που συναρτώνται με την ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος περιοχών αναφοράς στα Βαλκάνια. 
Ο πολιτισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την οικονομική δραστηριότητα μιας περιοχής επηρεάζοντας άμεσα το κοινωνικοπολιτικό και φυσικό περιβάλλον αυτής. Η εκτίμηση της αξίας της πολιτιστικής κληρονομιάς συντείνει στην ορθή διαχείριση της πολιτιστικής ταυτότητας και κατ’ επέκταση στην προώθηση της εικόνας μιας περιοχής. 
Η ανάδειξη και προβολή της πολιτιστικής ταυτότητας, με άξονα την βιώσιμη ανάπτυξη, αποτελεί βασικό ζητούμενο στον αστικό σχεδιασμό.  
Σε θεωρητικό επίπεδο γίνεται ανάλυση των οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων μιας περιοχής οι οποίες επηρεάζουν την ανάδειξη του πολιτισμικού αποθέματός της και συναρτώνται με την προώθηση της εικόνας του τόπου. Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, η ποιότητα ζωής, η ιστορική παράδοση και οι αισθητικές αξίες επηρεάζουν άμεσα το πολιτιστικό περιβάλλον ως επέκταση του συνολικού περιβαλλοντικού συστήματος. Οι σύγχρονες πολιτικές σχεδιασμού περιλαμβάνουν πρακτικές για την προστασία και ανάδειξη του πολιτισμικού αποθέματος μέσα από καινοτόμες εφαρμογές, πληρώντας τεχνολογικές προϋποθέσεις.   
Τα Βαλκάνια αποτελούν χωνευτήρι/κόμβο διαφορετικών πολιτισμών, δημιουργώντας την δική τους ιδιαίτερη εικόνα. Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο, το οικονομικό-κοινωνικό πλαίσιο, η ιστορία τους, η αρχιτεκτονική τους τα καθιστούν σύγχρονα πολιτισμικά επίκεντρα και ανεξάντλητες πηγές έρευνας και ενδιαφέροντος. Σε αρκετές περιοχές του χώρου αναφοράς παρατηρείται συσσώρευση εθνοτήτων και εθνικών μειονοτήτων ποικίλων πολιτισμικών εκφράσεων, ενώ σε άλλες υπάρχει έλλειψη συνέχειας του σύγχρονου παρόντος με το ιστορικό παρελθόν. Αυτή η ιστορική συνέχεια πολιτισμικής έκφρασης και δημιουργίας ή οι ισχυρές ιστορικές τομές έχουν συνέπειες και στον βαθμό διατήρησης της πολιτισμικής κληρονομιάς των επιμέρους περιοχών.
 
Η σημασία και ο πλούτος του πολιτισμικού αποθέματος στο χώρο των Βαλκανίων καταδεικνύεται ιδιαιτέρως και από το μεγάλο αριθμό μνημείων και τοποθεσιών που έχουν χαρακτηρισθεί ως «Μνημεία Παγκοσμίου Ενδιαφέροντος» από την UNESCO. Η σημασία αυτού του χαρακτηρισμού έχει πρακτικά αποτελέσματα και συμβάλει στην προβολή και προώθηση της πολιτισμικής εικόνας της περιοχής. 
Μέσα από συγκεκριμένα παραδείγματα αναφοράς, στην παρούσα εισήγηση, παρουσιάζονται οι νέες αστικές πολιτικές που αναδεικνύουν την εικόνα του τόπου στα Βαλκάνια –κατά περίπτωση, προβάλλοντας τα χαρακτηριστικά τους. Στόχος είναι η αξιολόγηση/αποτίμηση της εφαρμογής οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών παραμέτρων στον σχεδιασμό ως προσδοκώμενο κοινό όφελος για την πολιτιστική ανάδειξη περιοχών των Βαλκανίων.  


1. Εισαγωγή (πολιτισμικό απόθεμα, πολιτιστική κληρονομιά, πολιτιστική ταυτότητα) 
Σύμφωνα με τις Γενικές Αρχές της Χάρτας στην ευρεία έννοια του όρου κληρονομιά περιλαμβάνεται τόσο το φυσικό όσο και το πολιτιστικό περιβάλλον. Συμπεριλαμβάνονται ακόμα σε αυτήν τοπία, ιστορικοί χώροι, τοποθεσίες και δομημένο περιβάλλον, καθώς και η βιοποικιλότητα, οι συλλογές, οι παλιές και συνεχιζόμενες πολιτιστικές πρακτικές, η γνώση και οι ζωντανές εμπειρίες. Στην πολιτιστική κληρονομιά καταγράφεται και απεικονίζεται η μακρόχρονη πορεία της ιστορικής εξέλιξης, ενώ η κληρονομιά αυτή διαμορφώνει ουσιαστικά και την ταυτότητα κάθε έθνους, χώρας, περιοχής ή τόπου και επομένως αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης ζωής. Αυτή είναι ένα δυναμικό σημείο αναφοράς και ένα θετικό μέσο ανάπτυξης και αλλαγών. Η ιδιαίτερη πολιτιστική κληρονομιά και η συλλογική μνήμη κάθε περιοχής ή κοινωνικού συνόλου αποτελεί αναντικατάστατο και σημαντικό υπόβαθρο για την σύγχρονη και μελλοντική ανάπτυξη.  
Ο όρος πολιτισμικό απόθεμα περιλαμβάνει την κάθε μορφής πολιτισμική έκφραση και καλλιτεχνική δημιουργία του ανθρώπου, διαχρονικά. 
Η αρχιτεκτονική κληρονομιά είναι ένα μέρος μόνο του πολιτισμικού αποθέματος ενός ανθρώπινου συνόλου ή μιας γεωγραφικής περιοχής. Περιλαμβάνει τα μνημεία, τα αρχιτεκτονικά σύνολα και τις τοποθεσίες ιστορικού, αρχαιολογικού, καλλιτεχνικού, κοινωνικού, επιστημονικού ή τεχνολογικού ενδιαφέροντος. 
Μ’ αυτήν την έννοια, η πολιτιστική κληρονομιά κρίνεται θεμελιώδης στον προσδιορισμό της τοπικής-εθνικής, της περιφερειακής και της ευρωπαϊκής ταυτότητας και μπορεί να επηρεάζει ποικιλοτρόπως το χωρικό σχεδιασμό (Γαβρά, 2004). 
Η μνήμη ενός τόπου αποτελεί έννοια βαθιά συνδεδεμένη με γεγονότα, βιωματικές εμπειρίες, κώδικες και νοήματα κρυμμένα στο χρόνο, που δεν είναι εύκολα διακριτά και κατανοητά. Και εκεί έγκειται το μυστήριο στην ανάγνωση ενός τόπου. Η μνήμη, πάνω απ’ όλα ταυτίζεται με τον ίδιο τον τόπο καθεαυτό, αποτελώντας την υλική και άυλη έκφρασή του. 
Χρήζει λοιπόν ιδιαίτερης σημασίας η διερεύνηση της έννοιας του τόπου, της κατοίκησης, του πνεύματος ενός τόπου προκειμένου για την προσέγγιση της μνήμης του και τη σύνδεσή της με συγκεκριμένους τόπους αναφοράς. Το πνεύμα του τόπου, η φυσιογνωμία του προσδιορίζεται ιστορικά και πολιτισμικά. Ο τόπος είναι ο καθρέπτης της ιστορίας του, των μετασχηματισμών του στο πέρασμα του χρόνου, συνδέεται άρρηκτα με τη μνήμη, αποτελώντας ταυτόχρονα την ίδια τη συλλογική μνήμη των χρηστών του.

   

Η ΝΑ Ευρώπη, περιοχή με ιδιαιτέρως μεγάλη ποικιλία πολιτισμικού αποθέματος, περιλαμβάνει αστικά κέντρα και περιοχές ευρύτερες -όχι κατ’ ανάγκην μόνο αστικές- με χαρακτήρα πολυπολιτισμικό, είναι πλούσια σε κατάλοιπα πολιτισμών διαφόρων ιστορικών περιόδων, σημαντικών θρησκευτικών ρευμάτων, διαφόρων αρχιτεκτονικών επιδράσεων και σχολών. 
Τα ίχνη αυτά του ιστορικού παρελθόντος, διάσπαρτα και στις χώρες των Βαλκανίων, δεν παρουσιάζουν πάντα τον ίδιο βαθμό πυκνότητας. Η επικράτηση στην ευρύτερη περιοχή και επί μακρό χρονικό διάστημα μεγάλων ιστορικών δυναστειών - αυτοκρατοριών (Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική) δημιούργησε το φαινόμενο των ‘συγγενών τόπων’ ή των ‘ζωνών πολιτισμικής συνέργιας’. Η έννοια των ορίων (ως φυσικών ορίων) -όπως ισχύει σήμερα- καταργείται με την έννοια των συγγενών τόπων και αναγνωρίζονται κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά σε μεγάλες γεωγραφικές ενότητες του συγκεκριμένου χώρου αναφοράς (Γαβρά, 2004).  

2. Πολιτικές διαχείρισης: πολιτιστικός σχεδιασμός, οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές παράμετροι  
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της κοινωνίας της πληροφορίας, η προστασία και ανάδειξη της μνημειακής, αρχιτεκτονικής, αρχαιολογικής, οικολογικής κληρονομιάς είναι ανάγκη να ενταχθεί στις επιμέρους πολιτικές για οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ανάπτυξη σε συνδυασμό και με τους στόχους του χωρικού σχεδιασμού που αποτελεί το μέσο για την επίτευξη των πολιτικών αυτών. 
Σήμερα η κληρονομιά δεν θεωρείται πλέον ως ανασχετικός παράγοντας της ανάπτυξης αλλά ως μέσο ενίσχυσης της οικονομίας και βελτίωσης της ποιότητας ζωής. Τα ιστορικά κέντρα, οι ιστορικοί και πολιτισμικοί πόλοι, οι παραδοσιακοί οικισμοί, τα μνημειακά σύνολα, οι αρχαιολογικοί χώροι και οι προστατευόμενες φυσικές περιοχές, αποτελούν ένα τεράστιο πόρο για την Ελλάδα και την Ευρώπη και ταυτόχρονα ένα μέσο μετάδοσης των αξιών του πολιτισμού τους (Μπεριάτος, 2007). 
Ο χώρος των Βαλκανίων, παρά τις διαφοροποιήσεις σε επίπεδο χειρισμού θεσμικού πλαισίου και μεθοδολογίας αντιμετώπισης των ζητημάτων προστασίας μνημειακού πλούτου, εμφανίζει την εικόνα ενός ενιαίου πολιτισμικού χώρου, χωρίς ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις μνημειακής ταυτότητας. 
Αυτό το στοιχείο ομοιογένειας προσφέρει σήμερα σειρά ευκαιριώνδυνατοτήτων διεθνικής συνεργασίας στους τομείς της έρευνας-ανάλυσης, της προστασίας και της διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η προστασία, η αποκατάσταση και η επανάχρηση του πολιτισμικού αποθέματος μπορούν να αποτελέσουν για τις χώρες της βαλκανικής σημαντική πρόσοδο. 


Ήδη κατά τις τελευταίες δεκαετίες, η μετάβαση στην οικονομία της αγοράς καθώς επίσης και οι προενταξιακές διαδικασίες για τις περισσότερες από τις χώρες αυτές, προσφέρουν μια σειρά αντίστοιχων δυνατοτήτων για τη αξιοποίηση του πολιτισμικού τους αποθέματος, ιδίως του αρχιτεκτονικού, μέσω δημόσιων ή ιδιωτικών επενδύσεων και προγραμμάτων, κυρίως διεθνικής συνεργασίας.
Η συνεισφορά της πολιτιστικής κληρονομιάς ενός τόπου στη διαμόρφωση παραμέτρων που συμβάλλουν στη συγκρότηση της εικόνας του αποτελεί μια προσέγγιση διερεύνησης της διαμόρφωσης της εικόνας ενός τόπου (πόλης ή χώρας), που απαντάται πολύ συχνά στη βιβλιογραφία. Διαπιστώνεται ότι η εφαρμογή πρακτικών μάρκετινγκ και επικοινωνίας στη διαμόρφωση εικόνας θα πρέπει να συνδέεται με εγγενή στοιχεία του πολιτισμού του συγκεκριμένου τόπου, και όχι απλώς με την παράθεση εικόνων αρχαιοτήτων ή μνημείων (Karavatzis and Ashworth, 2005). 

Ο πολιτιστικός σχεδιασμός είναι μια πολύπλευρη προσέγγιση και μπορεί να γίνει κατανοητός καλύτερα ως στρατηγική διαδικασία συνεργασιών ανάμεσα στην κοινωνία, την τοπική διοίκηση και την τοπική παραγωγή, με καταλυτική δράση στην οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική ανάπτυξη. Είναι μια στρατηγική για τη δημιουργία ενιαίου πλαισίου διατήρησης και αξιοποίησης πολιτισμικών πόρων (Wilks -Heeg and North, 2004). 
Ο πολιτιστικός σχεδιασμός συνδέεται με τον πολεοδομικό σχεδιασμό με τη στρατηγική χρήση πολιτισμικών πόρων για ανάπτυξη σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Αποτελεί την πολιτιστική προσέγγιση στον αστικό και περιφερειακό σχεδιασμό, με άξονα την χάραξη μιας κοινωνικής, περιβαλλοντικής και οικονομικής πολιτικής (Wilks -Heeg and North, 2004). 
Η ένταξη του πολιτιστικού σχεδιασμού στις ευρύτερες διαδικασίες του χωροταξικού και πολεοδομικού προγραμματισμού παρέχει την δυνατότητα για τη δημιουργία βιώσιμων, ελκυστικών και ανταγωνιστικών πόλεων. Προκειμένου να προσφέρουν οι πόλεις νέες εμπειρίες στους επισκέπτες τους (στα πλαίσια της όλο και αυξανόμενης σημασίας της οικονομίας των εμπειριών (Kolb, 2006), χρησιμοποιούν ως εργαλείο τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά τους ώστε να διαφοροποιηθούν. 
Το αστικό μάρκετινγκ, σύμφωνα με τους Defner & Metaxas (2006), συμπληρώνει και δεν αντικαθιστά τον πολεοδομικό σχεδιασμό. 

Τα βασικότερα πεδία σύγκλισης των δύο διαδικασιών είναι: 
α) η αστική ανάπτυξη σε τομείς όπως ο τουρισμός, ο αθλητισμός, οι τέχνες και τα ΜΜΕ, η μόδα, η αρχιτεκτονική, η πολιτιστική κληρονομιά κ.ά, 
β) η αστική διαχείριση, 
γ) η αστική διακυβέρνηση, 
δ) ο πολιτιστικός σχεδιασμός, 
ε) το city branding, 
ζ) ο σχεδιασμός εκδηλώσεων, 
η) η αστική αναγέννηση και 
θ) η αστική πολιτική. 

Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς εξαρτάται άμεσα και από την οικονομική ανάπτυξη μιας περιοχής συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην προώθηση της καινοτομίας, την αποδοτική διαχείριση των πόρων, την ανάπτυξη της απασχόλησης, τον τουρισμό και την νέα ηλεκτρονική οικονομία. 
Επίσης, συνδέεται με τις τοπικές, περιφερειακές και εθνικές οικονομίες, όπως και με τις εξωτερικές οικονομίες ως αποτέλεσμα της πολιτιστικής βιομηχανίας.  Η κοινωνική συνοχή ενισχύεται με την πολιτιστική συμμετοχή ατόμων και ομάδων, ιδιαίτερα των ευάλωτων και ευπαθών, μέσα από πολιτιστικά προγράμματα και εκδηλώσεις, συνιστώντας στην βελτίωση της ποιότητας ζωής και την κοινωνική ενσωμάτωση.  
Συνεπώς, οι στρατηγικές για την πολιτιστική κληρονομιά είναι απαραίτητο να δίνουν προτεραιότητες βασισμένες στην δημιουργία νέων εταιρικών σχημάτων και συνεργιών, ενσωματώνοντας τον τοπικό προγραμματισμό με συνέπεια στην ιδιαιτερότητα της κάθε περιοχής.  

3. Περιπτώσεις αναφοράς: κοινά σημεία, αντιθέσεις, αποτίμηση σχεδιασμού  
Ο χώρος της ΝΑ Ευρώπης, ως πεδίο συνάντησης διαφόρων πολιτισμών και λαών, περιλαμβάνει αστικά κέντρα και περιοχές με έντονο πολυπολιτισμικό χαρακτήρα λόγω διαφορετικών ιστορικών επιρροών, κοινωνικών συνθηκών και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. 
Η συσσώρευση διαφορετικών εθνοτήτων και εθνικών μειονοτήτων καθώς και η έλλειψη συνέχειας μεταξύ του ιστορικού παρελθόντος με το σύγχρονο παρόν είχαν επιπτώσεις και στον τρόπο διαχείρισης της εικόνας των αστικών κέντρων της ΝΑ Ευρώπης και τον προσδιορισμό της ταυτότητάς τους. Συγκεκριμένα, οι διαδικασίες μετάβασης στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης επηρέασαν τον οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό χώρο, με προεκτάσεις και στον χωρικό σχεδιασμό/προγραμματισμό.  
Τα παραδείγματα αναφοράς παρουσιάζονται σε επίπεδο χώρας και επιλέχθηκαν με βάση προηγούμενη έρευνα. 

Οι περιπτώσεις αφορούν την Ελλάδα, την Ρουμανία και την ΠΓΔΜ. 

Α. Στην Ελλάδα η πολιτιστική κληρονομιά θεωρείται σήμερα πλέον οικονομικός πόρος και βασικός συντελεστής της πολιτιστικής, κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης. Συνακόλουθα, η ανάδειξη και προστασίας των πολιτιστικών πόρων, αποτελεί επενδυτικό κεφάλαιο σε συνδυασμό και με τον τουριστικό τομέα ως καθοριστικός για την ανάπτυξη της χώρας (Παρπαΐρης, 2004).
Οι κατευθύνσεις πολιτικής αστικής ανάπτυξης για την προστασία του πολιτισμικού αποθέματος σε περιοχές με έντονη τοπική ταυτότητα και χαρακτηριστική φυσιογνωμία αφορούν κυρίως την θεσμοθέτηση νέων κοινωνικών οικονομικών φορέων, την δημιουργία νέων οργανωτικών δομών και τον εφικτό τοπικό προγραμματισμό μέσα από τον πολεοδομικό και αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. 
Σκοπός είναι η θεσμοθέτηση πολεοδομικών μηχανισμών και αναπτυξιακών φορέων για την ορθή διαχείριση και ανάδειξη της πολιτιστικής ταυτότητας και την αξιολόγηση του πολιτισμικού αποθέματος (Γαβρά και Καμπούρη, 1998). 
Η ιδιαίτερη σημασία που έχει αποκτήσει η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς καταδεικνύεται και από το γεγονός της συμπερίληψής της στο κείμενο του Συντάγματος1, διευρύνοντας το περιεχόμενο από τα αρχαία μνημεία στον περιβάλλοντα χώρο, τα οικιστικά σύνολα και τα ιστορικά τοπία έως και τα άυλα πολιτιστικά αγαθά (Βουδούρη, 1992·Τροβά, 2003). 
Ωστόσο, η συστηματική έρευνα και καταγραφή των πολιτιστικών και φυσικών μνημείων, η διεύρυνση του νομοθετικού πλαισίου σε θέματα διαχείρισης και προστασία της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς, όπως και ο ενεργός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης παραμένουν θέματα προς εξέλιξη (Θεοδοσίου-Δρανδάκη Ε., 2007). 
Σε επίπεδο συνεργασίας η Ελλάδα επιχειρεί μέσω οργανισμών και ιδρυμάτων την διασύνδεσή της με άλλους ευρωπαϊκούς και διεθνείς φορείς, στοχεύοντας στην προώθηση της ελληνικής γλώσσας και ιστορίας, της τέχνης και του πολιτισμού. 
Η ενδυνάμωση των πολιτιστικών σχέσεων και δεσμών αποτελεί βασικό ζητούμενο για τους δημόσιους αλλά και ιδιωτικούς φορείς πολιτισμού σε μια προσπάθεια αναδιαμόρφωσης και του τουριστικού τομέα, ως ισχυρό προϊόν εθνικής οικονομίας. 
Επίσης, ιδιαίτερη επιτυχία σημειώνουν και τα προγράμματα πολιτιστικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου για την κινητικότητα των νέων στην Ευρώπη και όχι μόνο (http://culturalpolicies.net). 

Β. Η σημασία, ο πλούτος και η ποικιλότητα του πολιτισμικού αποθέματος στο έδαφος της σημερινής Ρουμανίας καταδεικνύεται από το μεγάλο αριθμό μνημείων και τοποθεσιών που έχουν χαρακτηριστεί έως σήμερα, μνημεία παγκοσμίου ενδιαφέροντος από την Unesco. 
Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει διττή σημασία: από τη μια συμβάλλει στην καθιέρωση της προστασίας των μνημείων και, από την άλλη, έχει θετικά αποτελέσματα στην προώθηση της πολιτισμικής εικόνας της περιοχής εκτός των ορίων της χώρας καθώς και την εν δυνάμει ανάδειξη/ διαχείρισή τους προς την κατεύθυνση μιας «υγιούς» τουριστικής προβολής και αξιοποίησης (Delivani,1992·Nikas, 1992·Gavra, Delivani and Nikas, 2006). 
Σήμερα, προκειμένου η Ρουμανία να προσαρμοστεί με τις αρχές μιας ενιαίας και μακροπρόθεσμης στρατηγικής χωρικής ανάπτυξης προς την κατεύθυνση της επιτυχούς και ομαλής προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επιδιώκει -μεταξύ των άλλων- να υιοθετήσει μια προσέγγιση βιώσιμης διαχείρισης του φυσικού όσο και του πολιτιστικού/ οικιστικού της περιβάλλοντος. 
Για το λόγο αυτό, η ανάπτυξη του εθνικού εδάφους βασίζεται σε σειρά θεμελιωδών αρχών. Σύμφωνα μ' αυτή την προσέγγιση, μια προϋπόθεση εναρμονισμού με τις ευρωπαϊκές εδαφικές πολιτικές, είναι αφενός, η εκμετάλλευση των δυνατοτήτων της χώρας,  αφετέρου η μείωση των εσωτερικών ανισορροπιών και διαφορών σε περιφερειακό και σε τοπικό επίπεδο. 
Τα κυριότερα προβλήματα που εντοπίζονται σήμερα στη χώρα στον τομέα της διαχείρισης και ανάδειξης του πολιτισμικού αποθέματος, μπορούν να θεωρηθούν τα ακόλουθα:  -η ανεπάρκεια οικονομικών δυνατοτήτων συντήρησης και, κατά συνέπεια, αξιοποίησης και προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς, σε όλο της το εύρος, -η διαφοροποίηση των προτεραιοτήτων ως προς την κατεύθυνση της διαχείρισης.  
Ως το βασικό εργαλείο/πλαίσιο της πολιτικής χωρικής ανάπτυξης στη Ρουμανία σήμερα, θεωρείται το Εθνικό Πρόγραμμα Αστικής Ανάπτυξης (Ε.Π.Α.Α.), το οποίο και παρέχει το εννοιολογικό πλαίσιο και την προοπτική για τη στρατηγική προς αυτή την κατεύθυνση (Γαβρά, 2006). 
Οι κύριοι στόχοι της κυβέρνησης είναι: -αύξηση της προσβασιμότητας και της συμμετοχής στον πολιτισμό, -προώθηση της διαφορετικότητας και προστασία των πολιτιστικών ταυτοτήτων, -προώθηση της πολυπολιτισμικότητας και προστασία του πολιτισμού των μειονοτήτων, -προστασία της πολιτιστικής, υλικής και άυλης κληρονομιάς, -ενίσχυση της πολιτιστικής βιομηχανίας με την διευκόλυνση και την υποστήριξη των καλλιτεχνών και των δημιουργών, την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και δημιουργικότητας και την προώθηση του διαπολιτισμικού διαλόγου, -σχεδίαση κατάλληλου κοινωνικού συστήματος προστασίας της κληρονομιάς και ενίσχυση των τοπικών φορέων, -εξειδίκευση της απασχόλησης στον τομέα του πολιτισμού, -προώθηση πολιτιστικών προγραμμάτων δια βίου εκπαίδευσης. 
Η προστασία και διαχείριση της πολιτισμικής κληρονομιάς τίθεται ως αξία υψίστης σημασίας και ως κρίσιμο εργαλείο σε όλα τα επίπεδα χωρικού σχεδιασμού (κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό).
Επίσης, σε ζητήματα που αφορούν την διαχείριση του ανθρωπογενούς (οικιστικού και πολιτιστικού), όπως και του φυσικού αποθέματος, σε εθνικό επίπεδο, εκτός από το Υπουργείο Πολιτισμού επιπρόσθετα ασχολούνται το Υπουργείο Δημοσίων Έργων, Μεταφορών και Οικισμού όπως και το Υπουργείο Τουρισμού, μαζί με σειρά συλλογικών φορέων Εθνικού Σχεδιασμού και Προγραμματισμού. 
Οι τελευταίοι ανήκουν ή κατευθύνονται από ορισμένα υπουργεία ή από την Ακαδημία της Ρουμανίας, αντίστοιχα. Χαρακτηριστικά αναφέρονται: η Εθνική Εταιρεία Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Εθνικό Ινστιτούτο Έρευνας και Ανάπτυξης Πολεοδομικού και Χωρικού Σχεδιασμού (URBANPROIECT), η Εθνική Επιτροπή Ιστορικών Μνημείων και το Ινστιτούτο Γεωγραφίας. Επίσης, σε περιφερειακό, όπως και σε τοπικό επίπεδο υπάρχουν αντίστοιχα εταιρείες αναπτυξιακές, οι οποίες είναι μη κυβερνητικές, μη κερδοσκοπικές, ιδιωτικού νομικού καθεστώτος, δημόσιας όμως, εμβέλειας και οφέλους (Καυκαλάς, 2000). 
Συμπληρωματικά προς τις προηγούμενες, δραστηριοποιούνται αναπτυξιακές εταιρείες καθαρά ιδιωτικού πλαισίου, σε περιφερειακό ή και σε τοπικό επίπεδο. Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στα ζητήματα διαχείρισης του αστικού αποθέματος κατέχουν και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις.  Όσον αφορά τις συνεργασίες και τα προγράμματα, η Ρουμανία συμμετέχει ενεργά σε τοπικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο προωθώντας τον πολιτισμό σε συνδυασμό με τον τομέα του τουρισμού και της εκπαίδευσης. Να σημειωθεί το κέντρο και οι δράσεις για τον πολιτισμό των Ρομά ως μια πολιτική κοινωνικής συνοχής ενώ ποικίλα είναι και τα προγράμματα για την διασύνδεση και κινητικότητα νέων δημιουργών, ιδεών και 
εκδηλώσεων μέσω ηλεκτρονικών πλατφόρμων επικοινωνίας. 
Εξίσου σημαντικό είναι και το πρόγραμμα, σε ισχύ από το 2006, που στοχεύει στην δημιουργία πολιτιστικών ιδρυμάτων σε κοινότητες, όπως και η αναμόρφωση των ήδη υπαρχόντων οργανισμών σε αστικές και αγροτικές περιοχές (http://culturalpolicies.net). 
Αξιόλογη δραστηριότητα παρουσιάζουν και φορείς διεθνικού χαρακτήρα και εποπτείας -όπως π.χ. το UNDP με το πρόγραμμα Beautiful Romania- στο πλαίσιο των διαδικασιών εξομάλυνσης των ανισοτήτων εν όψει της εναρμόνισης της χώρας με το κοινοτικό κεκτημένο, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού και διαμόρφωσης πολιτικών, όσο και υλοποίησης ανάλογων έργων υποδομής. 
Σχετικά με το πρόγραμμα η κυβέρνηση είναι γενικότερα υποστηρικτής των δράσεων και των μέτρων που ακολουθεί στην προσπάθεια ενίσχυσης και του τουρισμού. Το πρόγραμμα εστιάζει στην ανειδίκευτη εργασία που δεν απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις και προσόντα, όπως και στην βιωσιμότητα μέσω της δημιουργίας θεσμών, την ενίσχυση των εταιρικών σχέσεων σε τοπικό επίπεδο και τη βελτίωση της απόδοσης και της ανταγωνιστικότητας της τοπικής κατασκευής ΜΜΕ. 
Το έργο διακρίνεται σε επιμέρους υποέργα μικρότερης κλίμακας, αλλά υψηλής προτεραιότητας με εμφανή αποτελέσματα. Στις εργασίες περιλαμβάνεται η αστική αναζωογόνηση, συμπεριλαμβανομένων των αστικών ιστορικών μνημείων και τοποθεσιών, όπως και η αποκατάσταση των δημοσίων κτιρίων και των αστικών πάρκων, των δημόσιων και κοινόχρηστων χώρων και των χώρων αναψυχής2.  
Αντίστοιχα προγράμματα έχουν ολοκληρωθεί, ενώ άλλα βρίσκονται σε εξέλιξη. 

Ενδεικτικά αναφέρονται:  
•το εθνικό πρόγραμμα προστασίας βασισμένο σε ξένο κεφάλαιο (UNESCO, Συμβούλιο της Ευρώπης) 
• διεθνή προγράμματα τοπικού ενδιαφέροντος σε συνεργασία με γείτονες χώρες •το πρόγραμμα αποκατάστασης του ιστορικού κέντρου του Σιμπίου στα πλαίσια του θεσμού της πολιτιστικής πρωτεύουσας για το 2007. 

Τέλος, να αναφερθεί το πρόγραμμα προστασίας και διαχείρισης της περιοχής Δέλτα του Δούναβη μεταξύ Ρουμανίας και Ουκρανίας στα πλαίσια αφύπνισης της δημόσιας ευθύνης για προστατευόμενες περιοχές στην Ρουμανία (http://www.unesco.org). 

Γ. Η ΠΓΔΜ είναι χώρα µικρή σε έκταση και πληθυσµό µε περιορισµένους οικονοµικούς πόρους. Η στρατηγική γεωγραφική θέση της χώρας και η ιστορική της πορεία έχουν διαµορφώσει την πολυπολιτισµική της ταυτότητα, και έχουν επηρεάσει και το πολιτιστικό απόθεµα, το οποίο  καταγράφεται ως ενδιαφέρον, κληροδοτώντας του στοιχεία από διαφορετικές ιστορικές περιόδους.  
Αναφορικά µε το νοµοθετικό πλαίσιο για την προστασία και διαχείριση του πολιτιστικού και οικιστικού αποθέµατος, η ΠΓΔΜ έχει επικυρώσει αρκετές διεθνείς και ευρωπαϊκές συµβάσεις, ενώ ορισµένες από αυτές που σήµερα βρίσκονται σε ισχύ στη χώρα προέρχονται από την πρώην Οµοσπονδία της Γιουγκοσλαβίας (Γαβρά, 2008). 
Ο Νόµος για τον Πολιτισµό, ο οποίος υιοθετήθηκε το 1998, ήταν ο πρώτος ενιαίος νόµος στο πεδίο του πολιτισµού. Ωστόσο, σηµαντικό βήµα αποτέλεσε ο Νόµος για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονοµιάς, που τέθηκε σε εφαρµογή από τον Ιανουάριο του 2005. Ο Νόµος έχει αξιολογηθεί θετικά από την αρµόδια επιτροπή της UNESCO, δεδοµένου ότι εναρµονίζεται µε τα πιο πρόσφατα ζητήµατα σχετικά µε το τί περιλαµβάνεται ή όχι στους ποικίλους ορισµούς της πολιτιστικής κληρονοµιάς (Ristov, 1997). 
Συγκεκριμένα οι οδηγίες από την UNESCO για την χώρα αναφέρονται: 

-στην σύνταξη μιας ολοκληρωμένης έκθεσης της υπάρχουσας κατάστασης της αρχιτεκτονικής, αρχαιολογικής και περιβαλλοντικής κληρονομιάς, 
-στον εντοπισμό των κύριων προβλημάτων της διαχείρισης και της προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, 
-στην εύρεση εφικτών σεναρίων για την επίλυση τεχνικών θεμάτων σε περιοχές ενδιαφέροντος, 
-στην δημιουργία μακροπρόθεσμων δράσεων για την βελτίωση της ποιότητας των επεμβάσεων σε επιμέρους περιοχές, 
-στην τήρηση των οδηγιών για αποκατάσταση, προστασία και διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς και του περιβάλλοντος που τίθενται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, 
-στην παράθεση στην UNESCO προτάσεων για πιθανούς χορηγούς, είτε κυβερνητικούς είτε ιδιωτικούς, μέτρων και πρωτοβουλιών ώστε να χρησιμοποιηθούν ως οδηγοί για τις εθνικές αρχές στην διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς (http://www.unesco.org). 

Η ΠΓΔΜ συμμετέχει σε πληθώρα ευρωπαϊκών προγραµµάτων που αφορούν στον πολιτισµό, το σηµαντικότερο από τα οποία υπήρξε το Πρόγραµµα για τον Πολιτισµό 2007-2013, με κύριο στόχο την προώθηση της πολιτισµικής συνεργασίας σε διεθνικό επίπεδο. 
Με τη συµµετοχή της σε ανάλογα προγράµµατα που προωθούνται από το Συµβούλιο της Ευρώπης, η χώρα πετυχαίνει αφενός την εξασφάλιση οικονοµικών πόρων για την υλοποίηση πολιτιστικών δράσεων, υιοθετεί τις ευρωπαϊκές αρχές και την τεχνογνωσία για την προστασία του πολιτιστικού και οικιστικού αποθέµατος και αφετέρου, και πιο σηµαντικό, προωθεί τον διαπολιτισµικό διάλογο και κυρίως την πολιτισµική συνεργασία (http://culturalpolicies.net). 

Συμπερασματικά και για τις τρεις περιπτώσεις αναφοράς, η Ευρωπαϊκή Ένωση, µέσω και του Συµβουλίου της Ευρώπης αλλά και ο διεθνής οργανισµός της UNESCO έχουν καθοριστική συµβολή στη χάραξη των βασικών αξόνων πολιτικής σε θέµατα πολιτιστικής κληρονοµιάς. 
Φορείς όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κληρονοµιάς, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Πολιτιστικών Διαδροµών και πλήθος µη κυβερνητικών οργανισµών αλλά και άλλων διεθνών οργανισµών (Παγκόσµια Τράπεζα, UNDP), των οποίων οι χώρες είναι ενεργά µέλη, συµµετέχουν στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονοµιάς και διευκολύνουν την εκκίνηση προγραµµάτων, έργων και συνεργασιών στο πεδίο του πολιτισµού.  


4. Νέες αστικές πολιτικές διαχείρισης: προτάσεις/αποτίμηση/αξιολόγηση Οι γενικές αρχές και στόχοι πολιτικής για τον πολιτισμό στην περιοχή των Βαλκανίων συνάδουν με τις υφιστάμενες διεθνείς και ευρωπαϊκές πολιτικές όπως την περιβαλλοντική πολιτική με στόχο την βιώσιμη ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος και της φύσης, την οικονομική και κοινωνική συνοχή της περιοχής μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού, την χωρική ανάπτυξη μέσω της ισόρροπης πολιτιστικής ανάπτυξης και την παροχή ίσων ευκαιριών πρόσβασης στα πολιτιστικά αγαθά (Γαβρά, 2004). 
Υπό τις νέες συνθήκες, πρώτον παρατηρείται μια ταχεία αλλαγή και εξέλιξη των αστικών πολιτικών και της αστικής διακυβέρνησης από τα παραδοσιακά διοικητικά σχήματα σε νέα επιχειρηματικά πρότυπα διοίκησης (Cox, 1993 και 1995) καθώς και σε νέα ριζοσπαστικά μοντέλα αστικής διακυβέρνησης επικεντρωμένα στην ανάπτυξη (οικονομική και δημογραφική) των πόλεων μέσω της προσφερόμενης ποιότητας του χώρου (Clark και Rempel, 1997· Clark και Hoffmann-Martinot, 1998·Clark κ.ά., 2002). 
Και δεύτερον, ο αστικός σχεδιασμός εμφανίζεται να αναλαμβάνει για όλες τις κατηγορίες και ομάδες πόλεων έναν νέο σημαντικό ρόλο ως εργαλείο οικονομικής ανάπτυξης. 
Μια σημαντική σχέση μεταξύ του σχεδιασμού και της οικονομίας του αστικού χώρου που διατηρήθηκε για αιώνες αντιστρέφεται στην εποχή μας. Ενώ στην μακροχρόνια ιστορία των πόλεων η υψηλή ποιότητα του σχεδιασμένου χώρου καθώς και οι σχεδιαστικές καινοτομίες ήταν πάντα απόρροια της οικονομικής άνθισης συγκεκριμένων πόλεων και περιοχών σε μια χρονική περίοδο, στην νέα εποχή ο αστικός σχεδιασμός, η καινοτομία και η ποιότητα του χώρου χρησιμοποιούνται συνειδητά ως μέσον οικονομικής ανάπτυξης των πόλεων (Γοσποδίνη, 2000· Gospodini, 2002). 
Καθίσταται όλο και πιο σαφές ότι οι ποικίλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι αστικές περιφέρειες -οικονομικές, περιβαλλοντικές, κλιματικές, κοινωνικές και δημογραφικές- συνυφαίνονται και η επιτυχία στο πλαίσιο της αστικής ανάπτυξης επιτυγχάνεται μόνο μέσω μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης. 

Συνεπώς, τα μέτρα που αφορούν στη φυσική ανάπλαση του αστικού περιβάλλοντος επιδιώκεται να συνδυάζονται με μέτρα που προωθούν την εκπαίδευση, την οικονομική ανάπτυξη, την κοινωνική ένταξη και την προστασία του περιβάλλοντος. 
Η ανάπτυξη ισχυρών συνεργασιών όπου εμπλέκονται οι τοπικοί πολίτες, η κοινωνία των πολιτών, η τοπική οικονομία και τα διάφορα επίπεδα της κυβέρνησης, αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση. 
Ο συνδυασμός ικανοτήτων και τοπικής γνώσης είναι βασικός για τον εντοπισμό κοινών λύσεων και την επίτευξη βιώσιμων αποτελεσμάτων γενικής αποδοχής (Πολιτική Συνοχής 2014-2020). 
Πλέον, το νέο οικονομικό περιβάλλον που πλαισιώνεται και από το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, σύμφωνα με τους Γοσποδίνη και Μπεριάτο (2006), θέτει στις τοπικές κυβερνήσεις όλο και περισσότερο ως βασικό στόχο την δημιουργία κατάλληλων συνθηκών που είναι ικανοποιητικά ελκυστικές για την εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων. 
Όπως αναφέρεται και στην πολιτική συνοχής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2014-2020), η καλλιέργεια ολοκληρωμένων αστικών πολιτικών θα ενισχύσει την βιώσιμη αστική ανάπτυξη και την προσαρμοστικότητα των πόλεων ώστε να διασφαλιστούν συνέργειες από τα Ευρωπαϊκά διαρθρωτικά και επενδυτικά ταμεία (ΕΔΕΤ). Στο παραπάνω πλαίσιο η ανάδειξη του πολιτισμικού αποθέματος σε συνδυασμό με τον καινοτόμο σχεδιασμό αποτελούν κυρίαρχα εργαλεία χωρικών μετασχηματισμών (Γοσποδίνη, 2006).


Συγκεκριμένα: 

-η προστασία και η αποκατάσταση μνημείων, κτιρίων και ιστορικών συνόλων διευκολύνεται με την βοήθεια των νέων τεχνολογιών και εφαρμογών καθιστώντας τα προσβάσιμα και διατηρώντας ανέπαφη την ταυτότητά τους, 
-η επανάχρηση κτιρίων και η ένταξή τους στον υπάρχοντα αστικό ιστό αναδεικνύεται μέσω σύγχρονων σχεδιαστικών προγραμμάτων με αφετηρία την αρχιτεκτονική τους αξία, 
-η προώθηση και προβολή της πολιτιστικής κληρονομιάς ενισχύεται με την ύπαρξη προγραμμάτων τοπικής και εθνικής εμβέλειας που στοχεύουν στην δημιουργία της ταυτότητας ενός τόπου, 
-η γνώση και η έρευνα για τον πλούτο του πολιτισμικού αποθέματος είναι εφικτές με την χρήση του διαδικτύου και την πληθώρα τεχνολογικών εφαρμογών ελαχιστοποιώντας φυσικά εμπόδια όπως η απόσταση και ο χρόνος,  -οι πολιτιστικές επεμβάσεις στα ιστορικά κέντρα μεγαλουπόλεων επιτελούν στην ενδυνάμωση του πολιτιστικού τουρισμού και της τοπικής ταυτότητας, -η διαφύλαξη του ιστορικού ιστού των πόλεων επιτυγχάνεται με την ενσωμάτωση περιβαλλοντικών πολιτικών προστασίας και βιωσιμότητας για την εναρμόνιση με το αστικό σύνολο, -η κοινωνική συμμετοχή στα προγράμματα και στον σχεδιασμό εξασφαλίζει την ενεργή δράση των πολιτών σε θέματα συνεργιών για τον πολιτισμό, τον τουρισμό και την τοπική κουλτούρα.  

5. Συμπεράσματα  
Η ενοποίηση του χώρου προσδιορίζεται από τις στρατηγικές ανάπτυξης, οι οποίες χρήζουν άμεσης αναπροσαρμογής σύμφωνα με τα νέα δεδομένα, καθότι χαρακτηρίζονται από αντιλήψεις του παρελθόντος και είναι προσαρμοσμένες σε πρακτικές αρκετά διαφορετικές από τα πλαίσια μιας διεύρυνσης. 
Το ερώτημα που τίθεται είναι ο βαθμός στον οποίο οι σύγχρονες αστικές πολιτικές δημιουργούν προϋποθέσεις για την σταδιακή ένταξη των χωρών της περιοχής μελέτης, προς μια κατεύθυνση ανασύνταξης του νέου ευρωπαϊκού χώρου.  
Επιπλέον, προκύπτει το ζήτημα σχετικά με το αν οι πόλεις και οι περιοχές της ΝΑ Ευρώπης λειτουργούν ανταγωνιστικά ή συμπληρωματικά ως προς την εξομάλυνση των εσωτερικών τους εντάσεων και την τελική απορρόφησή τους στην κατεύθυνση μιας πολύπολιτισμικής και ενιαίας Ευρώπης. 
Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης εντάσσεται και η ανάπτυξη περισσότερων δράσεων συνεργασίας των χωρών με κοινά πολιτισµικά στοιχεία για την από κοινού διαχείριση αξιόλογων τόπων φυσικής και πολιτιστικής κληρονοµιάς. Σκοπός είναι ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ευρωπαϊκών και διεθνών συµβάσεων που θα ενσωματώνονται στο νοµοθετικό πλαίσιο της κάθε χώρας/περιοχής, σε συμφωνία µε το αντίστοιχο ευρωπαϊκό, λαµβάνοντας πάντα υπόψη τις τοπικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες. 
Άλλωστε, η προώθηση ενός προτύπου αειφόρου ανάπτυξης αποτελεί κεντρική αναπτυξιακή επιλογή τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. 

  
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 ν. 3028/2002 (μετά την αναθεώρηση του 2001) 
2 Government of Romania and United Nations Development Progτamme "Beautiful Romania", p.l0, διαθέσιμο στο: http://www.undp.ro/libraries/corporate/DPDCPROU1_CPD_ROMANIA_20102012_july_2009_Exec_Board_approved.pdf [πρόσβαση 10/7/2015] 

Βιβλιογραφία 
Ελληνόγλωσση 
  • Βουδούρη Δ. (1992) Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην προοπτική της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, Αθήνα: ΕΚΕΜ, Παπαζήση. 
  • Γαβρά, Ε.Γ. (2008) ‘Πλαίσιο και πολιτικές προστασίας και διαχείρισης του οικιστικού και πολιτισμικού αποθέματος στην π.ΓΔΜ σήμερα. Η ευρωπαϊκή προοπτική’, στο Ι. Κολιόπουλος, Κ. Χατζηκωνσταντίνου, Β. Γούναρης (επιμ.) Η διασυνοριακή συνεργασία Ελλάδας-ΠΓΔΜ ως ζητούμενο, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Επίκεντρο, 149-244.  
  • Γαβρά, Ε.Γ. (2006) ‘Η Διαχείριση του Πολιτιστικού και Οικιστικού Αποθέματος στη Ν.Α. Ευρώπη, στο πλαίσιο των Πολιτικών Χωρικής Ανάπτυξης: Η Περίπτωση της Ρουμανίας’ Α΄ Επιστημονικό Συνέδριο του Τμήματος Βαλκανικών Σπουδών: Διαστάσεις της Μετάβασης και η ευρωπαϊκή προοπτική των χωρών της Βαλκανικής, Φλώρινα 20-22/10/2006, 571-593. 
  • Γαβρά, Ε.Γ. (2004) Πολιτισμικό απόθεμα και αρχιτεκτονική κληρονομιά στα Βαλκάνια. Διαχείριση στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη. 
  • Γαβρά, Ε. και Καμπούρη, Ε. (1998) ‘Σχέδιο Βιώσιμης Ανάπτυξης για την Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης’, Τόπος Επιθεώρηση αστικών και περιφερειακών μελετών, 15 125-143. Γοσποδίνη, Ά. και Μπεριάτος, Η. (επιμ.) (2006) Τα νέα αστικά τοπία και η ελληνική πόλη, Αθήνα: Κριτική. 
  • Θεοδοσίου – Δρανδάκη, Ε. (2007) ‘Η διατήρηση της γεωλογικής-γεωμορφολογικής κληρονομιάς στο χωροταξικό σχεδιασμό και στη διαχείριση χρήσεων γης’, Αθήνα, διαθέσιμο στο:  http://www.srcosmos.gr/srcosmos/showpub.aspx?aa=6066 [πρόσβαση 29/6/2015]. 
  • Καυκαλάς, Γ. (επιστημονικά υπεύθυνος) (2000) ‘Oνerview of spatial planning agencies’  Spatίal Plannίng systems and agencies – ΕΣΠΑ, Θεσσαλονίκη: Α.Π.Θ., Ερευνητική Μονάδα Χωρικής Ανάπτυξης, 77-81. 
  • Μπεριάτος, Η. (2007) ‘Ο ρόλος του χωροταξικού σχεδιασμού στην αντιμετώπιση καταστροφών με έμφαση στην φυσική και πολιτιστική κληρονομιά’ Ημερίδα Η προοπτική της Ανασυγκρότησης μετά την Καταστροφή, ΤΕΕ - ΤΜΗΜΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ, διαθέσιμο στο:  http://library.tee.gr/digital/m2264/m2264_beriatos.pdf [πρόσβαση 29/6/2015].
  • Παρπαΐρης, Α. (2001) ‘Η αρχιτεκτονική κληρονομιά και η τουριστική αξιοποίηση: σχέσεις αλληλεξάρτησης’, Διεθνές συνέδριο Πολιτιστικό περιβάλλον και τουρισμός: ο ρόλος του αρχιτέκτονα, ΤΕΕ, Καβάλα 20-23/9/2001,  διαθέσιμο στο: http://portal.tee.gr/portal/page/portal/PUBLICATIONS/BYMONTHLY_PUBLICATIONS/dimini aia_2004/pub5/synedrio.pdf [πρόσβαση 29/6/2015]. 
  • Τροβά, Ε. (2003) Το πολιτιστικό περιβάλλον κατά το Σύνταγμα του 1975/86/2001, Αθήνα-Κομοτηνή: Αντ. N. Σάκκουλας. 
Ξενόγλωσση 
  • Council of Europe/ERICarts (2011) ‘Greece’ Compendium of Cultural Policies and Trends in Europe, 12th edition, διαθέσιμο στο: http://www.culturalpolicies.net/down/romania_072012.pdf [πρόσβαση 2/7/2015]. 
  • Council of Europe/ERICarts (2007) ‘The Former Yugoslav Republic of Macedonia’ Compendium of Cultural Policies and Trends in Europe, 8th edition, διαθέσιμο στο: http://www.culturalpolicies.net/down/macedonia_092014.pdf [πρόσβαση 2/7/2015]. 
  • Council of Europe/ERICarts (2012) ‘Romania’ Compendium of Cultural Policies and Trends in Europe, 13th edition, διαθέσιμο στο: http://www.culturalpolicies.net/down/romania_072012.pdf [πρόσβαση 2/7/2015]. 
  • Defner, A. & Metaxas, T. (2006) ‘Is City Marketing Opposed to Urban Planning? The Elaboration of a Pilot City Marketing Plan for the case of Nea Ionia, Magnesia, Greece’, 46th congress of the European regional science association: Enlargement, Southern Europe and the Mediterranean, Volos.
  • Delivani, Ε (1992) Tourism as an Altemative Engine of Econornic Growth: The Case of Greece, D. Phil. Thesis, York: University of York. 
  • Gavra, E. G. (2005) ‘Urban Policies and Architectural Heritage: concrete examples, real scenarios and cities networks in the area of SE Europe’, in Studia Universitatis Babes - Bolyai, Studia Europaea, 2-3, Babes Bolyai University, Cluj-Napoca, Romania, 379-394. 
  • Gavra, Ε., Deliνani, Ε., Nikas, C. (2006) ‘Management of cultural and architectural heritage and regional development through tourism. The case of Romania’, Federator Symposium of CEDIMES Institute, Targoviste, Romania: Atelier 1. 
  • Karavatzis, M. and Ashworth, G. J. (2005) ‘City branding - an effective assertion of identity or a transitory marketing trick’, Journal of Economic and Social Geography, 96 (5) 506-514. 
  • Kolb, B. (2006) Tourism marketing for cities and towns, USA: Elsevier Nikas, C. (1992) The movements of labour from Greece to the E.C. countries in the period after the end of World War II, D.Phil Thesis, York: University of York. Ristov, J. (1997) The Terminology on Monuments, generic terms referring to protected property and  selected definitions, Skopje: Cultural and historic heritage of Republic of Macedonia XXXVI. 
Διαδικτυακές πηγές 
  • http://www.balkantale.com/gr/main.php 
  • http://gr2014.eu/events/conferences-and-seminars/conference-heritage-first-towards-common  approach-sustainable-europe 
  • http://ec.europa.eu/regional_policy/sources/docgener/informat/2014/urban_el.pdf 
  • http://culturalpolicies.net 
  • http://europa.eu.int/comm/regional_policy/index_en.html 
  • http://www.unesco.org
*Εισήγηση στο 4ο Πανελλήνιο συνέδριο Πολεοδομίας & Χωροταξίας στο Βόλο
  •  

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.